fbpx
«“Πάνω σ’ έναν ξένο στίχο”: Από τον Ανατόλ Φρανς στον Σεφέρη» του Φάνη Κωστόπουλου

«“Πάνω σ’ έναν ξένο στίχο”: Από τον Ανατόλ Φρανς στον Σεφέρη» του Φάνη Κωστόπουλου

Ξεφυλλίζοντας τα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Β’ Λυκείου, που δίδαξα στη δεκαετία του 1980, σταμάτησε το βλέμμα μου σε μια υποσημείωση στη σελίδα 205, που αναφέρεται στο ποίημα του Σεφέρη «Πάνω σ’ έναν ξένο στίχο». Την αντιγράφω: «ξένος στίχος: ο πρώτος στίχος του ποιήματος του Σεφέρη είναι μια παραλλαγή του πρώτου στίχου του σονέτου “Το ωραίο ταξίδι” του Γάλλου ποιητή Ιωακείμ ντι Μπελέ (1525-1560) “Ευτυχισμένος όποιος σαν τον Οδυσσέα έκανε το ωραίο ταξίδι” (“Heureux qui, comme Ulysse a fait un beau voyage”)».

Είναι αλήθεια ότι από το ποιητικό έργο του Ιωακείμ ντι Μπελέ (Joachim du Bellay) το σονέτο αυτό είναι το πιο δημοφιλές. Θα ήμασταν βέβαια πιο ακριβείς, αν λέγαμε: ο πρώτος στίχος του σονέτου και όχι όλο το ποίημα. Και αυτό γιατί τον πρώτο στίχο τον ξέρουν πολλοί· το ποίημα όμως το έχουν διαβάσει λίγοι. Στους περισσότερους από εμάς τους Έλληνες ο στίχος αυτός έγινε γνωστός από το ποίημα του Σεφέρη, ενώ αρκετοί θα πρέπει να είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι ο Σεφέρης με αυτό το ποίημα έκανε γνωστό τον εν λόγω στίχο σε όλη την Ευρώπη. Ίσως να μην έκανα όλες αυτές τις σκέψεις, αν στη δική μου περίπτωση τα πράγματα δεν ήταν διαφορετικά. Γύρω στα 1955, εποχή που στα Νεοελληνικά Αναγνώσματα του Γυμνασίου δεν υπήρχε ποίηση Σεφέρη και που ο ποιητής δεν αποκλείεται να ήταν άγνωστος και στους καθηγητές ακόμα –γιατί στα γυμνασιακά μου χρόνια δεν θυμάμαι κανέναν φιλόλογο να ανέφερε ποτέ το όνομά του στην τάξη–, εκείνη την εποχή ακριβώς διάβασα ένα μυθιστόρημα του Ανατόλ Φρανς (1844-1924), το καλύτερό του, θα έλεγα, που επιγράφεται Το έγκλημα του Σιλβέστρου Μπονάρ (Le crime de Silvestre Bonnar). Στις σελίδες αυτού του μυθιστορήματος θυμάμαι ότι συνάντησα, πρώτη φορά, τον εν λόγω στίχο του Ιωακείμ ντι Μπελέ και αργότερα το σονέτο ολόκληρο σε πολλές γαλλικές ανθολογίες. Δεν αποκλείεται εκεί να διάβασε και ο Σεφέρης, πρώτη φορά, αυτόν τον στίχο, αφού αυτό το μυθιστόρημα είδε το φως της δημοσιότητας το 1881, δηλαδή είκοσι σχεδόν χρόνια πριν γεννηθεί ο ποιητής της Κίχλης.

Αυτό που πρέπει εδώ να προσέξουμε και να λάβουμε υπόψη μας είναι ότι ο Ανατόλ Φρανς είναι ο πρώτος που επέλεξε και χρησιμοποίησε σε έργο του αυτόν τον στίχο του Ντι Μπελέ πολύ πριν από την εποχή που ο Σεφέρης έγραψε το ποίημα «Πάνω σ’ έναν ξένο στίχο». Εκεί βάζει τον ήρωα του βιβλίου του να στοχάζεται πάνω σε αυτόν τον στίχο, που για τον Γάλλο συγγραφέα είναι ένας γαλλικός και όχι, όπως για τον Σεφέρη, ένας ξένος στίχος. «Αυτός ο στίχος ενός παλιού ποιητή» λέει ο Σιλβέστρος Μπονάρ, ο ήρωας του βιβλίου, που έχει επιστρέψει στο Παρίσι ύστερα από ένα ταξίδι στη Σικελία, «μου ήρθε στη μνήμη: “Ευτυχισμένος όποιος σαν τον Οδυσσέα έκανε ένα ωραίο ταξίδι”. Ε λοιπόν, σκέφτηκα, μάταια περιπλανήθηκα και επιστρέφω τώρα με άδεια χέρια· όπως ο Οδυσσέας, όμως, έκανα και εγώ ένα ωραίο ταξίδι».[1] Δεν έχει, νομίζω, σημασία, αν ο Σεφέρης αξιοποίησε αυτόν τον στίχο του Ντι Μπελέ λογοτεχνικά με διαφορετικό τρόπο. Η συνταγή είναι ίδια: Ό,τι στοχάζεται ο ήρωας του Ανατόλ Φρανς και ό,τι λέει μέσα στο ποίημα ο Σεφέρης είναι πάνω σε έναν γαλλικό στίχο ή «πάνω σε έναν ξένο στίχο», που είναι και στις δυο περιπτώσεις ο ίδιος. Ο Σιλβέστρος Μπονάρ, αν και έχει γυρίσει, όπως λέει, από ένα ταξίδι «με άδεια χέρια», δέχεται ωστόσο ότι «έκανε ένα ωραίο ταξίδι σαν τον Οδυσσέα». Δεν λέει όμως τίποτα για ευτυχία. Ίσως να έλεγε, αν είχε πετύχει τον στόχο του στο ταξίδι. Από την άλλη πλευρά, ο Έλληνας ποιητής δέχεται βέβαια αυτό που δηλώνει ο στίχος του Ντι Μπελέ, το δέχεται όμως υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Έτσι, το ποίημα γράφεται πάνω σε αυτές τις προϋποθέσεις. Αυτές τις παρατηρήσεις έκανα, όταν μου ήρθε μια μέρα στη μνήμη αυτή η περικοπή από το μυθιστόρημα του Ανατόλ Φρανς και τη συσχέτισα με το ποίημα του Σεφέρη. Και αυτό επειδή οι δυο νομπελίστες λογοτέχνες είναι –απ’ όσο γνωρίζω, τουλάχιστον– οι μόνοι που επέλεξαν και χρησιμοποίησαν τον συγκεκριμένο στίχο του Ντι Μπελέ στο έργο τους.

Ωστόσο, αυτό που σταμάτησε το βλέμμα μου στην υποσημείωση του σχολικού βιβλίου δεν ήταν μόνο όσα ειπώθηκαν πιο πάνω· ήταν και η άλλη πλευρά του νομίσματος, αυτή του Γάλλου ποιητή. Πράγματι, εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με διακειμενικές παρατηρήσεις και απόψεις, με τις οποίες άλλος μπορεί να συμφωνεί και άλλος όχι. Εδώ έχουμε ένα λάθος που υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει. Είναι, νομίζω, ένα γεγονός που δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς. Και αυτό γιατί είναι ένα λάθος που, θέλουμε δε θέλουμε, έχει εξασφαλίσει την παρουσία του παντού. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για σχολικό εγχειρίδιο. Για να το χαρακτηρίσω καλύτερα, θα έλεγα ότι είναι ένα λάθος το οποίο, με την ανοχή του πνευματικού κόσμου, επικράτησε του σωστού. Και αυτό επειδή λογοτέχνες και φιλόλογοι συνεννοούνται καλύτερα με το λάθος παρά με το σωστό. Με άλλα λόγια, είναι και αυτό ένα από τα «κατά συνθήκην ψεύδη», όπως θα έλεγε εκείνος ο παλιός στοχαστής, ο Μαξ Νορντάου. Πιο συγκεκριμένα θέλω να πω ότι ο Ιωακείμ ντι Μπελέ δεν έδωσε ποτέ σε αυτό το σονέτο τον τίτλο «Το ωραίο ταξίδι», που διαβάσαμε στην υποσημείωση του σχολικού βιβλίου πιο πάνω. Άλλωστε, κανένα από τα σονέτα της συλλογής Les Regrets, όπου ανήκει το εν λόγω σονέτο, δεν έχει τίτλο. Όποιος κάνει λόγο για αυτό το σονέτο και θέλει να το προσδιορίσει, το αναφέρει με τον αριθμό της σειράς που έχει μέσα στη συλλογή. Το 31ο σονέτο της συλλογής Les Regrets δεν είναι άλλο από το σονέτο που ξέρουμε με τον τίτλο «Το ωραίο ταξίδι» («Le beau voyage»). Και σε αυτό βέβαια δε φταίμε εμείς οι Έλληνες, αλλά οι Γάλλοι εκδότες, που για ευκολία τους το αναφέρουν στις διάφορες ανθολογίες με αυτόν τον τίτλο. Φυσικά, οι Γάλλοι εκδότες διάβασαν μόνο τον πρώτο στίχο του σονέτου και έδωσαν έναν τίτλο που ανταποκρίνεται στο νόημα του πρώτου στίχου.

Παρ’ όλα αυτά, ο Ιωακείμ ντι Μπελέ οφείλει σήμερα την υστεροφημία του περισσότερο σε αυτό το λάθος παρά σε όλο το υπόλοιπο έργο του.

Είναι αλήθεια ότι και ο δεύτερος στίχος του αναφέρεται σε ταξίδι. Με άλλα λόγια, οι δυο πρώτοι στίχοι του σονέτου αναφέρονται στα δυο φημισμένα θαλασσινά ταξίδια της αρχαιότητας, του Οδυσσέα και των Αργοναυτών. Παραθέτω τώρα ολόκληρο το σονέτο σε ελεύθερη απόδοση, για να το θυμηθούν όσοι το έχουν διαβάσει και να το διαβάσουν όσοι δεν το έχουν υπόψη τους. Όσο για τον γαλλομαθή αναγνώστη, παρατίθεται και στα γαλλικά στις σημειώσεις αυτού του κειμένου.

Το ωραίο ταξίδι

Ευτυχής που σα Δυσσέας έκαν’ ωραίο ταξίδι
Ή σαν αυτόν που απόκτησε το δέρας το χρυσό·
Κι ύστερα γύρισε πίσω, με πείρα και σοφία,
Το βίο του με τους γονείς να ζήσει το λοιπό.

Αχ, πότε –αλίμονο!– θα δω απ’ το χωριό μου πάλι
Ν’ ανέρχεται καπνός ψηλά; σε ποια εποχή επάνω
Θα ξαναδώ τον κήπο μου στο φτωχικό μου σπίτι,
Που ’ναι για με βασίλειο κι ακόμη παραπάνω;

Σε μένα σπίτι πιο αρεστό οι πρόγονοί μου χτίσαν
Από της Ρώμης μέγαρα με τολμηρές προσόψεις
Κι πιο αρεστή απ’ το μάρμαρο η πέτρα αυτή η φίνα·

Ο Λίγηρ μου ο κέλτικος πιότερο απ’ το λατίνο
Τον Τίβερη και το Λιρέ από τον Παλατίνο·
κι απ’ τη θαλασσινή πνοή η γλύκα ανζεβίνα.[2]

Δεν χρειάζεται, νομίζω, μεγάλη προσοχή για να καταλάβει κανείς ότι από τον τρίτο στίχο και μετά δεν γίνεται καθόλου λόγος για ταξίδι. Δεν είναι όμως μόνο αυτό που πρέπει να προσέξουμε εδώ. Ο τρίτος στίχος της πρώτης στροφής: «Kι ύστερα γύρισε πίσω, με πείρα και σοφία» μας φέρνει στη μνήμη την «Ιθάκη» του Καβάφη και πιο συγκεκριμένα τον στίχο «Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα». Νομίζω πως είναι απήχηση ο ένας στίχος του άλλου. Δεν θα επιμείνω άλλο σ’ αυτό το θέμα. Άλλο είναι αυτό που θέλω να πω εδώ. Πράγματι, αν διαβάσουμε με προσοχή την πρώτη στροφή του σονέτου, θα διαπιστώσουμε ότι όχι μόνο ο τίτλος του ποιήματος είναι λάθος, αλλά και το νόημα του πρώτου στίχου, έτσι όπως τον διαβάζουμε σήμερα χωρίς τους άλλους στίχους, δεν είναι αυτό που θέλει να εκφράσει ο ποιητής. Με άλλα λόγια, ο ποιητής δεν λέει ότι όποιος έκανε το ωραίο ταξίδι του Οδυσσέα είναι ευτυχής. Δεν αρκεί το ταξίδι του Οδυσσέα μόνο για να είναι κανείς ευτυχισμένος. Χρειάζεται και ο «νόστος», η επιστροφή στην πατρίδα, όπου θα ζήσει την υπόλοιπη ζωή του με τους γέρους γονιούς του. Επιπλέον, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι ο ποιητής έχει πολύ καλή κλασική παιδεία και ότι την ώρα που γράφει αυτό το σονέτο έχει στη σκέψη του την Οδύσσεια. Επομένως, η ιδέα της επιστροφής στην πατρίδα δεν είναι μόνο κάτι που νοσταλγεί ο ποιητής, που βρίσκεται τότε μακριά από την πατρίδα του, στη Ρώμη, αλλά και κάτι που θυμάται ότι αναφέρεται και στο ομηρικό έπος:

Γιατί δεν έχει πιο γλυκό στον κόσμο απ’ την πατρίδα
κι απ’ τους γονιούς…[3]

Η νοσταλγία, λοιπόν, που νιώθει για τον τόπο του συνεχίζεται και στις υπόλοιπες στροφές του ποιήματος, ενώ για ταξίδι δεν ξαναγίνεται λόγος.

Ύστερα από όσα ειπώθηκαν, είναι φανερό ότι το θέμα αυτού του ποιήματος δεν είναι το ωραίο ταξίδι, που αναφέρεται στην αρχή του, αλλά η επιστροφή στη γενέθλια γη. Επομένως, ο τίτλος που θα ταίριαζε να έχει αυτό το σονέτο είναι «Η γενέθλια γη» ή, όπως θα ήταν στα γαλλικά, «Le sol natal» και όχι «Το ωραίο ταξίδι», που έχει καθιερωθεί και που δυσφημεί κατά τη γνώμη μου τον ποιητή, αφού οι πιο πολλοί νομίζουν πως είναι δικός του. Παρ’ όλα αυτά, ο Ιωακείμ ντι Μπελέ οφείλει σήμερα την υστεροφημία του περισσότερο σε αυτό το λάθος παρά σε όλο το υπόλοιπο έργο του.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ce vers d’un vieux poète me revint à la mèmoire: Heureux qui, comme Ulisse, a fait un beau voyage. «Eh bien, pensai-je, je me suis promené en vain, je rentre les mains vides; mais je fait un beau voyage.»
[2] Heureux qui, comme Ulysse, a fait un beau voyage,
Ou comme cestuy-là qui conquit la toison,
Et puis est retourné, plein d’usage et raison,
Vivre entre ses parents le reste de son âge!
Quand revoiray-je, hélas, de mon petit village
Fumer la cheminée, et en quelle saison
Revoiray-je le clos de ma pauvre maison
Qui m’est une province, et beaucoup d’avantage?
Plus me plaît le séjour qu’ont bâti mes aïeux,
Que des palais Romains le front audacieux,
Plus que le marbre dur me plaît l’ardoise fine,
Plus mon Loyre Gaulois, que le Tybre Latin,
Plus mon petit Lyré que le mont Palatin:
Et plus que l’air marin la douceur Angevine.
[3] Όμηρος, Οδύσσεια, ι, 34-35 (μτφρ. Ζ. Σιδέρη). Στο πρωτότυπο οι στίχοι είναι:
Ως ουδέν γλύκιον ης πατρίδος ουδέ τοκήων
γίγνεται

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΑΠΟΨΕΙΣ
«Η ελληνική γλώσσα σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης. Ο ρόλος της εκπαίδευσης» του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη

Παγκοσμιοποίηση και κριτική σκέψη Η παγκοσμιοποίηση (αγγλ. globalization, νεολογισμός του 1961, γαλλ. globalisation, 1968) ως όρος της πολιτικής αναφέρεται στο πολυδιάστατο σύνολο κοινωνικών διεργασιών μέσω των οποίων...

ΑΠΟΨΕΙΣ
«Για “Τα γενέθλια” της Ζωρζ Σαρή: Μικρή βιωματική ανάγνωση» της Εριφύλης Μαρωνίτη

Αν ζούσε εκείνος –ο νονός, ο μπαμπάς– θα έκλεινε φέτος τον Απρίλη τα 95. Η Άννα, η βαφτισιμιά, θα γινόταν 65. Στη ζωή και στο βιβλίο. Το νήμα, ωστόσο, των κοινών γενεθλίων στις 22 Απριλίου των...

ΑΠΟΨΕΙΣ
«Η “εφαρμοσμένη” διαλεκτική επιστήμης και “ποίησης” στο έργο του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη» της Παρασκευής Κοψιδά-Βρεττού

Για τον γλωσσολόγο ως φορέα επιστημονικού λόγου με αντικείμενο τη γλώσσα, εν αρχή ην ο Λόγος. Αν αναρωτηθούμε πότε και με ποια κυρίαρχη συνθήκη γεννιέται συνειδητά το ανθρώπινο πλάσμα, η απάντηση...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.