«Το έξοχο Μυθιστόρημα της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών» της Μαρίας Κοτοπούλη
Δύο αρχέτυπα λογοτεχνικά έργα, η Φόνισσα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (1851-1911) και ο Ταράς Μπούλμπα του Νικολάι Γκόγκολ (1809-1852), έδωσαν τον τίτλο Μυθιστόρημα στη συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, που πραγματοποιήθηκε στις 10/2/’17 στο Μέγαρο Μουσικής, υπό την μπαγκέτα του διακεκριμένου αρχιμουσικού Λουκά Καρυτινού.
Η Φόνισσα, «κοινωνικό μυθιστόρημα», όπως τη χαρακτηρίζει ο άγιος των ελληνικών γραμμάτων, ενέπνευσε στον Γιώργο Κουμεντάκη τη σύνθεση της θαυμάσιας, ομότιτλης Όπερας, πάνω στο εξαιρετικό, ποιητικό λιμπρέτο του Γιάννη Σβώλου. Από την Όπερα αυτή, που η πρεμιέρα της έγινε με μεγάλη επιτυχία τον Νοέμβριο του 2014 από την Εθνική Λυρική Σκηνή, ο συνθέτης δημιούργησε τη Συμφωνική Σουίτα για Ορχήστρα, κατόπιν προτροπής του κ αλλιτεχνικού διευθυντή της ΚΟΑ Στέφανου Τσιαλή.
Ο Κουμεντάκης απέδωσε το βασικό του θέμα με αξιοθαύμαστη συμπύκνωση και διαμοίρασε στα μουσικά όργανα τον ρόλο των προσώπων της όπερας υφαίνοντας με δεξιότητα την περιπλάνηση της τραγικής Φραγκογιαννούς στον κόσμο της παραφροσύνης. Το νανούρισμα, τα μοιρολόγια, τα ηπειρώτικα πολυφωνικά τραγούδια, τα λαϊκά φολκλορικά στοιχεία, με το βαρύ πολιτισμικό τους φορτίο και τη μοναδική ομορφιά τους, ευτύχησαν μέσα από την κλασική φόρμα του συνθέτη.
Ο αρχιμουσικός Λουκάς Καρυτινός, με τη μεγάλη του εμπειρία και οξυδέρκεια, αξιοποίησε την εκφραστικότητα της ορχήστρας και μέσα από τη μουσική δραματουργία ανέδειξε τους εφιάλτες και το τραγικό πρόσωπο της ηρωίδας.
Στη συνέχεια ακούσαμε το Κοντσέρτο για Αγγλικό Κόρνο και Ορχήστρα του Λετονού συνθέτη Πέτερις Βασκς (γ. 1946), το οποίο γράφτηκε το 1989, εποχή των μεγάλων ανακατατάξεων στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση.
Έργο νεορομαντικό, βαθιά ατμοσφαιρικό, βρήκε την ιδανική του ερμηνεύτρια. Η Χριστίνα Παντελίδου, ελεγειακή και μελαγχολική, εκφραστική και μυστηριακή, ανέδειξε άριστα τον μελωδικό ήχο του αγγλικού κόρνου, κάτω από την άγρυπνη καθοδήγηση του αρχιμουσικού, που συνταίριασε την εξαιρετική ερμηνεία της με εκείνη της ορχήστρας του!
Βαθύς λάτρης της ρώσικης λογοτεχνίας και αγνός πατριώτης, ο Τσέχος συνθέτης Λέος Γιάνατσεκ (1854-1928) γράφει ένα από τα πιο διάσημα έργα του, το Ταράς Μπούλμπα, ραψωδία για ορχήστρα, βασισμένο στο ομώνυμο διήγημα, μετέπειτα μυθιστόρημα, του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα Νικολάι Γκόγκολ, για τον οποίο τρέφει μεγάλο θαυμασμό. Ο Γκόγκολ, απόγονος εύπορης, αριστοκρατικής οικογένειας κοζάκων, έγραψε έργα που συγκαταλέγονται στα αριστουργήματα της ρώσικης ρεαλιστικής λογοτεχνία του 19ου αιώνα όπως Οι νεκρές ψυχές, Ο επιθεωρητής, Το ημερολόγιο ενός τρελού κ.ά. Το 1915, ο Λέος Γιάνατσεκ ολοκληρώνει την πρώτη εκδοχή της σύνθεσης, την οποία αναθεωρεί αργότερα με ουσιαστικές αλλαγές. Τη δεύτερη εκδοχή συμπληρώνει στις 29 Μαρτίου του 1918 και, τρία χρόνια αργότερα, τον Οκτώβριο του 1921, πραγματοποιείται η πρεμιέρα του έργου στο Μπρνο.
Τρία είναι τα μέρη της σύνθεσης και τρεις οι πρωταγωνιστές: ο πεισματάρης πολέμαρχος κοζάκος της μεσαιωνικής Ουκρανίας συνταγματάρχης Ταράς Μπούλμπα και οι δυο γιοι του. Ο Ταράς στέλνει τα παιδιά του να σπουδάσουν στην ακαδημία του Κιέβου και όταν επιστρέφουν τα παίρνει μαζί του για να τα μυήσει στον πόλεμο κατά των Πολωνών κατακτητών. Ο Αντρέι, τρυφερός και ρομαντικός, ερωτεύεται μια Πολωνή, κόρη ευγενικής καταγωγής και συστρατεύεται με τον εχθρό του. Όταν ο πατέρας του τον αναγνωρίζει ανάμεσα στους πολιορκημένους Πολωνούς που επιχειρούν έξοδο από την πόλη, τον σκοτώνει. Ο άλλος γιος του, ο Όσταπ, του μοιάζει. Δυναμικός και πολεμόχαρος, ορμά στη μάχη, όπου πιάνεται αιχμάλωτος και εκτελείται από τους εχθρούς του. Συντετριμμένος ο πατέρας ζητά εκδίκηση και σπέρνει τον τρόμο στους Πολωνούς, καίγοντας και λεηλατώντας τα χωριά τους. Οι Πολωνοί όμως τον συλλαμβάνουν και τον οδηγούν στην πυρά.
Κυρίαρχος της ορχήστρας, ο αρχιμουσικός Λουκάς Καρυτινός αναδεικνύει, στον Θάνατο του Αντρέι,τον λυρισμό του θνήσκοντος έρωτος, εκφρασμένο θαυμαστά από το όμποε του Γιάννη Οικονόμου. ΣτονΘάνατο του Όσταπ, ο αγωνιώδης ψυχισμός του ήρωα, μέσα στον θριαμβικό, επινίκιο αλαλαγμό των Πολωνών, αποκαλύπτεται με την εξαίσια κραυγή του κλαρινέτου του Σπύρου Μουρίκη και συγκλονίζει. Στο τρίτο μέρος, Η Προφητεία και ο θάνατος του Ταράς Μπούλπα,ο Καρυτινός με την ορχήστρα του θα πλάσει έξοχα τη μουσική αφήγηση, ώστε να αισθανθεί ο θεατής την αγριότητα της εκδίκησης, τις φλόγες της πυρράς και την προφητεία του κοζάκου πριν τον τυλίξουν οι φλόγες. «Δεν υπάρχει φωτιά να κάμψει τον ρώσικο λαό» θα φωνάξει «και σύντομα θα έρθει η μέρα που το ορθόδοξο έθνος θα κυριαρχήσει στον κόσμο με έναν μεγάλο ηγέτη».