fbpx
Ζέτα Κουντούρη: συνέντευξη στην Τίνα Πανώριου

Ζέτα Κουντούρη: συνέντευξη στην Τίνα Πανώριου

 

 

Η Λεγάμενη, Όμορφη ζωή, Ρωγμές στη σιωπή, Πίστωση χρόνου. Η Ζέτα Κουντούρη με το τέταρτο αυτό τελευταίο «σκληρό» νουάρ μυθιστόρημά της επιχειρεί –και πάλι– και επιτυγχάνει να διεισδύσει σε ιδιαίτερες πτυχές της ανθρώπινης ψυχής. Η συγγραφέας, απόφοιτος της Νομικής, ζει στην Αθήνα, έχει υπάρξει μέλος του Επιστημονικού Διδακτικού Προσωπικού στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθήνας, ενώ διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί σε ανθολογίες στην Ιταλία και την Ισπανία.

Ξεκινάτε το βιβλίο σας με τη φράση «Γεννιόμαστε όλοι με πίστωση χρόνου που αγνοούμε τη διάρκειά της». Και το αφιερώνετε σε δυο αγαπημένα σας πρόσωπα, που έχουν περάσει στην αντίπερα όχθη. Η απώλεια –ίσως– σας ώθησε να γράψετε αυτή τη νουάρ ιστορία.

Η απώλεια, με ό,τι κι αν σχετίζεται, πολλώ μάλλον με την ανθρώπινη ζωή, είναι πάντα ιδιαίτερα οδυνηρή και συχνά έχει αποτελέσει το κίνητρο, τόσο για ποιητικά όσο και για πεζογραφικά κείμενα. Η Πίστωση χρόνου, σαν έννοια, είναι απόλυτα συνυφασμένη με την απώλεια, με τον χρόνο που μας ξεφεύγει, πριν προλάβουμε να ολοκληρώσουμε αυτά που οφείλαμε, σχεδιάσαμε ή ονειρευτήκαμε. Είναι όμως συνυφασμένη υπαρξιακά και με την τραγική μοίρα του ανθρώπου, που γεννιέται με μία χρονική πίστωση, τη διάρκεια της οποίας, ευτυχώς, αγνοεί. Οι ήρωες του βιβλίου την αντιμετωπίζουν και με τις δύο σημασίες της. Όταν τελείωσα το γράψιμο της εν μέρει νουάρ ιστορίας μου, εκ των υστέρων δηλαδή και όχι εκ των προτέρων, αισθάνθηκα έντονη την ανάγκη να την αφιερώσω σε δύο ιδιαίτερα αγαπημένα πρόσωπα, που έχουν περάσει στην αντίπερα όχθη και η απώλειά τους με έχει σημαδέψει: στον γιο του αδερφού μου, που τον χάσαμε σχεδόν παιδί, και σ' έναν πολύτιμο φίλο, που έσκυβε πάντα με πολλή αγάπη στα κείμενά μου και μου έδινε πολύτιμες συμβουλές.

«Η ανθρώπινη ζωή ήταν από τα ελάχιστα αγαθά που είχε μάθει να σέβεται. Το χρήμα, τη δόξα, τον έρωτα, τις γυναίκες, αυτά μπορούσε να τα περιφρονεί, γιατί αυτά μπορούσε να τα αποκτήσει με τη μαγκιά του. Την ανθρώπινη ζωή, όμως;» Κυνικός ο πρωταγωνιστής σας, αλλά η ρήση του σωστή.

Ο πρωταγωνιστής μου είναι ένας άνθρωπος του υποκόσμου. Το γιατί κατέληξε εκεί το αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα μετά την ανάγνωση του βιβλίου. Πριν γίνει «κυνικός», ή ό,τι άλλο θα μπορούσε να τον χαρακτηρίσει κανείς, έχει βασανιστεί πολύ περισσότερο, από τα παιδικά του κιόλας χρόνια, απ' όσο θα βασανίσει ποτέ ο ίδιος οιονδήποτε άλλο στη ζωή του. Γενικά, αγαπώ πολύ τους βασανισμένους ήρωες της λογοτεχνίας, και όχι μόνον, γιατί νομίζω ότι σχεδόν όλοι διατηρούν ένα μεγάλο μέρος από την ανθρωπιά τους. Πολλές φορές ένα κακό παρελθόν μπορεί να μας χαρίσει ένα είδος πικρής σοφίας. Αυτή είναι που κάνει τον συγκεκριμένο ήρωα να σκέπτεται έτσι και να σέβεται την ανθρώπινη ζωή, το μόνο αγαθό που δεν μπορεί να αποκτήσει με τη «μαγκιά» του.

«Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο σημαντικό είναι να υπάρχουν δίπλα μας άνθρωποι που μπορούν και θέλουν να μας κάνουν να γελάμε...» Είναι μια εκδήλωση αγάπης κι αυτό, δεν νομίζετε;

Πολλοί ορισμοί και πολλές εκδοχές έχουν ειπωθεί για το τι είναι αγάπη, και ίσως για τον καθένα από μας η αγάπη να σημαίνει κάτι διαφορετικό. Επίσης, διαφορετικές και ανάλογες με τον χαρακτήρα κάθε ανθρώπου είναι και οι εκδηλώσεις της. Αυτό που θέλει να πει η ηρωίδα μου –που σύντομα εξαντλεί την προσωπική της «πίστωση»–, μιλώντας στη συγκεκριμένη παράγραφο για τον άντρα της είναι ότι με τον δικό του τρόπο, θέλοντας και κάνοντάς τη να γελάει, προσπαθεί κι επιτυγχάνει να της δίνει χαρά. Και ασφαλώς είναι μια εκδήλωση αγάπης, ιδιαίτερα σε δύσκολες στιγμές, οι άλλοι δίπλα μας να θέλουν να μας κάνουν χαρούμενους.

Πόσες φορές στη ζωή μας δεν έχουμε όλοι μας αναρωτηθεί: «Τι είδους άνθρωπος είμαι τελικά; Μπορείς να μου πεις εσύ που με ξέρεις από μικρή;»

Η αυτογνωσία ήταν ανέκαθεν το ζητούμενο του σκεπτόμενου ανθρώπου, από την εποχή του Σωκράτη (γνώθι σαυτόν) μέχρι το παρεξηγημένο χριστιανικό ρητό (αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν), που προϋποθέτει τη γνώση και κυρίως την αγάπη του εαυτού μας. Είναι πολύ εύκολο να αναρωτιόμαστε και να είμαστε επικριτικοί σχετικά με τις συμπεριφορές των άλλων. Ασύγκριτα δυσκολότερο να καταλήξουμε σε συμπεράσματα σε σχέση με τη δική μας, ακόμη και να ερμηνεύσουμε κάποιες πράξεις μας, ίσως γιατί δεν τολμάμε να φτάσουμε το μαχαίρι μέχρι το κόκαλο. Πάνω σε μια τέτοια στιγμή οδυνηρής αυτοκριτικής η ηρωίδα του μυθιστορήματος, η Ελισάβετ-Κασσάνδρα, αναρωτιέται και ρωτάει τη φίλη της: «Μπορείς εσύ που με ξέρεις από μικρή να μου πεις τι είδους άνθρωπος είμαι;»

«Ό,τι χάρισμα μας δίνει ο Θεός, αν δεν το καλλιεργήσουμε το παίρνει πίσω. Αλλά ίσως κάποια να είναι και καλύτερα που τα παίρνει...» Καλύτερα δεν θα ήταν, όμως, ο Θεός να γινόταν λίγο πιο σπλαχνικός;

Η ευσπλαχνία του Θεού, μέσα από τη διδαχή των θρησκειών και κυρίως του Χριστιανισμού, είναι δεδομένη. Όπως και η σοφία και η παντοδυναμία του. Ο άνθρωπος όμως, παρ' όλα αυτά, μικρή κουκκίδα μέσα στο σύμπαν που μας περιβάλλει, νιώθει συχνά μόνος κι αβοήθητος. Σύμφωνα με την «παραβολή των ταλάντων», η αδιαφορία για την αξιοποίηση των ικανοτήτων, με τα οποία είμαστε εκ φύσεως προικισμένοι, είναι σημαντικό πνευματικό παράπτωμα. Είναι όμως η αφαίρεσή τους έλλειψη ευσπλαχνίας και ένδειξη θεϊκής σκληρότητας; Με δεδομένη τη δωρεά της ζωής, παρά τις όποιες συχνά αβάσταχτες δυσκολίες, η απάντηση δεν είναι απλή. «Θεέ μου, μη μου δώσεις όσα μπορώ να αντέξω», λέει συχνά ο λαός. Και, αναμφισβήτητα, ελάχιστοι πρέπει να είναι οι άνθρωποι που σε κάποια στιγμή της ζωής τους να μη τον παρακάλεσαν να φανεί λίγο πιο «σπλαχνικός». Όμως «άγνωστοι αι βουλαί» και ίσως αυτή να είναι κάποιες φορές η μοναδική παρηγορία.

«Κρύβουμε μέσα μας τόσο πολλούς διαφορετικούς εαυτούς, που δεν προφταίνουμε όχι σε μία αλλά ούτε σε χίλιες ζωές να τους γνωρίσουμε. Σκάβουμε, σκάβουμε και δεν τελειώνουμε πουθενά».

Η διαρκής αναζήτηση, οτιδήποτε κι αν αφορά, έξω από το πλαίσιο μιας αμιγώς επιστημονικής έρευνας, μπορεί να αποβεί μπούμερανγκ. Ο εαυτός μας, με τα πολλά πρόσωπα που δεν φαίνονται σε κανέναν καθρέφτη, διαθέτει την ικανότητα να μπορεί πάντα να μας εκπλήσσει με πράξεις και σκέψεις που ούτε καν υποψιαζόμαστε. «Σκάβουμε, σκάβουμε και δεν τελειώνουμε πουθενά», λέει η ηρωίδα. «Και πραγματικά δεν ξέρω αν έχει πια κανένα νόημα». Το επόμενο επιθυμητό στάδιο από την αυτογνωσία, που είναι βασικό ζητούμενο, είναι η συμφιλίωση και η αποδοχή του εαυτού μας και, μέσω αυτού, του κόσμου ολόκληρου που μας περιβάλλει. Στο στάδιο αυτό επέρχεται, νομίζω, και η αληθινή ενηλικίωση και ωριμότητα του ανθρώπου.

«Όλες οι γυναίκες πρέπει τελικά να εμπιστευόμαστε τις διαισθήσεις μας. Σπάνια σχεδόν μας γελάνε» λέτε κάπου στο βιβλίο σας, όμως μήπως ακολουθώντας τη διαίσθηση θα είμαστε εσαεί δυστυχισμένες;

Νομίζω ότι, αν δεχθούμε ότι οι διαισθήσεις μάς οδηγούν στην αλήθεια, τότε θα πρέπει να τις εμπιστευόμαστε, οποιοσδήποτε κίνδυνος και αν ελλοχεύει σε κάτι τέτοιο. Γιατί ευτυχία, κατά την άποψή μου, δεν είναι να εθελοτυφλείς και να παραμερίζεις την πραγματικότητα, όσο οδυνηρή και αν είναι, αλλά να μπορείς να την αντιμετωπίζεις και να συμφιλιώνεσαι μ' αυτήν.

Πίστωση χρόνου;

Όχι μόνο ο Tζόνι ο αίλουρος, γύρω από τον οποίο υφαίνεται η ιστορία, αλλά και οι άλλοι πρωταγωνιστές διαφεύγουν εντέχνως του χρόνου, σκιαγραφώντας ο καθένας, μέσ' από τη δική του ματιά, τις κοινές ζωές τους. Ενώ όλοι έζησαν τοις μετρητοίς, ζητούν τώρα να ζήσουν επί πιστώσει, για να τακτοποιήσουν ή για να ολοκληρώσουν στο μέλλον όλα όσα δεν πρόλαβαν, ανατρέχοντας συχνά στο παρελθόν – ανικανοποίητοι και νοσταλγοί.

Πίστωση χρόνουΠίστωση χρόνου
Ζέτα Κουντούρη
Κέδρος
169 σελ.
Τιμή € 12,00
1-patakis-link


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΕΛΛΗΝΕΣ
Ηρώ Σκάρου: συνέντευξη στη Χαριτίνη Μαλισσόβα

Η Ηρώ Σκάρου κατάγεται από την Ικαρία. Μεγάλωσε στη Σύρο και στην Αθήνα. Με σπουδές στη φιλοσοφία και μεταπτυχιακό στη διοίκηση επιχειρήσεων, εργάστηκε κυρίως στην εκπαίδευση και στο μάρκετινγκ....

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΕΛΛΗΝΕΣ
Τατιάνα Αβέρωφ: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Η Τατιάνα Αβέρωφ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1954. Σπούδασε Ψυχολογία στην Αθήνα και στο Λονδίνο και εργάστηκε είκοσι χρόνια ως ψυχολόγος. Ήταν εισηγήτρια σε σεμινάρια δημιουργικής γραφής στο ΕΚΕΒΙ,...

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΕΛΛΗΝΕΣ
Τόλης Νικηφόρου: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Τόλης Νικηφόρου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1938, σπούδασε διοίκηση επιχειρήσεων και εργάστηκε κυρίως ως σύμβουλος εσωτερικής οργάνωσης επιχειρήσεων στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα και το Λονδίνο....

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.