Τρία ποιήματα της Μάγδας Τσιρογιάννη
ΑΝΘΟΦΟΡΙΑ
Το ποίημα καρπός πάνω στο δέντρο
μου φαίνεται στης γνώσεως το κέντρο
η φλούδα του πεντάμορφη και θεία
και μέσα ωριμάζει η αιτία
Στη χλόη δωρεάν δημιουργία
ζουζούνια, εντομάκια, συμφωνία
η ποικιλία πριν αποφασίσει
μορφές όταν δοκίμαζε η φύση
Σαν πίνακας του Κλιμτ μες στο σιτάρι
τα κόκκινα τα πέταλα με χάρη
και τα φορούν τετράφυλλες ζουζούνες
στικτές εδώ κι εκεί οι παπαρούνες
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Της γιορτινής ημέρας η τιμή
μεγάλη, οι ανθοί αμυγδαλέας
τη στοιχειώνουν, στη Σαρακοστή
την Καθαρή, με τ’ όνομα της νέας
ζωής όπου θα φέρει Πασχαλιά
όνειρο που στολίζεται κι ανθίζει
πετάει στα λουλούδια με σειρά
η μέλισσα τριγύρω ζουζουνίζει
κι εγώ τον θησαυρίζω το ρυθμό
άρρητο στα ρουμάνια και στους λόγγους
το χτύπο της καρδιάς ευλογητό
στους πρώιμους της αίσθησης τους φθόγγους
ΠΑΠΑΡΟΥΝΕΣ
Θα ‘θελα τώρα για τις ανεμώνες
την ομορφιά, το χρώμα τους να πω
κι οι παπαρούνες, τόσες οι εικόνες
στης άνοιξης λιβάδι ποθητό
στα νυφικά τα φλάμπουρα λειμώνες
στα κόκκινα που βάφονται πλαγιές
ερωτικά πώς παίζουν χελιδόνες
στα σύννεφα διαβαίνοντας σκιές
στα τρυφερά τα φύλλα κατεβαίνουν
και γράφονται οι όγκοι καθαροί
τα χώματα οι πέτρες ανασαίνουν
μες στο γαλάζιο στέφονται βουνοί
τρελές οι παπαρούνες, τα ζουζούνια
τον ήχο στροβιλίζουν στο σκοπό
ανοίγει η τροχιά, λικνίζει η κούνια
μετέωρο ψηλά το λογικό
τρέπεται στην πλαγιά και ως τα βάθη
αιμάτινη σοδιάζεται θωριά
αμύθητη πορφύρα όπου σπάθη
χέρι κι αν κόψει, πέταλα λεπτά
πανάλαφρα ψιλά μεταξωτά
αδύνατον μπουκέτο να κρατήσει
στα χέρια, στο στεφάνι, στα μαλλιά
εφήμερη τους δόθηκε η ζήση
σε ύπερο σφιχτό που στριμωχτούς
σαν ξεραθούν οι σπόροι τους σκορπίζει
και στήμονες κατάμαυρους ορίζει
ο νόμος που στους κύκλους τους γραφτούς
της χλώρης ζωντανό βλασταίνει μνήμα
της μοίρας όπου στέφεται το θύμα