Τέσσερα ποιήματα του Γιώργου Βέη
East Timor
Ας περπατήσουμε σήμερα ανάμεσα στους
ομαδικούς τάφους, να δούμε από κοντά τους
εγκαταλελειμμένους νεκρούς, αντοχής λόγια
στα φοινικόδενδρα γενεαλογίες του τρόμου.
Μια γυναίκα συναντά τυχαία στην παραλία
το φονιά του άντρα της, αυθάδη κι ατιμώρητο,
να φοράει επιδεικτικά το αμπέχονό του
μα πρέπει να προσπεράσει δήθεν αδιάφορη
να δείξει άλλη μια φορά συμφιλίωση κι ανοχή
όχι, δεν προφταίνουμε να μετρήσουμε τα πάθη
γραφές της απόγνωσης, το αεράκι από τον
Ειρηνικό μια αναστήλωση; Τρία παιδιά
ψηλά σηκωμένα στον αέρα ή μήπως πουλιά
της εκδίκησης, του άγριου καιρού η είδηση;
Δίαιτα
Τα αγριάπιδα τρώγονται, στην ανάγκη δώρα,
αρκεί να φτύνουμε τα ψεύδη μας, κρυμμένα σπόρια
της αδικίας, που θέλουν να μας γεννήσουν ξανά
εδώ κι εκεί, τα φορτώματα της οργής της ζάλης·
κατεβαίνουν απειλές οι εχθροί σύννεφα λίγο
προτού μας πάρει ο ουρανός δήθεν για συντροφιά
ή αθανασία, χάνοντας μέσ’ απ’ τα χέρια μας
τα περιβόλια, την άνοιξη εντός, τη διαρκή
καρότσι μπαταρισμένο το εγώ, ό,τι θέλει
ξεχνά και προσπερνά, ο πληγωμένος μάρτυρας
ψάχνει σκιές, ξοδεύει νερά καθρέφτες δάκρυα·
να τ’ αγαπάς τ’ αγριάπιδα, μπορούν να σε σώσουν
την τελευταία στιγμή, όταν πένης κι αρρίζωτος
βλέπεις το ρήμα ξεκάρφωτο, σημάδι το αίμα.
Το σονέτο του σατέ
Στον Γιάννη Ευσταθιάδη
Τα νερά τρέχουν στην άκρη του υπόστεγου, βρέχει όλη μέρα
το κινητό ψητοπωλείο αγέρωχο πουλάει βρώση όπως πάντα
χαράμ ή χαλάλ, είναι πεντανόστιμο εδώ το σατέ,
από μακριά έρχονται να το γευτούν κι ας χάνουν χρόνο
όχι όμως και την ψυχή τους που λαχταράει ύλη από αρνί
ή μοσχαράκι, διότι έτσι η ζωή, αυτός ο δισταγμός μεταξύ
ενός θαυμαστικού κι ενός ερωτηματικού, που λέει ο Πεσόα,
μαζεύεται όλη στο ξυλάκι του σατέ, στο καλαμάκι της γεύσης,
όχι της πανάκριβης του παραδείσου, αλλά της φτηνής του δρόμου,
της αντοχής και της ραστώνης, των αντιθέτων που γεννούν τις ηδονές,
προσοχή μόνο μην καρφωθεί στα ούλα ή πληγώσει τον ουρανίσκο
το γρήγορο σατέ, στην Ιάβα των θαυμάτων, και στάξει το αίμα
που φέρνει τους νεκρούς κοντά σου να μυρίσουν φως και τροφή
ναι, όπως σ’ εκείνη την ποίηση της πατρίδας που πηγαινοέρχεται στον κάτω κόσμο.
Ο θαλασσοβάτης
Έχει μια μανία, να τα βάζει με τα κύματα,
όσο μεγάλα κι αν είναι,
να τρέχει στην επιφάνεια των νερών
με την ταχύτητα του αέρα,
μοιάζει με το κοινό γλαροπούλι του Σαρωνικού,
αλλά τελειώνει γρήγορα η δική του η γενιά
σπάνιο είδος του Ειρηνικού
τον έχω δει μια φορά στα μάτια σου
να χαίρεται τον θαλασσοβάτη
να υπόσχεται διδασκαλίες και τέχνη
να μάθω δηλαδή να πετάω κι εγώ
χαμηλά πάνω από το ιερό οστούν,
τη μέση, τη λεκάνη,
με πνεύμα σποδών και Χριστουγέννων
κάτι σαν Περσέας από αλκοόλ και μαστίχα.
Ο Γιώργος Βέης γεννήθηκε το 1955. Μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί 23 βιβλία του, εκ των οποίων τα 11 με ποίηση. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε εφτά ευρωπαϊκές γλώσσες, καθώς επίσης στα κινεζικά και τα ινδονησιακά. Τιμήθηκε με δύο Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας (2000 και 2010). Η ποιητική του συλλογή Λεπτομέρειες Κόσμων βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών (2008). Πριν από λίγες μέρες τού απενεμήθη ο Ανώτερος Ταξιάρχης του Φοίνικος για τη διπλωματική του σταδιοδρομία.
Από τον Ιούλιο του 2010 είναι Πρέσβης στην Ινδονησία.