Πέντε ποιήματα του Τζιμ Μόρισον
μετάφραση: Βασίλης Κιμούλης
ΣΤΙΓΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Ο φυλακισμένος
βλεφαρίζει στον ήλιο
σαν τυφλοπόντικας
μέσ' από την τρύπα του
ενός παιδιού το πρώτο ταξίδι
μακριά απ' το σπίτι.
Αυτή η στιγμή ελευθερίας.
Άντρες που μπαρκάρουν
για να δραπετεύσουν απ' την αμαρτία και το βούρκο των πόλεων
παρατηρούν τον πλακούντα των βραδινών άστρων
στο κατάστρωμα ανάσκελα
και διασχίζουν τον ισημερινό
και κάνουν ιεροτελεστίες να ξεθάψουν τους νεκρούς
επικίνδυνες τελετές μύησης
που σηματοδοτούν το πέρασμα σ' ένα νέο επίπεδο.
Να νιώθεις έτοιμος για εξορκισμό
ένα στάδιο μύησης.
Να περιμένεις, ή να γυρεύεις την ενηλικίωση
το φωτισμό σ' ένα πιστόλι.
Να σκοτώσεις την παιδική ηλικία, την αθωότητα
με τη μία.
Η νύχτα είναι νέα
φρέσκια και ξεκούραστη.
Δεν έχω λόγια να περιγράψω
πώς είναι ντυμένη.
Θα σ' εκμαυλίσει με παράξενες
επιθυμίες.
Οτιδήποτε κι αν της προτείνεις.
Οτιδήποτε για να ικανοποιήσει τον καλεσμένο της.
Απίστευτη
τρικυμία
τα μάτια σου.
Με τσακίζεις
με το πούπουλο
της απαλής σου
απόκρισης.
Λόγια κοφτά
σαν γυαλί
περιφρόνηση
κρύβουν
ό,τι τα μάτια σου πασχίζουν
να εξηγήσουν.
Γιατί πίνω;
Για να μπορώ να γράφω ποίηση.
Μερικές φορές που όλα γυρίζουν
κι η ασχήμια υποχωρεί
σ' έναν ύπνο βαθύ
τα μάτια ανοίγουν
κι ό,τι απομένει, είναι η αλήθεια.
Καθώς το σώμα ρημάζει
το πνεύμα δυναμώνει.
Συγχώρα με, Πατέρα, γιατί ξέρω
τι κάνω.
Θέλω ν' ακούσω το τελευταίο Ποίημα
του τελευταίου Ποιητή.
Τα ποιήματα προέρχονται από το βιβλίο Wilderness. The lost writings of Jim Morrison, που πρωτοεκδόθηκε στις ΗΠΑ το 1988 από τη Villard Books. Είναι από χειρόγραφά του, που βρέθηκαν στα πράγματα της φίλης του, Pamela Courson. Είναι όλα ανέκδοτα στα ελληνικά. Όσο ζούσε, εκδόθηκαν δύο ποιητικές συλλογές του, κι άλλες δυο μετά τον θάνατό του. Έγραψε πάνω από 1.600 σελίδες ποιήματα, στίχους, ιστορίες, σημειώσεις, ιδέες για σενάρια ή θεατρικά, σκέψεις. Όπως έλεγε ο ίδιος: «Στην πραγματικότητα, η αληθινή ποίηση δεν λέει τίποτα, απλώς δοκιμάζει πιθανότητες. Ανοίγει όλες τις πόρτες. Κι εσύ μπορείς να περάσεις απ' όποια σου πάει καλύτερα... Αν η ποίησή μου θέλει να πετύχει κάτι, είναι να απελευθερώσει τους ανθρώπους από τους περιορισμούς που δεν τους αφήνουν να δουν και να νιώσουν τον κόσμο».
(Το εικαστικό είναι έργο του Βασίλη Κιμούλη.)