«Απο τους ψαλμούς» του Δαυίδ
μετάφραση: Ελένη Χωρεάνθη
ΡΑ΄ (101)
Άκουσε, Κύριε, την προσευχή μου,
κι ας φτάσει σ' Εσένα η κραυγή μου.
Μην αποστρέψεις το πρόσωπό σου από μένα,
όποια ημέρα θα είμαι θλιμμένος,
γύρισε το αφτί προς εμένα.
όποια ημέρα θα σε ικετέψω αμέσως άκουσέ με,
γιατί διαλύθηκαν σαν τον καπνό οι μέρες μου,
και τα οστά μου σαν το φρύγανο εθρυμματίστηκαν,
μαράθηκα σαν το χορτάρι
και ξεράθηκε η καρδιά μου,
γιατί λησμόνησα να φάω το ψωμί μου.
Από τη φωνή του στεναγμού μου
το κόκαλό μου κόλλησε στη σάρκα μου.
Ομοιώθηκα με πελεκάνο ερημικό,
έγινα σαν ερωδιός σ' ένα χωράφι.
Ξαγρύπνησα κι έγινα
ωσάν στρουθί ολομόναχο πάνω στη στέγη.
Ολημερίς με ονειδίζουν οι εχθροί μου,
κι εκείνοι που με επαινούσαν,
εναντίον μου ορκίζονταν,
γιατί έφαγα στάχτη σαν ψωμί,
και κλαίγοντας κερνούσα το κρασί μου,
από του προσώπου σου την οργή και το θυμό σου, Κύριε,
γιατί με ανύψωσες εσύ κι εσύ με κατατρόπωσες.
Οι μέρες μου διαβήκαν σαν σκιά
κι εγώ ξεράθηκα σαν χλόη.
Εσύ όμως, Κύριε, αιώνιος παραμένεις
κι οι γενεές των γενεών θα σε θυμούνται.
...........................................................................
Ανάγγειλέ μου το τέλος των ημερών μου.
Και μη με πάρεις στο μέσο της ζωής μου,
στον αιώνα τον άπαντα τα έτη σου.
Κατ' αρχήν τη γη εσύ, Κύριε, θεμελίωσες,
και έργα των χεριών σου είναι οι ουρανοί,
αυτοί θα χαθούν, μα εσύ θα παραμένεις,
κι όλοι σαν ρούχο θα παλιώσουν,
και σαν ιμάτιο θα τους τυλίξεις κι αυτοί θα μεταβληθούν,
μα εσύ ο ίδιος είσαι και τα έτη σου δεν θα τελειώσουν.
Οι γιοι των δούλων σου θα κατασκηνώσουν,
και οι απόγονοί τους στον αιώνα θα πορεύονται.