fbpx
Εφτά Βαλκάνιοι ποιητές

Εφτά Βαλκάνιοι ποιητές

Από το 1ο Διαβαλκανικό Φεστιβάλ Ποίησης στη Θεσσαλονίκη

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

Sylvia Choleva

Νεκρή φύση

Τι υπάρχει σ’ εκείνο το δωμάτιο

έχουν βγάλει το κρεβάτι

λείπει και το ντουλάπι

και εκείνο το μικρό παλιομοδίτικο τραπεζάκι στη μέση

βολικό για να ακουμπάς πάνω του ένα κερί ή

ένα φλιτζάνι τσάι ή γάλα το πρωί

χάθηκαν και οι δύο ξεχαρβαλωμένες πολυθρόνες

που ήταν ακριβώς κάτω από το παράθυρο

και οι κουρτίνες – σαν να τις πήρε ο άνεμος

μέσα από το κλειστό τζάμι

ούτε λάμπα

ούτε κάτι πάνω στους γυμνούς τοίχους

να αποσπά την προσοχή σου

ούτε εγώ πλάι σ’ εσένα

ούτε κι εσύ δίπλα σ’ εμένα

μέσα εγώ είμαι δίπλα σου

εσύ δίπλα σ’ εμένα

η πορσελάνινη κανάτα

ένα κομμάτι φέτα

τα κεράσια

-----------

Σηκώνεσαι πολύ νωρίς ένα πρωί

βγαίνεις έξω και παίρνεις βαθιά ανάσα

για να ανοίξεις τις κυψελίδες των πνευμόνων σου μέχρι τέρμα

να αφήσεις να μπει μέσα σου

η δροσιά του οξυγόνου

να καταλάβεις βαθιά με το σώμα σου

τα πράγματα μόνο φαίνονται μεταβλητά

ενώ στην ουσία μέσα κι έξω

παραμένουν τα ίδια

κάθε φθινόπωρο

χάνεις και κάποιον δικό σου

Μετάφραση από τα βουλγαρικά: Ζντράβκα Μιχάιλοβα

Σίλβια Τσόλεβα

Η Σίλβια Τσόλεβα γεννήθηκε στη Σόφια το 1959. Είναι ποιήτρια και δημοσιογράφος. Έχει εκδώσει επτά βιβλία ποίησης και ένα μυθιστόρημα, κι έχει κερδίσει πολλά εθνικά βραβεία για το έργο της. Εργάζεται στο Πρόγραμμα Hristo Botev της Εθνικής Βουλγαρικής Ραδιοφωνίας, ενώ υπήρξε αρχισυντάκτρια του περιοδικού altera. Ποιήματά της δημοσιεύονται συχνά στα σημαντικότερα πολιτιστικά έντυπα της χώρας της. Στον κινηματογράφο, έκανε το ντεμπούτο της ως σεναριογράφος στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Σόφιας το 2005, με την ταινία μικρού μήκους Η μητέρα μου, σε σκηνοθεσία Σβέτλα Τσοτσόρκοβα. Η Σίλβια Τσόλεβα ζει στη Σόφια. Είναι παντρεμένη και μητέρα δυο παιδιών.

--------------------------

ΠΓΔΜ

Zoran Ancevski

Ευρώπη

(Θρήνος με λαϊκή νότα)

Αχ

Εσύ, πιο ευγενής από θεά,

που ο άκαρδος Θεός μας

χωρίς έλεος ή χάρη

βίασε τόσο σκληρά,

τώρα εκδίκηση γλυκιά ετοιμάζεις

και ράβεις τη μοίρα μας

στην πιο βαριά περιβολή

και παραμύθια μάς λες

που μας βυθίζουν όχι σε όνειρα γλυκά

αλλά σε χαύνωση και απελπισία.

Αχ

Εσύ, Δία αχόρταγε,

απατεώνα ουράνιου είδους,

λάγνε μανιακέ,

ποια δυστυχία έδεσες γύρω απ’ το λαιμό μας

ποια αμαρτία χάραξες ανεξίτηλα στη μνήμη

που ούτε μαστίγιο, ούτε νηστεία μεγάλη

μπορεί να απαλλάξει ή να εξαγνίσει.

Αχ

Έλεος, φωτεινή κυρά,

συντετριμμένοι γονατίζουμε μπροστά σου

μπροστά στις πύλες

του χρυσού αρχοντικού σου

και ταπεινά τις φτέρνες σου φιλάμε.

Άκουσε αυτή τη σεμνή παράκλησή μας

συγχώρεση δώσε για την αρχαία αμαρτία

κι επίτρεψε να εισέλθουμε για λίγο

να αναπαυθούν τα ερείπια σώματά μας

να ζεσταθούν οι μοχθηρές ψυχές μας

δώσε μας ψίχουλα

από το θεϊκό τραπέζι σου

κι αιώνια το όνομά σου θα δοξάζουμε.

Τραυλίζοντας με τρόμο

Επιβίωση

Όταν τώρα πια έχουμε εξαντλήσει

κάθε δυνατότητα για οποιοδήποτε μέλλον

απορρίπτοντάς την

σαν άδειο κέλυφος

σαν χρησιμοποιημένη καπότα

ξεκινάμε αναζητώντας

έναν υποκατάστατο εαυτό.

Αλλά το παρελθόν είναι ζυγός,

δεν αντιμετωπίζεται·

απόλυτη αντιπαράθεση,

μια πολιτισμένη εφεύρεση

να ενοποιήσει απόψεις

να διοχετεύσει σκέψεις

να πλύνει εγκεφάλους –

μια βιολογική ανάγκη των βοδιών.

Το παρελθόν είναι νεκρή παράθεση

αντίγραφο κουφάρι

που καταβροχθίζουμε

σαν όρνια

τραβώντας ο καθένας το δικό του κομμάτι

φοβισμένοι

μη χαθούμε

μη μαυρίσουν

τα αιμοσφαίριά μας

μη χυθούν τα μάτια μας

και χαθεί η γέννα μας.

Κάθε δυνατότητα έχει εξαντληθεί

οι ήρωες είναι κουρασμένοι, αποδεκατισμένοι,

η αναζήτηση άκαρπη·

σιωπηλά, λαθραία

υποχωρούμε κάτω από τη σκιά

του δέρματός μας

μες στο κουκούλι μας

για μόνιμη χειμερία νάρκη.

Ζόραν Αντσέβσκι

Ο Ζόραν Αντσέβσκι διδάσκει αγγλική και αμερικανική λογοτεχνία στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου των Σκοπίων. Έχει εκδώσει τα ακόλουθα ποιητικά έργα: Ταξίδι μέσ’ από σπασμένες εικόνες (1984), Στρατηγική ήττας (1994), Γραμμέ(ς) ισχυρής αντίστασης (1998), Μεταφράζοντας τους νεκρούς (2000), Άγρια ειρήνη (2004), Επιλογή ποιημάτων (2008), Ιστορία του ανέμου (2009), Επιλογή ποιημάτων (στα αγγλικά, 2011), και Ουράνια παντομίμα (υπό έκδοση). Τα ποιήματά του έχουν πάρει πολλές διακρίσεις και βραβεία, όπως το διεθνές βραβείο «Τζιάκομο Λεοπάρντι» (2004) στην Ιταλία. Έχει επίσης δημοσιεύσει πολλές μελέτες και δοκίμια, καθώς και μια εκτενή μελέτη για τη θεωρία της λογοτεχνίας και την κριτική, με τίτλο Περί παράδοσης (2008). Έχει μεταφράσει πολλούς γνωστούς ξένους ποιητές, ενώ τα δικά του ποιήματα έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 15 γλώσσες (και στα ελληνικά).

--------------------------

ΑΛΒΑΝΙΑ

Romeo Çollaku

Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος συμβουλεύει τους πρέσβεις, το 1451.

Μετά το θάνατο του σουλτάνου Μουράτ Β', ο μοιραία τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου έστειλε πρέσβεις σε όλες τις δυνάμεις της χριστιανικής Ευρώπης, καλώντας τες σε κοινό πόλεμο εναντίον των Οθωμανών.

Φροντίστε όσο καλύτερα γίνεται το έργο σας

ενώ το τι θα πετύχετε καθόλου μη σας νοιάζει.

Κι αν κανέναν δεν πείθετε, αυτό δε θα 'ναι αποτυχία,

ήσυχη τουλάχιστον θα έχετε τη συνείδηση.

Μόνον ο λόγος σας να είναι σωστός και να μην απευθύνεται

μήτε στο νου μήτε στην καρδιά.

Στην αρχή μη σκεφτείτε τα λόγια,

μα τον τρόπο για τούτα τα λόγια.

Ύστερα, πάλι, όχι όλα όσα πείτε,

αλλά όσα αφήσετε ανείπωτα.

Και μάλιστα, ούτε αυτά που θα παραμείνουν ανείπωτα,

αλλά τον τρόπο που θα παραμείνουν ανείπωτα.

Ο ποιητής

Ο ποιητής γεννιέται όπως ο κάθε άνθρωπος.

Οι σύγχρονοι ποιητές γεννιούνται –γενικώς– στα μαιευτήρια,

πράγμα που ίσως δε συνέβη με όλους τους ρομαντικούς ποιητές,

πόσο μάλλον με τους αρχαίους λυρικούς.

Ο ποιητής ζει τα παιδικά του χρόνια όπως όλοι οι άλλοι:

τον εντυπωσιάζει δηλαδή το ξύπνημα της φύσης,

την άνοιξη θολώνει τα τζάμια των παραθυριών με το χνότο του

το φθινόπωρο τα σκουπίζει και ό,τι βλέπει έξω αποτυπώνεται στη μνήμη του.

Ο ποιητής ερωτεύεται όπως οι συνηθισμένοι άνθρωποι:

μαρτυράει τον έρωτα προφορικά, δε γράφει γράμματα,

επειδή η λέξη η γραπτή γεννάει πάντα αμφιβολίες

ή επειδή, όπως οι κλέφτες, φροντίζει να μην αφήσει πίσω του κανένα ίχνος.

Ο ερωτευμένος ποιητής δε σκουπίζει όλη την πάχνη από τα τζάμια.

Μια μέρα όμως, ή έστω κάποιο βράδυ,

μια νύχτα προς το τελείωμα του φθινοπώρου

(ανεξάρτητα εάν ανταμείφθηκε ή απογοητεύτηκε από τον έρωτα),

απομακρύνεται από το παράθυρο, ανοίγει την πόρτα

και προσκαλεί τον κήπο να μπει μέσα.

Και ο κήπος δεν του χαλάει το χατίρι, μπαίνει μέσα.

Από κείνη τη στιγμή ξεκινάει κιόλας ο χειμώνας.

(Ετούτο ο ποιητής το αντιλαμβάνεται αργότερα,

το ανέχεται, ας κάνει και αλλιώς!)

Τότε τοποθετεί ένα λευκό χαρτί πάνω στο τραπέζι

και κάθεται μπροστά του.

Κάθεται μπροστά του αναλογιζόμενος –

χρόνια ολόκληρα κάθεται μπροστά στο λευκό χαρτί του.

Κάθεται όλη τη ζωή του.

Ρομέο Τσολάκου

Ο Ρομέο Τσολάκου γεννήθηκε το 1973 στους Αγίους Σαράντα. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου. Από το 1999 ζει στην Αθήνα. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές, ένα μυθιστόρημα και μια συλλογή διηγημάτων. Έχει μεταφράσει στα αλβανικά ποιήματα Ελλήνων και Γάλλων ποιητών (Γιάννη Ρίτσο, Γιώργο Σεφέρη, Πολ Βερλέν, Στεφάν Μαλαρμέ). Έχει τιμηθεί, στην Αλβανία, με το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης του 2007, για το βιβλίο Ανθολογία του Ελληνικού Διηγήματος. Το 2010 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος. Στην ελληνική γλώσσα κυκλοφορεί το βιβλίο του Ανθολογία σύγχρονης αλβανικής ποίησης (εκδ. Ροές, 2008). Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί επίσης στα αγγλικά, τα βουλγαρικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά και τα ιταλικά.

------------------

ΣΕΡΒΙΑ

Tanja Kragujevic

Εσύ

Εσύ είσαι η πιο αποδεικτική

αλήθεια για μένα.

Τυλίγεις τους ώμους μου

μ' ένα παλτό

ανύπαρκτο πια.

Αυτή είναι όλη η έννοια

τούτης της υπενθύμισης.

Το ότι η κίνηση

των χεριών σου

πλάθει το σώμα μου.

Πιάνεις

τη χρυσή στιγμή

της βροχής του ματιού μου.

Το κύμα του βυθού.

Όπου μεγαλώνει το δένδρο.

Εστία κάτω από τον ουρανό

της ψυχής σου.

Τα δύο λεπτά του ρόδου

Όταν έφτασα στο παζάρι του ορατού

τα πάντα είχαν ξοδευθεί.

Τα τσαντίρια μαζεμένα.

Καμένα στο λιόγερμα.

Τα παράσημα μοιρασμένα.

Τα δικαιώματα στερημένα.

Λίγα έχουν απομείνει

ελεύθερα,

με προειδοποίησαν οι θαμώνες.

Ίσως μονάχα δυο παγόβουνα

κάτω από την καμπάνα.

Εμένα μου έμοιαζαν

με γυάλινα στήθη

που αγγίζονται στο περπάτημα

μιας γυναίκας από ποίημα.

Ήταν η εποχή της συντέλειας του κόσμου.

Της ευχήθηκα ό,τι στον εαυτό μου.

Τίποτα εκτός του συνηθισμένου.

Μια κούπα σταγόνες βροχής.

Δύο λεπτά από τη ζωή του ρόδου.

Μετάφραση από τα σερβικά: Gaga Rosić

Τάνια Κραγκούγιεβιτς

Η Τάνια Κραγκούγιεβιτς γεννήθηκε το 1946 στη Σέντα της Σερβίας. Σπούδασε φιλολογία στο Βελιγράδι, ενώ σε ηλικία μόλις είκοσι χρόνων εξέδωσε την πρώτη της ποιητική συλλογή, σε έναν από τους μεγαλύτερους εκδοτικούς οίκους της Σερβίας, τον Matica srpska στο Νόβι Σαντ. Από τότε έχει εκδώσει άλλες 16 ποιητικές συλλογές (η τελευταία, Το πανδοχείο του αποχαιρετισμού, κυκλοφόρησε το 2010), καθώς και πολλές μελέτες για την παγκόσμια και τη σερβική σύγχρονη ποίηση. Σήμερα εργάζεται ως επιμελήτρια εκδόσεων για δύο από τους εγκυρότερους εκδοτικούς οίκους της χώρας της. Το ποιητικό και δοκιμιακό έργο της έχει λάβει πολλές τιμητικές διακρίσεις, ενώ δύο συλλογές με επιλεγμένα ποιήματά της εκδόθηκαν το 2009 και το 2010. Ποιήματά της συγκαταλέγονται σε πολλές σερβικές και ξένες ανθολογίες. Η Τάνια Κραγκούγιεβιτς ζει στο Ζέμουν, λίγο έξω από το Βελιγράδι, με τον άντρα της, Βασιλίγιε Βούγιτς.

------------------

ΡΟΥΜΑΝΙΑ

Dan Coman

Έπειτα από μακροχρόνια νάρκη, νιώθω και πάλι ακαταμάχητος

βουλιάζω στο κεφάλι μου με την ταχύτητα νεαρού γατόπαρδου

και διασχίζω το δωμάτιο τρέχοντας δυο φορές πιο γρήγορα απ’ τον νεαρό γατόπαρδο,

προσφέρω στον εαυτό μου μια στιγμή αγνής ηδονής· απλώς καταπίνω τον αέρα: είμαι ευτυχισμένος.

Μόλις που μπορώ να βρεθώ αντιμέτωπος με τον εαυτό μου (αναγνωρίζομαι ακόμα κι όταν χορεύω).

Μ’ ένα δικό μου, δόλιο τρόπο, φτάνω μέχρι το χείλος της καρδιάς μου.

Μου μιλάω, αλλά πρέπει να προσέχω: μόνο εξυμνώντας με, πέρα από κάθε μέτρο

μπορώ, μέρα τη μέρα μου, να ζω. Είμαι όντως πλάσμα καταπληκτικό.

Δεν ξέρω πια τι να κάνω: με βρίσκω ακαταμάχητο.

Ανοίγω το παράθυρο και η γη πλημμυρίζει το δωμάτιο σαν διάφανο νερό.

Ποίημα καλοκαιριού

Καπνίζω σ’ ένα δωμάτιο χωρίς πόρτες ούτε παράθυρα.

Δυο βουβά γουρούνια βουτάνε στο μέσο τ’ ουρανού

παρακολουθώ τις κινήσεις μου με κινήσεις σαγηνευτικές

μέσ’ απ’ τα μπούτια μιας στρογγυλής γυναίκας, περνά ένα πλάσμα γεμάτο γάλα

(ο αφρός μέσα στο στόμα μου σαν σεντόνι διπλώνεται)

πίνω και καπνίζω σ’ αυτό το άχρηστο δωμάτιο

εδώ και έξι χρόνια ένας από τους αδερφούς της Θεοδώρας κατοικεί μέσα στο χώμα και

εδώ κι έξι χρόνια μού μιλά στη γλώσσα των φιδιών

δεν μπορώ παρά να επαναλάβω τα λόγια του

παρακολουθώ τις κινήσεις μου με κινήσεις σαγηνευτικές

καθώς στο μέσο τ’ ουρανού

χωρίς σταματημό

τα νεογέννητα γουρούνια πέφτουν απ’ τη μητέρα όλων των γουρουνιών

μέχρι που ο αέρας γίνεται κατράμι.

Μετάφραση από τα γαλλικά: Ελένη Καρρά

Νταν Κομάν

Ο Νταν Κομάν γεννήθηκε το 1975 στη Ρουμανία. Έχει εκδώσει τα βιβλία ποίησης: Anul cîrtiţei galbene (Η χρονιά του κίτρινου τυφλοπόντικα), εκδόσεις Τimpul, 2003, και εκδόσεις Vinea, 2004 (για αυτό το βιβλίο τιμήθηκε με το εθνικό βραβείο «Mihai Eminescu», καθώς και με το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα από την Ένωση Ρουμάνων Συγγραφέων), Ghinga, εκδόσεις Vinea, 2005, και Dicţionarul Mara (To λεξικό της Μάρα), εκδόσεις Cartier, 2010 (για το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Πολιτισμού της Ρουμανικής Ραδιοφωνίας). Το 2011 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του Irezistibil (Ακαταμάχητος), εκδόσεις Cartea Românească. Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε ανθολογίες στη Ρουμανία, τη Σουηδία, τη Γαλλία, τη Σερβία, την Ουγγαρία, τη Σλοβενία, τον Καναδά και τις ΗΠΑ.

------------------------

ΤΟΥΡΚΙΑ

Tozan Alkan

Συντριμμένος πόθος

Πάντα σε δοκίμαζα με καλοσύνη

αλλά η αγάπη είναι σαν μια επιπλέουσα νάρκη

που σκότωσε τόσο πολλούς αγαπημένους

περνούσες μέσα από τις αγορές

ένας δασότοπος βρισκότανε μπροστά μας

ήταν γεμάτος αμυγδαλιές

όλοι αναζητούσαν ένα ήρεμο όνειρο

μέσα στις κατασκότεινες νύχτες

το σώμα σου βρίσκεται στην πιο βαθιά γωνιά του νου μου

σχεδόν ένα όνειρο, ένας ανεκπλήρωτος πόθος,

έλα γίνε μια ελεύθερη ψυχή

λύσε τα ξανθά σγουρά μαλλιά σου

μη σε νοιάζει ό,τι κι αν μας συμβεί

δεν είναι αυτή η αταξία που ονομάζουμε ζωή μερικές φορές

σαν να σκορπίζουμε τις στάχτες μας σε μπλε νερά

πάντως δεν είναι μόνο το νερό

αυτό που κυλάει κάτω από τις γέφυρες·

κυλάει και η αγάπη.

Ο ακροβάτης

Μερικές φορές ο κόσμος μου φαινόταν πολύ χαμηλός

η γη έφευγε κάτω απ’ τα πόδια μου

συνήθιζα να ζω ανέμελα

για χρόνια μ’ έντομα και μυρμήγκια.

Ό,τι και να πουν η αγάπη ήταν ωραία

συνήθιζα να σκύβω χαμηλά για να φιλήσω τα χείλια μιας τσιγγάνας

μες στην ατέλειωτη σιωπή αγγίζοντας την καρδιά

το μυαλό μου απλωνόταν μέχρι κάτω στα πόδια μου.

Τώρα είμαι ένας άνθρωπος που δεν αγγίζει το έδαφος

κομματιασμένος προς τον ορίζοντα, φλεγόμενος προς τις στάχτες

με σκότωσες προτού με αρπάξει η βαρύτητα

αχ, τα πόδια μου, τα κουρασμένα πόδια μου!

Η πόλις θα έρθει σ’ εσένα από μακριά

στον Καβάφη

Η πόλις θα έρθει σ’ εσένα από μακριά

θα έρθει φέρνοντας μια σκοτεινή αγάπη

Απ’ τα κλαδιά ενός έρημου δέντρου

θα έρθει τινάζοντας τη θλίψη της σαν μούρα

Χρόνια αργότερα, κάποια μουντή πρωινή ώρα

θα έρθει στην πόρτα σου σαν πληγωμένο άτι

Από τον σκονισμένο βωμό του χαρτιού και της πένας

θα έρθει σκίζοντας το λευκό της σάβανο

Αφού κερδίσει μια παρτίδα χαμένη στην αγάπη

θα έρθει ξεχνώντας το παρελθόν

Από τη σέλα της γλώσσας με γοργά γράμματα

θα έρθει σε μια φράση με μουτρωμένες λέξεις

Η πόλις θα έρθει σ’ εσένα από μακριά

θα έρθει σ’ εσένα περνώντας μέσα από τα πλήθη

Μετάφραση από τα αγγλικά: Κλαίτη Σωτηριάδου

Tόζαν Αλκάν

Ο Τόζαν Αλκάν γεννήθηκε το 1963 και σπούδασε στο Γαλατασαράι και το Μπογκαζίτσι. Εργάζεται ως λέκτορας στο Τμήμα Ξένων Γλωσσών του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης. Είναι αρχισυντάκτης του Ç.N., του μοναδικού περιοδικού λογοτεχνικής μετάφρασης της Τουρκίας. Ο Αλκάν έχει εκδώσει ποιητικές συλλογές (Ο χρόνος και η μάσκα, 2002, Τα δειλινά της καρδιάς, 2005, Και ο άνεμος, 2007, Πόλη, 2012), καθώς και μελέτες (Ένας ποιητής από τον Γαλατά: Αντρέ Σενιέ, 2007, Το αμαρτωλό ημερολόγιο ενός ποιητή, 2008). Τα ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 20 γλώσσες, ενώ ο ίδιος έχει μεταφράσει στα τουρκικά πολλούς από τους σημαντικότερους ξένους πεζογράφους και ποιητές (Λόρδο Βύρωνα, Όσκαρ Ουάιλντ, Βικτόρ Ουγκό, Ουίλιαμ Μπλέικ κ.ά.).

ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟ

Vladimir Djurisic

Το ερωτικό τραγούδι του Άλφρεντ Χίτσκοκ

Ας πάμε λοιπόν, πράμα και τάμα

(και πράμα και τάμα

και ύστερα κλάμα),

και πού και πότε ποτέ γιατί

εκδίκηση του ποιος από το πώς

μεταφορικών ασύλων οφέλη

που σκορπίζουν το «Το»

σαν άδειο σεντόνι από σύννεφο

και τη χειρονομία αποθεώνουν, ψάχνουν τον

Ουρανό κι ανακαλύπτουν την ουρά,

ανακαλύπτουν τον τύπο απ’ τους Μπι Τζις

στο Ψάχνοντας τον Νέμο. Όπου ο άρπαγας της άρπας

φειδωλός σαν φίδι δεν φείδεται

των άρπυιων και άρπαγων κυριών,

που πάνε που πίνουν

και κέρασμα προτείνουν κατά τον Κάμινγκς.

Ώρες ροής, τηλεφωνικής ακοής,

στα δωμάτια οι γυναίκες τριγυρνούν

για τον Μιχαήλ Άγγελο Αντονιόνι συζητούν.

Ξέσπασμα πραγμάτων σε όραμα έκρηξης

ποζάρει γι’ αληθινό:

Η σημασία της ανάδειξης της κρίσης επιμένει

στον ψεύτικο ανδρισμό των χωρικών

στη Σαπουνόπερα.

Οι επικηρυγμένοι υπομονετικοί,

ψεγάδια σιωπηρού ξεπουλήματος,

προσδιορίζουν την ελευθερία ξανά,

και βαριόμαστε,

σε πολύ δέρμα καθόμαστε…

Και πράγματι θα υπάρξει χρόνος.

Να γράψω με ζέση για τους συνταξιούχους τρελούς

θα υπάρξει χρώμα στον Μύθο του Γιατί

όταν θ’ αναρωτηθώ:

«Αλήθεια, τολμώ με τη γραφή ν’ ασχοληθώ;»

Όλα τα ’χω γνωρίσει

–τα ουσιαστικά που ήδη πέθαναν

προσπαθώντας ρήματα να γίνουν, όλα τα ’χω ξεψαχνίσει–

θαρρετός στο παλιρήμα, άφθαρτος στο παραλήρημα

για πάντα γαλανός

ναρκωμένη ποίηση περιμένει

με κουταλάκια του καφέ να τον μετρήσει

τον παρατηρητή.

Μ’ αρέσει στο Πένθος η μυρωδιά απ’ τις παλάμες.

Ο στρατός δεν περιμένει. Δεν ανοίγει από μόνη της η παλάμη του χεριού.

Οι σελίδες της εφημερίδας

φιλήθηκαν από το φρέσκο τύπωμα, για ν’ ανοιχτούν αργότερα,

δε διαβάστηκαν ποτέ, δε διανύθηκαν ποτέ, δεν τανύστηκαν ποτέ

σε Στερεοφωνικά όρη. Φρέσκο κρέας γεγονότων

γαμά το ποίημα, ετοιμάζεται να σκοτώσει

για την αποδιδόμενη μνήμη, σαν ψεύδη που ρουφούν

την αλήθεια από τα Απομνημονεύματα. Μορφή σημειώματος

που μοιάζει αναίτιο το πρωινό,

που ελευθερώνει την αμοιβή του ακόλαστου ελεύθερου Τύπου

από τον μπάσο ήχο μιας φτηνής αμηχανίας.

Ώρες ροής, τηλεφωνικής ακοής,

στα δωμάτια οι γυναίκες τριγυρνούν

για τον Μιχαήλ Άγγελο Αντονιόνι συζητούν.

Τώρα πιέστε *.

Κορώνω, κορώνω, κορώνω, κορίτσι, κορώνω.

Κορμί κορδωμένο σε κοραλλένιες κορφές

κούρδισμα σε κατεστραμμένα ηχεία.

Δεν πήρα ουσία.

Ορκίζομαι, δεν το θυμάμαι. Πουλώ

την τόλμη μου σε τρομαγμένη προσοχή: έννοιες

ένδοσης, επιθετικά επίθετα, αδύνατο να πω

αυτό που δεν εννοώ,

ευμετάβλητος σαν ερασιτέχνης,

μολυβένιος σαν την ουρά ενός ουρί,

και σταθερά πεισματάρης

σαν νέος θάνατος στο υπερώο.

Να παίξω γράψιμο απόψε;

Δεν είμαι εγώ. Λοιπόν, είμαι γομάρι;

Μολονότι είδα το κεφάλι μου

(ελαφρώς τρελό)

είδα τη στιγμή του μεγαλείου μου να γίνεται Τουίτι

στο τουίτερ, τα είδα όλα, το είδα κι αυτό, όμως

θα ‘πρεπε να πω Δεν είναι καθόλου αυτό που εννοώ

όταν εννοώ Αυτό σε άσυλο ανιάτων. Ασχημονώ,

ξέρω, ξέρω, ξέρω τώρα, μα τότε ξεράδια…

Να πω. Είμαι ο Λάζαρος, έρχομαι απ’ τους νεκρούς,

κοιτάξτε τα υπέροχα οστά μου, μυρίστε τα,

φιλήστε τα, σκοτώστε.

Επαίσχυντο είδος λόγου, δε νομίζετε;

Και στρέφομαι προς τη λέξη: παράθυρο.

Να στραφώ στον Ντουσάμ στα Γουίντοους, Ντος.

Να στραφώ. Να στραφώ

στην ατίθαση λευκότητα των κρεμμυδιών,

στην αργή αναπνοή των αγγέλων

που δανείστηκαν οι ακαδημαϊκοί,

στου Άμλετ τον Τηλέμαχο,

στα αγνότερα επίθετα της ύπαρξης.

Αρχίζω να προσέχω

αυτά που κάνω,

Το αυτί που στήνω.

Ο κύβος ερρίφθη:

ανατολή.

Ικέα, ικέα.

Θα ‘πρεπε να ‘μουν χρηματοδότης του συγκροτήματος της ρέγκε

να μετατρέπω τα χαμηλά εισοδήματα των νεοφερμένων

στη λογική οντολογία του

κουλάρω.

Και γίνομαι πιο μαλακός,

και μοιάζω πιο γενναίος.

Οι προσποιητές παραισθήσεις μας. Οι

Γερνώ με χρυσό…

Γερνώ με χρυσό…

Όμως γυρνώ στον χρυσό που κρύβεται

στα ούρα μου που αφρίζουν

και σιωπώ, στην πένα, μπροστά στον πένητα ράφτη

και κοκκινίζω, κι ορκίζομαι

τα παντελόνια είναι δικά μου,

διεγερτικά προφυλακτικά σαν οιωνός για παύση.

Καλύτερα θα ‘ταν να ‘μουν δονητής συμβατικός,

και να διδάσκω αυτοσυντήρηση, και να ξεχνώ

πως η περιουσία δεν είναι

συντονισμένη επαρκώς.

Κι είχα το χρόνο, πεισματάρης που είμαι, να ρωτήσω

γιατί η Γεωγραφία βασίζεται σε μεταφορές,

περίπλοκος και πεισματάρης σαν ψηφιακά ρολόγια

στους καρπούς που φυτρώνουν

σαν το στερεοφωνικό που δεν φύτρωσε ποτέ στο Μαυροβούνιο,

όπου τα όρη παραμένουν στο «άστε το ήσυχο»

κατάλληλη κυρτότητα σε λογική Μπουτίκ,

όπου ο μικρόσωμος ηγέτης τρώγει ροδάκινο, και σκέφτεται

η τρώγλη πως είναι ροδαλή. Είμαι σχεδόν βασιλιάς.

Δε νομίζω πως θ’ αμαρτήσουν εναντίον μου.

Θέλω να πιστεύω πως (δαιμόνια φράση)

θέλουν να ψευδορκήσουν, σε φάσεις. Θέλω να είμαι αληθινός

ωσάν υπαινιγμός, να τις δω ν’ αποχωρίζονται την κληρονομιά μου

μ’ ενοχή μορφίνης.

Η λαίδη των λόγων λάμνει στα δώματα νεκρή

τα λείψανά μας τα ραμφίζουνε οι γλάροι πλάι στις γοργόνες

που γαλήνια μουρμουρίζουν,

σε μια σπηλιά,

μιαν αυγή.

Μετάφραση: Λιάνα Σακελλίου

Bλαντιμίρ Ντούρισιτς

O Bλαντιμίρ Ντούρισιτς γεννήθηκε το 1982. Γράφει ποίηση, δοκίμια αλλά και μουσική. Σπούδασε μουσική παιδαγωγική στη Μουσική Ακαδημία Cetinje του Μαυροβουνίου. Το ποιητικό έργο του Τίποτα δε θα εκραγεί σύντομα (2007) βραβεύτηκε με το εθνικό βραβείο «Ρίστο Ράρκοβιτς». Είναι ο νεαρότερος σε ηλικία ποιητής που κερδίζει το συγκεκριμένο βραβείο, και ο μοναδικός που το κερδίζει για το πρώτο έργο του. Ο Ντούρισιτς γράφει επίσης μουσική για τον κινηματογράφο, το θέατρο και την τηλεόραση. Είναι ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Μουσικής «Espressivo». Είναι ο ιδρυτής και υπεύθυνος έκδοσης του διαδικτυακού εντύπου για τη λογοτεχνία proletter.org. Ζει στην Ποντγκόριτσα.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΟΙΗΣΗ
«Έτσι πολύπαθη που είναι η καρδιά» του Γιάννη Στεφανάκι

ΑΝ ΣΕ ΚΑΝΟΥΝ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΤΑ ΛΑΘΗ ΚΑΛΩΣ ΚΑΜΩΜΕΝΑ (στο φως και στο σκοτάδι) Αν όμως τα έντερα σου δένουν κουβάρι  και την άκρη να βρεις δεν μπορείς  αν τα ίδια και πάλι θα κάνεις μόλις τη στροφή του δρόμου  αφήσεις· τότε  τα λάθη...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΟΙΗΣΗ
«Το θάμπωμα απ’ του θανάτου το μυστήριο» της Ελένης Λιντζαροπούλου

Θυμάμαι άρα Υπάρχω Στην Δέσποινα μνήμη Γεωργίας Σκέφτομαι άρα υπάρχω έλεγε ο φιλόσοφος, αλλά εγώ δεν το καταλαβαίνω Εγώ είμαι άνθρωπος πιο μυστικός Ξεθηλυκώνω από την γλώσσα μου όλους τους βόλους της συνείδησης Κρατώ μόνο την απορία Το...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΟΙΗΣΗ
«Ένα βράδυ με βροχή στη Νέα Υόρκη» του Τσαρλς Σίμικ

μετάφραση: Γεράσιμος Βουτσινάς επιμέλεια μετάφρασης: Αλέξιος Μάινας ΚΡΥΦΤΟ Δεν βρήκα κανέναν  Απ’ την παλιά συμμορία.  Πρέπει να κρύβονται ακόμα    Κρατώντας την ανάσα τους,    Προσπαθώντας να μη γελάσουν.  Ο δρόμος μας δεν υπήρξε...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.