Πέντε ποιήματα του Γεράσιμου Δενδρινού
ΑΠΩΛΕΙΑ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑΣ
Δεν έχω σώμα ν’ ανάψω
δρόμο να περάσω.
Της πόλης οι επιγραφές
καταλήξεις θρηνητικές
στα ίδια σημάδια
εξαντλούν τον Ερχόμενον μετά Δόξης.
Απ’ τις χειρονομίες Του ξεφεύγει ακόμα
η αρχαία σποδός.
Χωριά και πόλεις ανήκουν
σε σακατεμένα τροχοφόρα
που κατευθύνονται σε άνυδρους τόπους.
Άγχος της αγάπης ξεφεύγει
απ’ τις γειτονικές πολυκατοικίες.
Τα σχέδια που έκανα
η τελευταία δίνη των συλλογισμών
στο ανήλιαγό μου δωμάτιο
συντροφεύουν τώρα ξένους αγώνες.
Στην άδεια μέρα.
Εσπευσμένη επιστροφή
στο σταθμό της κατήφειας
για να με δουν οι εχθροί
κάτω από θαμπούς φανοστάτες.
Πάντα βάζω στόχους τα παράθυρα της αναμονής.
Ό,τι κερδίζεται είναι για να χαθεί.
Άστοχα βέλη σκίζουν νύχτα τις αλάνες
και χάνονται στο βάλτο
πριν έρθει το πρωί.
Τώρα ο καιρός της συρρίκνωσης καταφθάνει
με το προσωπείο της άπνοιας.
Σιγή και ύπνος
η φρουρά του αμνού.
Δεν έχω μάτια να κλάψω
στάχτη να γράψω.
ΑΫΠΝΕΣ ΝΥΧΤΕΣ
Δεν υπάρχει κουβέρτα για σένα
μήτε βλέμμα για μένα
που ξενυχτώ.
Περιπλανήθηκα για χρόνια
σε Ανατολή και Δύση
κι ακόμα δεν τις γνωρίζω.
Από προσευχές καθόλου.
Δε λογάριασα καλά τα ταξίδια
μόνο στα θλιβερά σοκάκια
των κατά καιρούς συντρόφων μου
γυρίζω.
Έχω για στρώμα τη φυγή
και για ομιλία τη σήψη.
AMBULANCE
Με τη διακομιδή μου θ’ αποδείξω
στους άλλους την αρρώστια μου
και με την ταχύτητα των τροχών
θα αποσπάσω το ενδιαφέρον τους
για μένα.
Άνυδρα χρόνια λογχεύουν τη ζωή μου.
Μήνες περίμενα έγκλειστος
στο απομονωτήριο.
Οι γιατροί μου: μια πρωινή επίσκεψη
των δέκα και δέκα
κι ούτε ένα χάπι ευθανασίας.
Έσχιζα τις συνταγές κάθε τόσο.
Καμιά γνωριμία ενδιαφέρουσα
και κάθε χειμώνα
τον έβγαζα στα βαθιά.
ΑΡΑΙΟΙ ΘΑΜΩΝΕΣ
Καφενείο υπαίθριο, κρύβεις
την πολυκατοικία των τυφλών.
Μόνο με βίντεο απαλύνουν κάπως
την έλλειψη
και την ατέλειωτη αναμονή
για το χειρότερο.
Ψηλαφίζοντας ακίνητες ώρες.
Ως πότε θα αναμένεις
αυτό που σου στέρησαν για πάντα;
Εσύ δεν ήσουν που πίστευες
πως τα καλύτερα πτηνά
είναι αυτά που δεν πετούν;
Οι κότες της αυλής νωθρές
ραμφίζουν τα νοτισμένα αποκαΐδια.
Μόνο με πόνο προχωρεί η ζωή.
ΚΑΦΕΤΕΡΙΑ «ΙΑΣΩΝ»
These dreams are made of these
Νεαροί μαζεμένοι σ’ αυτή την κόγχη
καπνίζουν γιατί έτσι απαιτεί
το σαρκοβόρο.
Τα μάτια τους αδιαφορούν για όλα
και τα χέρια τους νωχελικά
διαγράφουν τις οσμές
του κορμιού τους.
Στον ίδιο χώρο συνωστίζομαι κι εγώ,
ο άκαπνος εξωμότης.
Έχω βαρεθεί πια να μετρώ
των πόλεων τις αποστάσεις
την ολοένα απομάκρυνση του ορίζοντα
το απότομό σου βύθισμα
στην ομίχλη του πρωινού.
Από μένα σ’ εσένα
μικρή η απόσταση
μεγάλη η διάσταση.