fbpx
«Χειρουργική» του Αντόν Τσέχοφ

«Χειρουργική» του Αντόν Τσέχοφ

μετάφραση: Ελένη Κατσιώλη

Περιφερειακό νοσοκομείο. Όσο ο γιατρός που έφυγε για να παντρευτεί απουσιάζει, τους ασθενείς δέχεται ο νοσοκόμος Κουριάτιν, ένας χοντρός άντρας γύρω στα σαράντα, με μια τριμμένη ρεγιόν ζακέτα κι ένα κουρελιασμένο τρικό παντελόνι. Η έκφραση στο πρόσωπό του δείχνει υπευθυνότητα και ευχαρίστηση. Ανάμεσα στον δείκτη και τον μεσαίο τού αριστερού χεριού κρατάει ένα πούρο που διαχέει δυσωδία.

Μπαίνει στο ιατρείο ο νεωκόρος Βονμιγκλάσοφ, ένας ψηλός γεροδεμένος γέρος με καφέ ράσο και πλατιά δερμάτινη ζώνη. Το δεξί του μάτι είναι μισόκλειστο από καταρράκτη, στη μύτη έχει μια κρεατοελιά που από απόσταση μοιάζει με μεγάλη μύγα. Για μια στιγμή ο νεωκόρος αναζητά με το βλέμμα την εικόνα, και μη βλέποντάς την, σταυροκοπιέται στο μπουκάλι με τη φαινόλη, μετά βγάζει από ένα κόκκινο μαντίλι ένα πρόσφορο και το τοποθετεί με υπόκλιση μπροστά στον νοσοκόμο.

- Ααα... καλώς τον! χασμουριέται ο νοσοκόμος. Τι θα θέλατε;

- Καλή Κυριακή, Σεργκέι Kουζμίτς... Κάντε μου τη χάρη... Να με συγχωρείτε, πραγματικά και ειλικρινά το γράφει και το Ευαγγέλιο: «το πιοτό μου με το διάλυμα των δακρύων». Καθόμουν χθες με τη γριά μου να πιω ένα τσαγάκι και, οχ Θεέ μου, ούτε σταγόνα, ούτε ψίχουλο, σχεδόν να πέσω να πεθάνω... Τρως μια σταλίτσα ψωμί και δεν αντέχεις! Πόσο πονάει, μα πόσο πονάει, όχι μόνο το δόντι αλλά και ολόκληρη η πλευρά! Με χτυπάει στο αυτί σαν να έχει μέσα κάποιο καρφί ή κάτι άλλο: και πώς με χτυπάει, πώς με χτυπάει! Με σκοτώνει, χωρίς αρχή και τέλος... «[Θεοτόκε], οδήγησέ με στην οδό της σωτηρίας γιατί έχω μολύνει την ψυχή μου με επαίσχυντες αμαρτίες και πέρασα όλη μου τη ζωή με τεμπελιά»… Μα τις αμαρτίες μου, Σεργκέι Κουζμίτς, μα τις αμαρτίες! Ο ιερέας μετά τη λειτουργία με κατηγορεί: «Μπα, έφαγες τη γλώσσα σου, Εφίμ. Ψέλνεις ή μουγκρίζεις;». Και πώς να ψάλλω, αφού δεν μπορώ ν’ ανοίξω το στόμα, είναι πρησμένο ολόκληρο, συγγνώμη, δεν κοιμήθηκα όλη νύχτα...

- Χμμμ... Καθίστε... Ανοίξτε το στόμα!

Ο Βονμιγκλάσοφ κάθεται και ανοίγει το στόμα.

Ο Κουριάτιν συνοφρυώνεται, κοιτάζει μέσα και, ανάμεσα στα κιτρινισμένα από τον χρόνο και το ταμπάκο δόντια, βλέπει ένα διακοσμημένο με μια μεγάλη κουφάλα.

- Ο διάκος μού είπε να βάλω βότκα με χρένο αλλά αυτό δεν με βοήθησε. Η Γλυκερία Ανισίμοβνα, ο Θεός να της δίνει υγεία, μου έδωσε να βάλω πάνω μου νήμα από το Άγιο Όρος και μου είπε να ξεπλένω με ζεστό γάλα τα δόντια μου αλλά οφείλω να ομολογήσω ότι το νήμα το έβαλα, όμως όσο για το γάλα δεν συμμορφώθηκα: Φοβάμαι τον Θεό, είναι νηστεία...

- Αυτό είναι προκατάληψη... (κάνει παύση). Πρέπει να το βγάλω, Γεφίμ Μιχέιτς!

- Εσείς γνωρίζετε καλύτερα, Σεργκέι Κουζμίτς. Είσαστε σπουδασμένος, ξέρετε αν θα το βγάλετε, αν θα βάλετε σταγόνες ή αν θα κάνετε κάτι άλλο... Γι’ αυτό είσαστε σε αυτή τη θέση, να σας δίνει ο Θεός υγεία, θα προσευχόμαστε για σας, μέρα και νύχτα, μέχρι τον τάφο...

- Ε, καλά..., λέει σεμνά ο νοσοκόμος, πλησιάζοντας το ντουλάπι και ψάχνοντας για τα εργαλεία. Η χειρουργική… Σιγά τη δουλειά... Σημασία έχει η δεξιότητα, με τη σταθερότητα των χεριών... μια κι έξω... Τις προάλλες ήρθε στο νοσοκομείο, όπως κι εσείς, ο κτηματίας Αλεξάντρ Ιβάνιτς Εγκίπετσκι… κι αυτός με το δόντι του. Άνθρωπος μορφωμένος, ρωτάει για όλα, σε όλα ανακατεύεται για το πώς και για το τι. Σφίγγει το χέρι λέγοντας όνομα και πατρώνυμο... Έζησε στο Πίτερμπουργκ επτά χρόνια, με όλους τους καθηγητές έχει σχέση... Για πολλή ώρα ήμασταν μαζί… Για τ’ όνομα του Θεού, με παρακαλάει: βγάλτε τό μου, Σεργκέι Κουζμίτς! Γιατί να μην το βγάλω; Μπορώ να το βγάλω! Μόνο που πρέπει να καταλάβετε ότι χωρίς γνώση δεν γίνεται... Τα δόντια είναι διαφορετικά μεταξύ τους. Το ένα το τραβάς με μια απλή τανάλια, το άλλο με μια στραβή [1], το τρίτο με μια σαν κλειδί... Όλα τα δόντια είναι διαφορετικά!

Ο νοσοκόμος παίρνει τη στραβή τανάλια, την κοιτάζει για ένα λεπτό ερωτηματικά, μετά την ακουμπάει και παίρνει την απλή.

- Λοιπόν, ανοίξτε το στόμα σας εντελώς..., λέει, πλησιάζοντας με την τανάλια τον νεωκόρο. Τώρα εγώ… Αυτό... Σιγά τη δουλειά... Θα κόψω λίγο το ούλο... Θα το τραβήξω κάθετα στον άξονα... και... εντάξει… (κόβει το ούλο) εντάξει...

- Είστε ευεργέτες μας... Εμείς είμαστε ανόητοι και άμαθοι, ενώ εσάς ο Κύριος σας φώτισε...

- Μη μιλάτε με το στόμα ανοιχτό... Αυτό είναι εύκολο να το βγάλω, όταν όμως έχει μείνει μόνο η ρίζα... Αυτό – σιγά τη δουλειά... (βάζει την τανάλια). Ηρεμήστε, μην κουνιέστε... Μείνετε ακίνητος... Το βασικό είναι να το πιάσεις όσο το δυνατόν πιο βαθιά (το τραβάει)… για να μη σπάσει το δόντι...

- Ω, πατέρες μας... Παναγία μου... Οχ...

- Όχι, μην το κάνετε αυτό… Όχι, μην το κάνετε αυτό… Τι είναι αυτά; Μη μου αρπάζετε τα χέρια! Κατεβάστε τα χέρια! (τραβάει το δόντι). Τώρα... να, να... Η υπόθεση δεν είναι εύκολη...

- Πατέρες... Προστάτες... (φωνάζει). Άγγελοι! Οχ-οχ-οχ... Μα τράβα, τράβα! Μα τι στο καλό, μια ώρα θα τραβάς;

- Αφού το θέμα είναι... χειρουργικό... Δεν μπορεί να γίνει γρήγορα... Να, να...

Ο Βονμιγκλάσοφ μαζεύει τα γόνατα μέχρι τους αγκώνες, κουνάει τα δάχτυλά του, γουρλώνει τα μάτια, αναπνέει κοφτά... Στο μελανιασμένο πρόσωπό του τρέχει ιδρώτας, στα μάτια του έχει δάκρυα. Ο Κουριάτιν ρουθουνίζει, πατάει από το ένα πόδι στο άλλο μπροστά από τον νεωκόρο και τραβά... Περνάει βασανιστικά μισό λεπτό και η τανάλια γλιστράει από το δόντι. Ο νεωκόρος πηδάει, σέρνει τα δάχτυλα στο στόμα, αλλά αισθάνεται το δόντι στην παλιά θέση.

- Το τράβηξες! λέει κλαίγοντας και με κοροϊδευτική φωνή ταυτόχρονα. Εσένα να σε τραβήξουν έτσι! Μας υποχρέωσες! Αν δεν μπορείς να το βγάλεις, μην το αγγίζεις! Έχασα το φως μου...

- Κι εσύ γιατί μου αρπάζεις τα χέρια; λέει θυμωμένος ο νοσοκόμος. Εγώ τραβάω και εσύ μου σπρώχνεις το χέρι και λες διάφορες ανοησίες... Βλάκα!

- Εσύ είσαι βλάκας!

- Νομίζεις, μουζίκε, ότι είναι εύκολο να βγάλεις δόντι; Για δοκίμασε! Αυτό δεν είναι σκαρφάλωμα στο καμπαναριό για να χτυπήσεις την καμπάνα! (τον κοροϊδεύει). «Δεν ξέρεις, δεν ξέρεις!» Κοίτα να δεις που δίνει οδηγίες! Για κοίτα... Του κυρίου Αλεξάντρ Ιβάνονιτς Εγκίπετσκι του το έβγαλα, και αυτός τίποτα, ούτε μια λέξη... Ο άνθρωπος αυτός είχε περισσότερο κύρος από σένα, αλλά δεν μου άρπαζε τα χέρια... Κάτσε κάτω! Κάθισε, σε σένα μιλάω!

- Έχασα το φως μου... Άσε με να πάρω μια ανάσα... Οχ! (κάθεται). Μην τραβάς για πολύ, ξερίζωσέ το. Μην το τραβάς σιγά σιγά, να το ξεριζώσεις... αμέσως!

- Διδάσκεις τον επιστήμονα! Τι αμόρφωτος λαός, Θεέ και Κύριε! Να ζεις με τέτοιους… παλαβώνεις! Άνοιξε το στόμα... (βάζει την τανάλια). Η χειρουργική, αδελφέ μου, δεν είναι αστείο... Δεν είναι σαν τη δουλειά σου στην εκκλησία... (στρίβει την τανάλια). Μην κουνιέσαι… Το δόντι είναι παλιό, η ρίζα είναι βαθιά... (τραβάει). Ακίνητος... Έτσι... έτσι... Ακίνητος... Ναι, ναι... (ακούγεται ένα τρίξιμο). Το ήξερα!

Ο Βονμιγκλάσοφ μένει για ένα λεπτό ακίνητος, σαν να έχει χάσει τις αισθήσεις του. Είναι αποσβολωμένος... Τα μάτια του κοιτάζουν ανέκφραστα το κενό, στο χλωμό του πρόσωπο έχει ιδρώτα.

- Θα έπρεπε να είχα πάρει τη στραβή τανάλια…, μουρμουράει ο νοσοκόμος. Μακάρι να ’ξερα!

Έχοντας συνέλθει ο νεωκόρος βάζει στο στόμα τα δάχτυλα και στη θέση του χαλασμένου δοντιού βρίσκονται δύο προεξοχές.

- Καταραμένε διάβολε..., μουρμουράει. Σας διόρισαν εδώ για Ηρώδηδες, για την καταστροφή μας!

- Για μάζεψε τη γλώσσα σου..., μουρμουρίζει ο νοσοκόμος, βάζοντας την τανάλια στο ντουλάπι. Αγροίκε... Θα έφαγες λίγο βίτσισμα [2] στο σεμινάριο... Ο κύριος Αλεξάντρ Ιβάνονιτς Εγκίπετσκι έζησε στο Πίτερμπουργκ επτά χρόνια... με μόρφωση... μόνο το κοστούμι του κοστίζει εκατό ρούβλια... κι εκείνος δεν έβρισε... Αλλά εσύ τι μου κορδώνεσαι; Δεν έχεις τίποτε, δεν θα πεθάνεις!

Ο νεωκόρος παίρνει πίσω το πρόσφορο από το τραπέζι και, κρατώντας το μάγουλο με το χέρι, φεύγει για το σπίτι...

 

Σημειώσεις
[1] Ιστορικό εργαλείο με αγκιστροειδές άκρο
[2] Ξύλο σε γυμνά οπίσθια με πολλές βίτσες μαζί που τραυμάτιζε βαθιά το σώμα και προκαλούσε αφόρητο πόνο.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Κήπος της λησμονιάς» του Τόντορ Π. Τόντοροβ

Μετάφραση από τα βουλγάρικα: Ζντράβκα Μιχάιλοβα Κατεβαίνουν τη βουνοπλαγιά, αποφεύγοντας τις λόχμες και τους θάμνους, που άπλωσαν κλωνάρια σαν σιαγόνες. Θάμνοι με ράμφη αντί για άνθη, σκελετοί δένδρων από τους οποίους...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Συγγραφική αγωνία» της Ελένης Λαδιά

Στην νεότητά μου ερχόσουν αυτοβούλως και πάντοτε με πρωτεϊκή μορφή. Έτσι, ποτέ δεν σε αναζήτησα ούτε σε περίμενα. Δεν ήταν όμως μόνον ο χρόνος σου άγνωστος αλλά προβληματική και η μορφή σου, που...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Χορεύτρια στον Παρθενώνα» του Πέτρου Γκάτζια

«Και τι έχετε να πείτε εσείς οι νέοι; Τι έχετε να διηγηθείτε; Κάποτε γίνονταν πράγματα. Υπήρχαν προσωπικότητες, γεγονότα. Είχες κάτι να αφηγηθείς σε κάποιον προτού αφήσεις αυτόν τον κόσμο. Τώρα,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.