fbpx
«Tελική ανάλυση» της Ηρώς Νικοπούλου

«Tελική ανάλυση» της Ηρώς Νικοπούλου

Απόλλων, της είχε απαντήσει χωρίς καν να το σκεφτεί. Από μικρός βαφτιζόταν στα όνειρά του μ’ αυτό το όνομα – ξανθός θεός, το αλη­θινό του τον στένευε. Τον έκανε να αισθάνεται συ­νη­θι­σμέ­νος, προβλέψι­μος. Τι ενδιαφέρον μπορεί να κρύβει ένας Κώ­στας, ένας Γιώργος, ένας Γιάννης; Έστω ένας Κωνστα­ντί­νος, ένας Ιωάννης και πάει λέγοντας...

Στη ζωή του δοκίμαζε τα πάντα και πάντα κάτι έλειπε. Επιπλέον βαριόταν αφόρητα. Πολ­λές φορές είχε την εντύπωση πως γνώριζε ήδη τη συνέ­χει­α, ακόμα και την επόμενη ατάκα του συνο­μιλητή του, και ενώ στην αρχή αυτό τον διασκέδαζε, πλέον η επανάληψη τον γέμι­ζε απογοή­τευ­ση.

Ζούσε καθη­με­ρινά την ίδια πολυ­παιγ­μένη ταινία, μόνο οι η­θο­ποιοί άλλαζαν. Βούλιαζε αργά σ’ έναν παχύρρευστο χυλό πλήξης. Χρει­αζόταν επει­γό­ντως λύση. Στο τέλος αποφάσισε πως ο μό­νος τρόπος για να μην πεθάνει από ανία ήταν να δη­μι­ουργεί ενδιαφέρουσες καταστάσεις αυ­τός, από μόνος του· και καθώς ανέκαθεν προτιμούσε τις λέξεις από τις πράξεις ξεκίνησε να πα­ραλλάζει λίγο τα λόγια στην αρχή, έπει­τα τα γε­γονότα. Στις συζητήσεις άλλαζε απότομα άποψη δημι­ουρ­γώ­ν­τας εσωτερικές αντιφάσεις, αιφνι­δίαζε συνομι­λη­τές και φί­λους· μερικές φορές χόντραινε το παι­χνίδι του για να με­λε­τή­σει τις εκφράσεις των προ­σώπων τους, το σπά­­­σιμο της φω­νής τους. Του φαινόταν α­να­ζωογονητικό. Ανακτούσε για λίγο το κέ­φι του. Άλ­λωστε δεν το ’βρισκε επιλήψιμο· αλ­λοί­ω­νε απλώς τους χρό­νους –προ­­τι­μούσε τον ενεστώτα–έβαζε πα­ραπάνω συναί­σθη­μα, λί­γο σα­σπένς. Σιγά-σιγά μέσ’ από τα άλλοτε ξαφνιασμένα άλλοτε παρα­δομένα τους μά­τια δια­­πίστωνε πως έπαιζε καλά τους ρόλους που επέλεγε. Και αυτό ήταν φυσικό, γιατί ζούσε με τόση έντα­ση και ειλικρίνεια –σχεδόν με αθωότητα– τα ψέματά του, ταυ­τιζόταν με τέτοια εσωτερι­κότητα με κάθε νέο του ρόλο, υπήρχε αυθεντικότητα, αυθορ­μη­τισμός και τόσο πάθος στα περιστα­σιακά αισθήματά του, που άρ­­χισε να γοητεύεται κι ο ίδιος από τον εαυτό του. Κι αυτό δεν ήταν λίγο, κα­θόλου μάλιστα. Με τον καιρό του έγινε απα­ραί­τητο, δεύτερη φύση. Δεν μπο­ρού­σε πλέον να συνα­να­στρέ­φεται τους άλλους δίχως μάσκες και ψέματα. Πολλά ψέματα, διαρ­κείας, και όλων των ειδών.

Στην αρχή οι μικροαλλαγές περνούσαν απαρα­τήρητες. Αρ­­γό­­τερα πρόσθεσε περισσότερη πλοκή. Γλιστρούσε διαρκώς από τη μία κατάσταση στην άλλη φυσικά, ανεπαίσθητα. Ώ­σπου έφτασε η στιγμή που το πάθος του τον τύφλωσε τελείως, συγχέονταν πλέον τα όρια, δεν θυμόταν ούτε τι είχε πει, ούτε ποια ήταν τα πραγματικά γε­γο­νότα.

Οι εικόνες που έπλαθε πλημμύριζαν τα μά­τια του άλλοτε φλου­τα­ρισμένες σαν αύρα πάνω από καυτή ά­σφαλ­το άλλοτε ξε­κάθα­ρες, κι οι λέξεις στο μικρό τσεπάκι ξέχει­λες, εύ­κο­λες α­νά­βλυζαν χωρίς προσπάθεια. Αυ­τός το μόνο που έπρεπε να κά­νει ήταν να πιάνει μιαν ακρούλα, ένα ξέφτι και να στήνει το σκη­νικό εμπλέκοντας και όσους ή­ταν κάθε φορά μέσα στο πλά­­νο του. Τα ψέματά του ήταν ο κόσμος του, ήταν η αλυσίδα που τον ένωνε με τους άλλους, με τη ζωή την ίδια. Δεν ήξερε πώς να ζήσει χωρίς. Δεν υπήρχε τρόπος άλλος για να μιλήσει.

Αρχικά το Απόλλων πρέπει να την εντυπωσίασε. Και το ε­πάγ­γελμα που διάλεξε επίσης, «αρχιτέκτων» της είχε πει χα­μη­λώνοντας συνεσταλμένα τα μάτια και το απογευματινό φως του είχε χαρίσει μια χαριτωμένη ανταύγεια στο τσουλούφι· όσο να ’ναι, έστω και νηστικός στις μέρες μας, ένας αρχιτέ­κτο­νας μια αίγλη την περισώζει. Είχε περίπου εξαντλήσει όλα τα άλλα περισπούδαστα αστικά επαγγέλματα, γιατρός, δικηγόρος, οι­κονομολόγος, δικαστικός, μέχρι και καθηγητής δοκίμασε, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία είναι η α­λή­θεια. Γι’ αυτό αποφάσισε να πει­ραματιστεί με κάτι πιο καλλιτεχνικό. Η μια συνά­ντηση δια­δέ­χτηκε την άλλη και το φλερ­τάκι τους δεν άργησε να εξε­λιχθεί σε σχέση. Το απρό­βλε­πτο στη συγκεκριμένη πε­ρί­πτωση ήταν ότι εκείνη την έλεγαν Άρτεμη. Και σε πλήρη αρ­μονία με το ό­νομά της η Άρτεμις ήταν δρα­­στήρια, γυρνούσε, κυ­νη­γούσε, έ­ψαχνε, και όποιος ψάχνει βρίσκει· κι όταν μοιραία κάποτε ανα­κάλυψε τα πραγματικά στοι­χεία του Α­πόλ­λωνά της μετά από έναν εξευτελιστικό καβγά, απλώς έφυγε.

Αν ο Απόλλωνας πριν την Άρτεμη βούλιαζε σε χυλό πλή­ξης κι απογοήτευσης, μ.Α. πνιγόταν σε θάλασσα απελπι­σί­ας. Ο κόσμος του άλλαξε, φτώχυνε, στέρεψε. Δεν είχε όρεξη για τίποτε, ούτε καν για ένα νέο πλασματικό καταφύγιο που μέσα του θα μπορούσε να κρυφτεί και να γλείψει τις πληγές του. Α­πό­μεινε απρο­στάτευτος, χωρίς προ­­σωπείο κι αυτό του ήταν α­νυ­πόφορο. Αισθανόταν εκτε­θειμένος, γυ­μνός. Έγινε αδέξιος με τις λέξεις, δεν μπορού­σε να εκ­­φράσει ούτε τα στοιχειώδη.

Του το είχε πει και παλιότερα ο μόνος του φίλος που γνώριζε ότι η κατάστασή του έχει ξεφύγει και χρει­ά­­ζεται βοήθεια από ειδικό, αλλά αυτός πά­ντα χαμογε­λούσε υπε­ρο­πτι­κά και προσπερνούσε χωρίς να προ­βλη­ματίζεται. Όμως μετά από μια γερή κρίση πανικού αναθεώρησε και τελικά το απο­φάσισε. Στις δύο πρώτες συνεδρίες κοι­ταζόντου­σαν, πλήρωνε κι έφευγε. Την τρίτη σαν κάτι να με­τακι­νή­θηκε για λίγο μέσα του και άρχισε να μουρμουρίζει πάλι λέ­ξεις, δειλά, κομπιαστά, και για πρώτη φορά στη ζωή του πε­ριέ­γρα­ψε την αλήθεια. Όταν σταμάτησε ήταν μού­σκεμα στον ι­δρώ­τα. Ο γιατρός τον παρατηρούσε σιωπηλός μα­σου­λώντας έ­να ξύλινο μο­λύβι, πού και πού κρατούσε σημει­ώ­σεις. Στο τέ­λος, είπε πως δεν χρειαζόταν πανικός, με υπομονή θα εντόπιζαν πρώ­­τα τις αιτίες του προβλήματος που τον βασάνιζε και κατόπιν θα τις συζητούσαν. Κατ’ αρχάς του συνέστησε κά­θε φο­ρά που θα αισθάνεται αυτήν την ανία και την ανάγκη για ψέματα, να σημειώνει σ’ ένα χαρτάκι τις σκέ­ψεις του· «ό,τι σας έρ­χεται κάθε φορά, όποιο ρόλο σας κατε­βαί­νει στο κεφάλι, α­φή­στε τη φαντασία σας ελεύθερη, μό­νο που αντί να εμπλέκεται άλλους, θα τα συζητάμε μαζί στην ε­πόμενη συνεδρία μας. Τι λέτε;»

Ο Απόλλων δεν ξαναπάτησε ποτέ στον αναλυτή. Το δέ­κατο βιβλίο του βρίσκεται ήδη στην τέταρτη έκδοση και ο εκ­δότης του έχει ήδη επενδύσει πολλά σ’ αυτόν.


Η Ηρώ Νικοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Έχει κάνει πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έχει δημοσιεύσει τρεις ποιητικές συλλογές, ένα μυθιστόρημα, και τρεις συλλογές διηγημάτων. Τελευταίο βιβλίο της: Ασφαλής πόλη (διηγήματα, Γαβριηλίδης, 2015). Ποι­ή­μα­τα και δι­η­γή­μα­τά της έ­χουν μεταφραστεί στα αγγλικά, ρωσικά, ισπανικά, τουρκικά και κροατικά.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Χορεύτρια στον Παρθενώνα» του Πέτρου Γκάτζια

«Και τι έχετε να πείτε εσείς οι νέοι; Τι έχετε να διηγηθείτε; Κάποτε γίνονταν πράγματα. Υπήρχαν προσωπικότητες, γεγονότα. Είχες κάτι να αφηγηθείς σε κάποιον προτού αφήσεις αυτόν τον κόσμο. Τώρα,...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Το μέντιουμ» του Γιώργου Μυλωνά

Τις περισσότερες ώρες τα Σαββατοκύριακα, που έμενα στους δικούς μου, τις περνούσα στο μπαλκόνι. Το έβρεχα με το λάστιχο για να καθαρίσει από το καυσαέριο που είχε μαζευτεί μέσα στην εβδομάδα και...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Τα δύσκολα, θαλασσινά ταξίδια» του Βασίλη Κόκκοτα

Εκείνα τα χρόνια, για να κάνεις ένα μακρινό ταξίδι στη θάλασσα, έπρεπε να προετοιμαστείς σωστά και για αρκετό καιρό: να συγκεντρώσεις όλες τις απαραίτητες προμήθειες, να δημιουργήσεις τις κατάλληλες επαφές, να πάρεις...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.