fbpx
«Πως θα ’θελα να ήσουν εδώ» της Έφης Βενιανάκη

«Πως θα ’θελα να ήσουν εδώ» της Έφης Βενιανάκη

Στον Chris.

«Στοιχηθείτε, ανάπαυση, προσοχή! Επ’ ώμου, αρμ!»

Το παράγγελμα του έφεδρου ανθυπολοχαγού, επιτακτικό και βροντώδες, κάλυψε το τερέτισμα των τζιτζικιών που βρισκόταν στο φόρτε του τη δωδεκάτη μεσημβρινή ώρα, στο στρατόπεδο της Βοιωτίας, στις πανάρχαιες Θήβες, στην επτάπυλη πόλη όπου, σύμφωνα με το έργο του Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος, ο Οιδίποδας, τυφλωμένος ήδη απ’ τον χρησμό της Πυθίας, κατέφυγε περιπλανώμενος στη γενέτειρά του, τη Θήβα, κι εκεί στο τρίστρατο, τη «σχιστή οδό», εκπλήρωσε την προφητεία, ακολουθώντας το πεπρωμένο του.

Ο νεοσύλλεκτος οπλίτης Χ. Χρήστου, κάθιδρος στη στρατιωτική στολή του, έφερε στον αριστερό, μελανιασμένο του ώμο το όπλο και το υποστήριξε με το αντίστοιχο χέρι. Οι συνεχείς επαναλήψεις της άσκησης λίγες ημέρες πριν από την ορκωμοσία, σε συνδυασμό με τη δίαιτα που είχε επιβάλει στον εαυτό του, λόγω διαρκούς διάρροιας, και τον καύσωνα που επικρατούσε μήνα Σεπτέμβριο στη χώρα, τον είχαν εξουθενώσει και με δυσκολία κατόρθωνε να στηριχτεί στα γυμνασμένα πόδια του.

 

Έγλειψε τις σταγόνες ιδρώτα που κυλούσαν στα χείλη του και στύλωσε το βλέμμα, όπως οι κανόνες το απαιτούσαν, απέναντι, στον αξιωματικό του. Ο ανελέητος ήλιος κόντρα στα μάτια του τον τύφλωνε, αλλά ο Χ., με μεταπτυχιακό στην κλασική φιλολογία, σκεφτόταν τη διαφορά της ετυμολογίας των λέξεων στίχος και στοίχος· στο διάστιχο και στη στοίχιση.

Από τότε που είχε καθίσει στα μαθητικά θρανία τον προβλημάτιζε η γραμματική, αρχής γενομένης λόγω του ονόματός του, αλλά και της μαμάς του.

Αυτή μάλλον, η ατίθαση, φωτεινή Έλλη, με τα ξεχτένιστα μαλλιά και τα τριμμένα τζιν, ήταν υπεύθυνη για όλα. Όταν δεν έπαιζε στο πιάνο Chopin, Χατζιδάκι, Beatles ή τη Σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού, ήταν χωμένη σε βιβλία ψάχνοντας τις ρίζες των λέξεων.

«Ως Χρίστος θα υπογράφεις, αγόρι μου, τώρα που θα πας σχολείο. Χρίστος με γιώτα. Από το χρίσμα προέρχεται το όνομά σου. Αυτός που έχει λάβει το χρίσμα, δηλαδή. Το Χρήστος με ήτα προέρχεται από το χρηστός – ο ηθικός, ο έντιμος. Έχει άλλη έννοια. Χρήσιμος άνθρωπος να γίνεις, αλλά το Χρίστος να το γράφεις με γιώτα τώρα που θα πας σχολείο».

Ακόμη θυμόταν ο Χ., ύστερα από είκοσι χρόνια ακριβώς, την πρώτη μέρα που πήγε στο σχολείο.

Συγκεντρωμένα παιδιά σε παράταξη. Το προαύλιο με τη φρεσκοστρωμένη πίσσα αχνίζει. Στο μικρόφωνο ένας χοντρός κύριος μας φωνάζει να στοιχηθούμε. Ενοχλούμαι απ’ τη βροντερή φωνή, αλλά ευτυχώς τα τζιτζίκια απτόητα εξακολουθούν το τραγούδι τους. Κι εγώ, πενταμισάχρονος, χαμένος στο συγκεντρωμένο πλήθος, με κοντοκομμένα μαλλιά και νύχια, προσπαθώ να βολέψω το νεοαποκτηθέν γαλανό σακίδιο, που γλιστρά στους λεπτούς μου ώμους. Το σχολείο έχει κάγκελα τριγύρω, αλλά και δύο τέρματα όπου θα μπορούμε να παίζουμε ποδόσφαιρο. Ο παπάς στο μικρόφωνο μας ραίνει με τον αγιασμό, αλλά έχω μισοστρέψει το βλέμμα μου στο γηπεδάκι και ρίχνω κιόλας τις πάσες μου. Ελπίζω να βρω άξιους αντιπάλους. Η μαμά μού γνέφει καθησυχαστικά, αλλά εγώ έχω βάλει ήδη το πρώτο μου γκολ. Κάνω τον σταυρό μου μηχανικά στο «Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών» του παπά, αλλά έχω συγκροτήσει ήδη την ομάδα μου. Στέκομαι στο τέλος της σειράς κι έτσι μπορώ να βλέπω τους συμμαθητές μου. Αυτός ο αστείος με το σακάκι, τη γραβάτα και το ζελέ στη φράντζα θα μπορούσε να γίνει ο τερματοφύλακάς μας με τα χέρια και πόδια αράχνης που διαθέτει.

Ο Χ. Χρήστου επαναλάμβανε τις ασκήσεις που πρόσταζε ο διοικητής του. Πονοκέφαλος και ρίγη τον συντάρασσαν, αλλά δε θα έχανε αυτό τον αγώνα. Σε δύο μέρες ορκιζόταν. Είχε παίξει κάτω από τις πιο δυσοίωνες συνθήκες.

«Στοιχηθείτε, εμπρός, μαρς».

Το παράγγελμα έφτασε σαν ριπή για ακόμα μια φορά στ’ αυτιά του.

 

Επανάληψις μήτηρ πάσης μαθήσεως· πόσες φορές είχε ακούσει αυτό το αρχαίο ρητό από τη μάνα του.

«Έλα, αγόρι μου, άλλη μια φορά. Τα ρήματα που λήγουν σε -ώνω γράφονται με ωμέγα. Πόσες φορές θα σ’ το πω. Ξαναγράφουμε την ορθογραφία και μετά θα σε πάω να παίξεις μπάλα με τους φίλους σου».

Τα γόνατά μου τρέμουν. Αλλά δε μασάω απ’ αυτά. Τα πόδια του Οιδίποδα μπορεί να ήταν πρησμένα αλλά τα δικά μου είναι επηρεασμένα από την ίωση. Έλα, Σφίγγα, ρώτα με ξανά, γνωρίζω την απάντηση. Είναι μεσημέρι και πατάω γερά στα πόδια μου.

Η δασκάλα της πρώτης δημοτικού, η κυρία Νόρα, με τη γλυκιά φωνή και τα μαλλιά στο χρώμα της νυχτερινής θάλασσας, δεν τον διόρθωσε ποτέ όταν υπέγραψε ως Χρίστος, με γιώτα. Απεναντίας, του κρατούσε το χέρι όταν προσπαθούσε να κάνει ολοστρόγγυλο το όμικρον.

Η φωνή του ανθυπολοχαγού ακούστηκε ακόμα πιο απειλητική απ’ τη φωνή του διευθυντή του σχολείου, εκείνη την πρώτη ημέρα του αγιασμού.

«Τα ερείπια να πάρουν τα πόδια τους πιο γρήγορα, αν θέλουν να υπηρετήσουν την πατρίδα, αλλιώς να μείνουν στην άκρη να μην εμποδίζουν τους υπόλοιπους. Χρήστου, μη λουφάρεις, γιατί θα μείνεις εκτός».

Θέλω να κάνω εμετό. Το κεφάλι μου πάει να σπάσει και τρέμω, αλλά δε θα του κάνω τη χάρη. Ο Κωνσταντίνος, η αράχνη, με πυρετό είχε πετάξει τη γραβάτα που τον στόλιζε η μαμά του, μας γλίτωσε από δύο γκολ στον πρώτο μας αγώνα και ας κυλιόταν στις λάσπες.

 

Ο λυγμός της μελωδίας του «Wish you were here» ακούστηκε από μακριά. Από πού προήλθε, από πού τον άρπαξε ξαφνικά η θλιμμένη μουσική του τραγουδιού; Το σπίτι του ήταν χώρος μαθημάτων μουσικής. Η Έλλη έβγαζε το ψωμί τους ως δασκάλα πιάνου. Στο σαλόνι δέσποζε το γυαλιστερό μαύρο μουσικό όργανο, οικογενειακό κειμήλιο, και πάντα ο Χ. διάβαζε συντροφιά με τις παράφωνες νότες που έπαιζαν στα πλήκτρα αρχάριοι μαθητές, αλλά και με τις συνθέσεις σπουδαίων δημιουργών που στοίχειωναν τον ύπνο του.

Πώς θα ’θελα να ήσουν εδώ

 

Είμαστε δυο χαμένες ψυχές, που κολυμπάμε σε μια γυάλα,

χρόνο με τον χρόνο,

τρέχοντας όλο στα ίδια και στα ίδια μέρη

και τι βρίσκουμε; Τους παλιούς μας φόβους.

 

Αχ και να ’σουν εδώ

Πόσες φορές είχε ακούσει αυτό το τραγούδι; Ακόμη δεν μπορούσε να ξεχωρίσει εάν η μουσική ή οι στίχοι τον συγκινούσαν τόσο βαθιά.

«Στοιχηθείτε!» η φωνή του αξιωματικού έφτασε υπόκωφη στα αυτιά του Χ., σαν απόηχος μιας άλλης εποχής. Ο νεαρός άνδρας κινήθηκε μηχανικά. Το όπλο ήταν ασήκωτο πλέον και ο ουρανός είχε σκοτεινιάσει ξαφνικά.

Στίχος και στοίχος σημαίνουν και τα δύο «σειρά, γραμμή, αράδα». Το στίχος, γραμμή ποιήματος και το στοίχος, γραμμή σε οποιαδήποτε παράταξη. Από το στίχος παράγονται τα δίστιχο, τρίστιχο, διάστιχο κτλ. Από το στοίχος, τα στοιχίζω, στοιχώ, στοιχούμαι, στοίχημα, στοιχηματίζω, στοίχιση…

Το «στοιχηθείτε» περιέχει τρία διαφορετικά -ι-· δεν το αμφισβητεί κανένας, αλλά εγώ προσπαθούσα δώδεκα χρόνια να πείσω κάθε εκπαιδευτικό για την ετυμολογία του ονόματός μου, επειδή το έγραφα με γιώτα. Όταν χρειάστηκε όμως να εκδώσω την αστυνομική μου ταυτότητα, αναφέροντας τα στοιχεία μου, ο αστυνόμος κατέγραψε το όνομά μου ως Χρήστος, με ήτα. Τόσο απλά. Γιατί αυτή η γραφή είναι η συνήθης, η «κανονική», μου τόνισε ο διοικητής του αστυνομικού τμήματος, όταν κατέφυγα στο γραφείο του να διαμαρτυρηθώ.

Ο διοικητής διέκοψε τη σκέψη του.

«Ανάπαυση! Προσοχή! Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.

Πάτερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά Σου…»

Ο λόχος με μια φωνή απήγγειλε την πρωινή προσευχή μεσημεριάτικα και ο Χρήστος Χρήστου, στην τελευταία σειρά ως μαθητής της πρώτης δημοτικού, ψέλλιζε πάλι τα λόγια του Ευαγγελίου του Ματθαίου, κεφάλαιο έξι, εδάφια 9-13, προσηλωμένος στον ξυρισμένο αυχένα του μπροστινού του. Το αχνοκόκκινο σημάδι που διαγραφόταν στο κρανίο του είχε το σχήμα του ψαριού και ο Χρήστος άπλωσε το χέρι να συγκρατηθεί από κει, γιατί έχανε τη γη κάτω απ’ τα πόδια του.

Τα τζιτζίκια είχαν σιωπήσει ξαφνικά. Ο αχός που ερχόταν από τον νοτιά ερχόταν προς τα μέρη τους. Ο άντρας που τον πλησίασε του έμοιαζε πολύ, γι’ αυτό δεν αντέδρασε όταν του ψιθύρισε: «Χρηστάκο, έλα, δεν πειράζει. Και οι δύο απόψεις σωστές είναι. Το ήτα ταιριάζει καλύτερα και με το επίθετό σου. Έλα, σύνελθε, μην καταρρεύσεις τώρα από μια ίωση. Κρίμα που δεν παίξαμε ποτέ μπάλα μαζί. Ξέρω ότι είσαι κι εσύ πολύ καλός παίκτης. Σήκω, αγόρι μου, η ζωή ένας αγώνας είναι. Μη με κοιτάζεις έτσι. Ο πατέρας σου είμαι».

Ο Χρήστος Χρήστου δεν είχε γνωρίσει ποτέ τον πατέρα του, αφού τον έχασε αγέννητος, πέντε μηνών, στην κοιλιά της μάνας του. Θυμάται όμως καλά την ημερομηνία του θανάτου του. Σάββατο 17 Νοεμβρίου του 1973. Ο πατέρας του ήταν ένα απ’ τα πρώτα θύματα της εξέγερσης κατά της δικτατορίας στο Πολυτεχνείο, όπου διαδήλωνε ως φοιτητής στο όνομα της ελευθερίας.

Το μαστίγωμα της νεροποντής τον συνέφερε. Ο Χρήστος στερέωσε το όπλο αποφασιστικά στον ώμο του. Ο πόνος είχε υποχωρήσει. Η δυνατή βροχή που τον έλουζε σαν να ξέπλενε από πάνω του την αδυναμία που ένιωθε προηγουμένως. Ύψωσε το κεφάλι και έγλειψε τις σταγόνες της βροχής που κυλούσαν στο πρόσωπό του.

«Διψούσα, μάλλον. Πάντα ξεχνούσα να πίνω αρκετό νερό στους αγώνες».

 

«Ορκίζομαι να φυλάττω πίστιν εις την Πατρίδα. Υπακοή εις το Σύνταγμα, τους Νόμους και τα Ψηφίσματα του Κράτους. Υποταγήν εις τους ανωτέρους μου. Να εκτελώ προθύμως και άνευ αντιλογίας τας διαταγάς των. Να υπερασπίζω, με πίστιν και αφοσίωσιν, μέχρι της τελευταίας ρανίδος του αίματός μου, τας Σημαίας. Να μην τας εγκαταλείπω μηδέ να αποχωρίζομαι ποτέ απ’ αυτών. Να φυλάττω δε ακριβώς τους Στρατιωτικούς Νόμους. Και να διάγω εν γένει ως πιστός και φιλότιμος στρατιώτης».

Ο νεοσύλλεκτος Χρήστος Χρήστου ορκίστηκε στο όνομα της πατρίδας του, δύο ημέρες μετά. Η μάνα του ήταν παρούσα στην ορκωμοσία, παρότι ήταν αντίθετη με την ιδέα της στρατολόγησης. Αυτή τη φορά στον σάκο της δεν κουβαλούσε το αρμόνιο αλλά μια φωτογραφική μηχανή, που του τη χάρισε αποχαιρετώντας τον.

Ο Χρήστος κρατά μια συγκεκριμένη φωτογραφία πάνω του πολλά χρόνια μετά. Η Έλλη, με τον μπερέ του να μισοκαλύπτει τα ξανθοκόκκινα μαλλιά της, τον κρατάει αγκαλιά και λάμπει από χαρά. Η φωτογραφία έχει από πίσω χειρόγραφα την ημερομηνία που τραβήχτηκε: Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2001. Δύο ημέρες πριν από την 11η Σεπτεμβρίου, όπου τρία αεροσκάφη οδηγημένα από ισλαμιστές τρομοκράτες με σκοπό να πλήξουν τον μεγαλύτερο εχθρό τους προσέκρουσαν στα σύμβολα των Ηνωμένων Πολιτειών, τους Δίδυμους Πύργους και το Πεντάγωνο, προκαλώντας τον θάνατο περίπου 3.000 χιλιάδων επισκεπτών και εργαζομένων.

Η Έλλη, μετά την ορκωμοσία του γιου της, ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη, γιατί πήγαινε να επισκεφτεί την παιδική της φίλη, που είχε εγκατασταθεί εκεί τα τελευταία δέκα χρόνια. Η Λήδα την είχε προσκαλέσει, γιατί ήθελε να μοιραστεί μαζί της τα γενέθλια των πενήντα της χρόνων.

Την Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου, στις 8.36.30 το πρωί, τοπική ώρα, η Έλλη, κατευθείαν από το αεροδρόμιο, συναντήθηκε με τη φίλη της στον ογδοηκοστό όροφο του Βόρειου Πύργου του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου, φορτωμένη με τον σάκο της και μια τούρτα με πέντε κεριά. Από την τζαμαρία του γραφείου της Λήδας, οι δυο γυναίκες σφιχταγκαλιασμένες κοίταζαν τον κόσμο από ψηλά, περιχαρείς που μοιράζονταν τη μοναδική αίσθηση που βίωναν σαν ελεύθερα πουλιά. Δέκα λεπτά αργότερα, την ώρα της επίθεσης, η Έλλη έπαιζε στο αρμόνιο που είχε ταξιδέψει μαζί της το «Wishyouwerehere» των PinkFloyd, και η φίλη της τραγουδούσε τους στίχους του πολύκροτου τραγουδιού των νεανικών τους χρόνων, πάνω απ’ τα αναμμένα κεριά, κόντρα στο καθιερωμένο τραγουδάκι τού «Happybirthday».

Ο Χρήστος, εκείνη την ημέρα, χιλιάδες χιλιόμετρα και επτά ώρες μακριά, κρατούσε σκοπιά κάτω από ισχυρή βροχόπτωση στο βορινό φυλάκιο του στρατοπέδου της Θήβας, περιμένοντας από μέρα σε μέρα να μετατεθεί, για την ασφάλεια της πατρίδας του, κάπου στα σύνορα. Μουσκεμένος πάλι, δεν παραξενεύτηκε που άκουσε τη μελωδία τού «Πώς θα ’θελα να ήσουν εδώ», του αγαπημένου τραγουδιού της μάνας του, να τον συντροφεύει από μακριά.

Η Έλλη Χρήστου παραμένει ακόμη ένας από τους είκοσι τέσσερις αγνοούμενους της τρομοκρατικής επίθεσης.

ΥΓ.

1. Ο Χρήστος Χρήστου διαπρέπει ως καθηγητής της αρχαίας ελληνικής φιλολογίας σε πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.

2. Κάθε αναφορά σε πρόσωπα και γεγονότα είναι απολύτως φανταστική.

 

Η Έφη Βενιανάκη γεννήθηκε στο Σίδνεϊ. Σπούδασε θέατρο στη Σχολή Αθηνών Γ. Θεοδοσιάδη και σκηνοθεσία στη Σχολή Σταυράκου. Έχει πάρει μέρος σε θεατρικές, κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές.

Είναι στέλεχος στον εκδοτικό οίκο Αιγόκερως και έχει γράψει το μυθιστόρημα Τρεις ωκεανοί και μια θάλασσα (εκδ. Ψυχογιός). Έχει γράψει επίσης τους θεατρικούς μονολόγους Η κραυγή και Το ξένο. Σκηνοθέτησε την παράσταση Ιερή Πόρνη 2 (Θέατρο Πυξίδα, 2013).

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Χορεύτρια στον Παρθενώνα» του Πέτρου Γκάτζια

«Και τι έχετε να πείτε εσείς οι νέοι; Τι έχετε να διηγηθείτε; Κάποτε γίνονταν πράγματα. Υπήρχαν προσωπικότητες, γεγονότα. Είχες κάτι να αφηγηθείς σε κάποιον προτού αφήσεις αυτόν τον κόσμο. Τώρα,...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Το μέντιουμ» του Γιώργου Μυλωνά

Τις περισσότερες ώρες τα Σαββατοκύριακα, που έμενα στους δικούς μου, τις περνούσα στο μπαλκόνι. Το έβρεχα με το λάστιχο για να καθαρίσει από το καυσαέριο που είχε μαζευτεί μέσα στην εβδομάδα και...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Τα δύσκολα, θαλασσινά ταξίδια» του Βασίλη Κόκκοτα

Εκείνα τα χρόνια, για να κάνεις ένα μακρινό ταξίδι στη θάλασσα, έπρεπε να προετοιμαστείς σωστά και για αρκετό καιρό: να συγκεντρώσεις όλες τις απαραίτητες προμήθειες, να δημιουργήσεις τις κατάλληλες επαφές, να πάρεις...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.