fbpx
Τζέιμς Τζόις: «Το κονάκι του Φιν» κριτική της Ανθούλας Δανιήλ

Τζέιμς Τζόις: «Το κονάκι του Φιν»

Ιδιάζουσα προσωπικότητα ο Τζέιμς Τζόις, γεννήθηκε στα τέλη του 19ου και πέθανε στα μέσα του 20ού αιώνα (1882-1941). Πατρίδα του το Δουβλίνο και όλη η γη. Τόποι όπου έζησε η Ζυρίχη, η Τεργέστη, το Παρίσι και πάλι η Ζυρίχη, όπου εξεμέτρησε τον πολυτάραχο βίο. Κανονικός Οδυσσέας που, όπως ο πρόγονος όλων των σπουδαίων ταξιδευτών, ο ομηρικός, έτσι και αυτός δεν αρκέστηκε στην Ιθάκη και, σύμφωνα με αποκλίνουσες από τον Όμηρο μυθολογικές θεωρίες, έφυγε, ταξίδεψε έτι περαιτέρω, γνώρισε γυναίκες-θεές και απέκτησε ενδιαφέροντες απογόνους. Από τον μύθο στην πραγματικότητα, ο Τζόις με τον δικό του Οδυσσέα έκανε το ανάλογο και το εφάρμοσε και στη γλωσσική συμπεριφορά του. Διάσημος λοιπόν ο Οδυσσέας του, αλλά σαν «φτωχική Ιθάκη» τον αφήνει πίσω για άλλα μεγάλα έργα, όπως η Αγρύπνια των Φίνεγκαν (Finnegans wake), η οποία τον συναγωνίζεται σε διασημότητα και λογοτεχνικό ενδιαφέρον. Ο πονηρός Ιρλανδός, δηλαδή, δεν αισθάνθηκε ότι με τον Οδυσσέα είχε «σφυρηλατήσει στης ψυχής του το σιδεράδικο την αδημιούργητη συνείδηση της αντάρτικης φυλής» ή αλλιώς της τσιγγάνικης, αφού η περιπλάνηση και το «σιδεράδικο» αυτής της φυλής είναι χαρακτηριστικά. Περιπλανώμενος, αλλά όχι δυστυχισμένος, δημιουργικός με μια αναλόγων προδιαγραφών γυναίκα πλάι του, τη Νόρα Μπάρνακλ, «όμορφη, κουκλί» με «καστανοκόκκινα μαλλιά σαν βουρκονέρι το λιόγερμα, βαθυγάλανα ωκεάνια μάτια και αδιάντροπο βλέμμα», πολλές άλλες που αγάπησε και τον αγάπησαν, είχε όλα τα απαιτούμενα για να μπει στην Αγρύπνια των Φίνεγκαν. Όσο για τον αναγνώστη, έπρεπε και αυτός να είναι «ιδανικός» και να διακατέχεται από «ιδεατή αγρυπνία».

Ανάμεσα σε δυο κολοσσιαίες συγγραφές, λοιπόν, έρχεται να κάνει γέφυρα Το κονάκι του Φιν. Ένα βιβλιαράκι με δέκα ιστορίες, οι οποίες ως θέματα θα αναπτυχθούν ή θα ενσωματωθούν στους Φίνεγκαν. Το κονάκι του Φιν το «είχε συλλάβει αρχικά σαν μια σειρά θρύλων», τα «επικλήτια» όπως ο ίδιος τα ονόμασε και το θέμα τους ήταν οι «ιστορικές και μυθολογικές στιγμές, οι οποίες διαμόρφωσαν την Ιρλανδία και οι οποίες εκτείνονται σε μιάμιση χιλιετία απ' όταν έφτασε ο Άγιος Πατρίκιος στην Ιρλανδία». Σαν να λέμε, κρατάει σημειώσεις για το μέγα έργο που θα ακολουθήσει αλλά δεν είναι απλώς σημειώσεις∙ είναι συμπυκνώσεις που περιμένουν την ανάπτυξή τους ή μέρη ενός μελλοντικού έργου. Στο μεταξύ, η δουλειά έστω και με τη μορφή συντετμημένων ιστοριών κερδίζει τους «αγρυπναυτιάδες» αναγνώστες της.

Όμως εκείνο το οποίο έχει μέγα ενδιαφέρον, πέραν των ιρλανδικών μύθων, θρησκειών, τεράτων, αποκλινουσών από το «ορθόν» ερωτικών ιστοριών, και άλλων πολλών χιουμοριστικών, είναι η γλώσσα με την οποία τα προσεγγίζει απομυθοποιώντας τα πάντα. Οι τίτλοι των ιστοριών μάς δίνουν μια πρώτη ιδέα: «Καλοσύνη στα ψάρια», «Ιστορία ενός λουτήρα», «Τα κρασοβάρελα της μνήμης», «Το σπίτι με τα εκατό μπουκάλια», «Να ο καθένας» (σαν να λέμε ο ανάποδος «Κανένας» που καθόλου δεν ταιριάζει, βέβαια).

Η αστραφτερά παίζουσα παραληρηματική αφήγηση αποκαθηλώνει τίτλους ευγενείας, κληρονομικώ δικαίω κτηθέντας, και με τα ονόματα και τα επίθετα που επιλέγει τους γελοιοποιεί. Και ακόμα αποδίδει προθέσεις, προβάλλει ιδιότητες, αποκαλύπτει ανεπάρκειες, σατιρίζει και πελαγοδρομεί σε παράπλευρες εξιστορήσεις, όπου τα σημεία στίξεως άλλοτε σπανίζουν και άλλοτε υπεραφθονούν σε μια σχέση παλίρροιας-αμπώτιδος. Με άλλα λόγια, δεν παίρνεις ανάσα από τον, χωρίς εμφανή λογική σειρά, λεκτικό χείμαρρο, περιμένεις παρ' όλα αυτά την αμέσως επόμενη εκφραστική έκπληξη. Η γραφή είναι απείρου βαθμού πληροφορητική, στον αντίποδα της γραφής μηδέν, που θα έλεγε και ο Ρολάν Μπαρτ, αν και η πρώτη εντύπωση αυτή είναι. Ο «αγρυπναναγνώστης» όμως υποχρεώνεται να μπει στις παρακαμπτήριες της ευθείας αφήγησης, αλλά δεν κινδυνεύει να χάσει τον προσανατολισμό του, αν είναι «ιδανικός». Δείγμα αυτής της αφήγησης το ακόλουθο:

«Επιβλητικός Να Ο Καθένας τωόντι φάνταζε πάντοτε, αδιάκοπα ίδιος και θαυμαστά άξιος μιας τέτοιας καθολικότητας κάθε που επόπτευε ακόπαστα από την καλή αρχή έως το αίσιον τέλος την αληθώς καθολική σύναξη όσων κατέφθαναν απ' όλες τις συνοικίες για να επευφημήσουν ένα σώμα μια ψυχή και όλοι μαζί αντάμα τον θίασο του κυρ-Γάμα Γάμα Κέλι στο έργο της αιωνοχιλιετίας Βασιλικό Διαζύγιο με φιλόδοξα μουσικά διαλείμματα απ' την ορχήστρα που έπαιζε το Κορίτσι της Μπο και τη Λίλι κατόπιν διαταγής από το θεωρείο του αντιβασιλέως όπου,» (μέχρι εδώ επτά γραμμές δύο κόμματα) «ως ένας αυθεντικός Ναπολέων ο Τέταρτος, ο πατερούλης του λαού καθόταν όλη την ώρα μ' όλο του το σόι και τον οίκο γύρω του, με το αμετάβλητο μαντίλι του φαρδιαπλωμένο να δροσίζει τον λαιμό του όλο, τον αυχένα μα και τις ωμοπλάτες, και με αψεγάδιαστης γκαρνταρόμπας σμόκιν ριγμένο μολοντούτο απλώς πάνω από 'να πουκάμισο έτσι που δικαίως να τον λες πανχελιδόνιο, να υπερέχει υπέρτερα απ' τα πλυντηριασμένα φράκα και τις μαρμαροστολισμένες σιφονιέρες στα μπροστινά καθίσματα και την πλατεία.» Και το α-θέμα συνεχίζεται και τελειώνει με τον ίδιο τρόπο.

Ο Τζόις θα κρίνει και θα κατακρίνει τους Ιησουίτες όπου τον έστειλε ο πατέρας του για καλύτερη παιδεία ως «ένα τάγμα άκαρδων ανθρώπων που φέρουν το όνομα του Ιησού κατ' επίφασιν». Θα «αμαρτήσει με μια γυναίκα που θα εκστασιαζόταν μαζί του», θα περιπλανηθεί και θα φωτογραφηθεί σε πόζες ενός άλλου περιπλανώμενου, του Αρθούρου Ρεμπό, θα δουλέψει τις λέξεις του μέχρι να γίνουν αναρίθμητα πολύχρωμα πρίσματα», σημεία αναφοράς του θα γίνουν «ο Ερρίκος Ίψεν και, φυσικά, ο Βάρδος, ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ, με το σύνθημα "Μακριά απ' το να σε λυπούνται" [...] Είναι ένας ανυπότακτος, ένας μοναδικός. Στο Πορτρέτο του καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία [...] θα συνοψίσει το πιστεύω του, το non serviam, το ου δουλεύω δε θα υποταχτώ: Δε θα υπηρετήσω κάτι στο οποίο δεν πιστεύω πια, είτε αυτό λέγεται σπίτι μου, είτε πατρίδα μου, είτε Εκκλησία. Θα προσπαθήσω να εκφράσω τον εαυτό μου με κάποιον τρόπο ζωής ή τέχνης όσο μπορώ πιο ελεύθερα και πιο ολοκληρωμένα, χρησιμοποιώντας για άμυνα τα μόνα όπλα που επιτρέπω στον εαυτό μου – σιωπή, εξορία, πονηρία». Ο τρόπος που γράφει κατά τη δική του εκτίμηση είναι «ένα μουδιασμένο, στουμπωμένο, πατικωμένο, γοργονοειδές, μαρμελαδιαστό, νανουριστικό γράψιμο με κάτι από λιβάνι, μοιρολατρία, αυνανισμό, μύδια βραστά, στην παλέτα ενός ζωγράφου, παπαρδέλες κ.τ.λ. κ.τ.λ.». Εν πάση περιπτώσει, από τη χειμαρρώδη και αθέματη ή πολυθεματική του αφήγηση, ο αναγνώστης παίρνει μια ιδέα από πολλά και άλλα αφορώντα τον αποκλίνοντα, απομυθοποιητικό τρόπο του, αλλά και από τα θέματα τα οποία επεξεργάζεται, σαν να λέει ότι ο κόσμος αρκετά γοητεύτηκε από καλλιγραφημένες λογικές και ωραιοποιημένες ιστορίες, καιρός να δει και κάτι άλλο, χωρίς να βάζει φρένο στην πένα του και να γράφει όπως η παρόρμηση και το πλήθος των πληροφοριών που συνωστίζονται στη σκέψη του πρέπει να βγουν και να αποτυπωθούν στο χαρτί. Οφείλουμε να επισημάνουμε την ενδιαφέρουσα μετάφραση αλλά και το απολαυστικό Επίμετρο του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη. Να μην ξεχάσουμε την, με παιδική αφέλεια αλλά συναφή με τα θέματα, εικονογράφηση του Casey Sorrow, καθώς και τη σύνθεση του εξωφύλλου του Γιώργου Παζάλου.

 

Το κονάκι του Φιν
Τζέιμς Τζόις
μετάφραση: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Ψυχογιός
120 σελ.
Τιμή € 13,30
1-patakis-link


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.