fbpx
Έντμουντ ντε Βάαλ: «Ο λαγός με τα κεχριμπαρένια μάτια»

Έντμουντ ντε Βάαλ: «Ο λαγός με τα κεχριμπαρένια μάτια»

Ο συγγραφέας Έντμουντ ντε Βάαλ, με το μεγαλόπρεπο και αριστοκρατικό «ντε» στη μέση του ονόματός του, γόνος της μεγάλης οικογένειας των Εφρούσι, της οποίας το όνομα και την καλλιτεχνική, και όχι μόνο, περιουσία πραγματεύεται στο βιβλίο Ο λαγός με τα κεχριμπαρένια μάτια, είναι διάσημος κεραμίστας και έχει επεξεργαστεί πολλά μικρά κομψοτεχνήματα σε πορσελάνη, τα οποία βρίσκονται σε μεγάλα μουσεία. Ο Ντε Βάαλ είναι ειδικός να μιλήσει για τη συλλογή νέτσκε που βρέθηκε στα χέρια της οικογένειας, προερχόμενη από τον Ιγκνάς ή Ίγκι, άνθρωπο με ευρεία παιδεία, απελευθερωμένο από το εγώ του, που έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην Ιαπωνία και αφηγείται μαγευτικά ιστορίες.

Το βιβλίο αρχίζει –inmediasres– από την Ιαπωνία, όπου η μοίρα έστειλε τον Βιεννέζο Ιγκνάς φον Εφρούσι ή –abovo– από την Οδησσό, αν θέλετε, όπου έχει τις ρίζες της η πλούσια οικογένεια και από όπου ξεκίνησε το 1850. Σαν μίτος της Αριάδνης η περίφημη συλλογή νέτσκε βρίσκεται εκεί και διασχίζει τον χρόνο, αλώβητη από την καταιγίδα της ιστορίας που έπληξε την οικογένεια.

Τα νέτσκε είναι μικρά αριστουργήματα γλυπτικής, να τα κλείσεις στην παλάμη σου, όπως και τον «λαγό» του τίτλου. Όμως τα νέτσκε είναι μάλλον η αφορμή για να περιδιαβάσει ο συγγραφέας στην ιστορία όλης της οικογένειάς του, που εστιάζει κυρίως στους δυο ωραίους νέους, Ίγκι και Σαρλ. Ωραίους και πλούσιους συλλέκτες. Ο δεύτερος είναι επιπλέον και φίλος και πάτρονας λογοτεχνών και καλλιτεχνών, το πρότυπο του κυρίου Σουάν στο έργο του Προυστ (Από την πλευρά του Σουάν). Κι ακόμα είναι εκείνος που γυρίζει την πλάτη στους συνδαιτυμόνες του Ρενουάρ, στον περίφημο πίνακα Το γεύμα στο κωπηλατικό πάρτι. Στον πίνακα αυτόν ο Ντε Βάαλ σταματά για να μας πει ποιος είναι ποιος και ποια είναι ποια, τι ρόλο παίζει ή ετοιμάζεται να παίξει στη σκηνή του θεάτρου, της τέχνης και της κριτικής. Ανάμεσά τους και ο ποιητής Ζυλ Λαφόργκ που συνομιλεί με τον Σαρλ, μάλλον αδιάφορο για το «πάρτι», ενδιαφερόμενο όμως για την τέχνη και δη των φίλων του Μανέ, Ντεγκά, Ρενουάρ και όχι μόνο. Η παρουσία του στο βάθος του πίνακα, με το επιβλητικό και ακατάλληλο για την περίσταση μαύρο ένδυμα και το ψηλό καπέλο, προοικονομεί την είσοδό του στην ιστορία της τέχνης και της κριτικής.

Οι Εφρούσι είναι τραπεζίτες, ζουν πολυτελώς, αγοράζουν σπίτια σαν παλάτια και τα διακοσμούν σαν μουσεία. Ξοδεύουν, βρίσκονται παντού, όπου βασιλείς, πρίγκιπες, επιφανείς και καλλιτέχνες. Το σπίτι τους στη Βιέννη είναι σαν παλάτι, το άλλο στο Παρίσι είναι μέγαρο, χτισμένο το 1871, στη Ρυ ντυ Μονζώ, την οδό όπου κατοικούν όλοι οι νεόπλουτοι Εβραίοι στα «χρυσαφένια σπίτια τους». Οι Εφρούσι μιλούν γαλλικά και ρωσικά, τα παιδιά μαθαίνουν λατινικά, ελληνικά, γερμανικά και αγγλικά, γιατί η πολυγλωσσία είναι δείκτης κοινωνικής τάξης. Τα αγόρια διδάσκονται ξιφασκία και ιππασία, τα κορίτσια χορό.

Ο Σαρλ ξεφεύγει από τις οικογενειακές επιχειρήσεις. Ταξιδεύει στην Ιταλία και γίνεται συλλέκτης, διότι το συλλέγειν οδηγεί στο βλέπειν κι εκείνο στο έχειν και στο γνωρίζειν. Αγοράζει πίνακες, μενταγιόν, επισμαλτωμένα αντικείμενα, δαντέλες του 16ου αιώνα, ένα αναγεννησιακό κρεβάτι, ταπισερί σε σχέδια του Ραφαήλ, γλυπτά σε ύφος Ντονατέλο. Γράφει βιβλίο για τον Ντύρερ. Αποκτά ερωμένη.

Ο Ιγκνάς ερωτεύεται, σκαρφαλώνει παράθυρα για τις ερωτοδουλειές του, είναι κοσμικός, συμμετέχει στον ιππικό όμιλο, μονομαχεί. Και οι δυο άντρες συγκεντρώνουν πάνω τους τα μάτια όλης της καλής κοινωνίας. «Οι νεαροί Εφρούσι εθεάθησαν στην Όπερα, σε δεξιώσεις του πρίγκιπα Τάδε, της κόμισσας Δείνα, υποβάλλουν τα σέβη τους στον τσάρο». Ο Εντμόντ ντε Γκονκούρ θεωρεί και τους δύο κακομαθημένους και αφόρητους, που συχνάζουν σε σαλόνια σαν αυτό της Μαντάμ Λεμαίρ που αναφέρει ο Προυστ. Ο εξαιρετικά ενοχλητικός τρόπος της ζωής τους, ο νεοπλουτισμός, η συσσώρευση πλούτου, η απληστία να αγοράσουν τα πάντα, τα οικονομικά σκάνδαλα στο χρηματιστήριο, η εξωφρενική σπατάλη και η επίδειξη στον υπέρτατο βαθμό ξεσηκώνουν τον φθόνο εναντίον τους, ιδίως όταν ανεβαίνει ο αντισημιτισμός.

Ο αναγνώστης παρακολουθεί την άνοδο και τη λάμψη της πλούσιας οικογένειας, αντλώντας παράλληλα πληροφορίες για την Τέχνη και τους εκπροσώπους της, για πρόσωπα και πράγματα της κοινωνίας του τέλους του 19ου αιώνα και του πρώτου μισού του 20ού στο Παρίσι, αλλά και για τη μεγάλη στροφή των Ευρωπαίων προς την Ιαπωνία –τον πακτωλό έργων τέχνης– την οποία όλοι «οι συλλέκτες αισθάνονται την επιθυμία να βιάσουν, να τα πάρουν όλα». Είναι η ευκαιρία, εφόσον ξεπεσμένοι φεουδάρχες πωλούν τα κειμήλιά τους, σαμουράι τα σπαθιά τους και χορεύτριες τα κορμιά τους. Η επίδραση είναι μεγάλη. Ο Τζέημς Τισό π.χ. ζωγραφίζει τη Japonaiseaubain, ένα κορίτσι με βαρύ μπροκάρ κιμονό, έργο που αποτέλεσε το πρότυπο για ανάλογο πίνακα του Μονέ με τη γυναίκα του Καμίγ, κάτι που συναντά επίσης κανείς και στο Από την πλευρά του Σουάν του Προυστ. Ο Γκυ ντε Μωπασάν κάνει λόγο για τη μανία των μπιμπελό, μια μικροκαμωμένη τέχνη από μικροκαμωμένους Ιάπωνες, οι οποίοι δεν δείχνουν να τους λείπει ένας Παρθενώνας ή ένας Ρέμπραντ. Έκπληκτος είναι ο Κίπλινγκ από την πληθώρα των σημειώσεων για τα μικροσκοπικά πράγματα. Για «ερωτική τέχνη που ξελογιάζει τα μάτια» μιλάει ο Ντε Γκωνκούρ, εταίρες σε ακροβατικές συνευρέσεις ξετρύπωσαν ο Ντεγκά και ο Μανέ, χταπόδια, μαϊμούδες, φαλλικά μανιτάρια, σκασμένους λωτούς στην υπηρεσία της ερωτικής αποπλάνησης. Ο Ζυλ Λαφόργκ, που αναφέρθηκε ήδη, δούλευε για λογαριασμό του Σαρλ, παρατηρώντας τα αντικείμενα στο σπίτι του Σαρλ. Γιατί ο Σαρλ, εστέτ και λάτρης της Τέχνης και φίλος των ιμπρεσιονιστών, παρότρυνε φίλους του να αγοράσουν πίνακες ζωγράφων που ήθελε να βοηθήσει, όπως τη Μαντάμ Στρως π.χ. να αγοράσει «νούφαρα» του Μονέ. Υπερασπίστηκε τους ιμπρεσιονιστές όταν κατηγορήθηκαν ότι κερμάτιζαν τη ζωή σε φευγαλέες ματιές και επιφωνήματα. Δικαιολόγησε τις πολλαπλές συνέχειες, τα επαναλαμβανόμενα θέματα, τον άνθρωπο μέρος της φύσης και όχι στο κέντρο της φύσης. Γενικά οι παρατηρήσεις του αποτελούν εύστοχα σχόλια καλλιτεχνικά, κατευθύνουν τη ματιά και την κρίση του αναγνώστη, εκπαιδεύουν το κοινό και το καθοδηγούν.

Κι όταν τελειώνει η ευτυχισμένη περίοδος, έρχεται η ανατροπή. Οι άνθρωποι, η τράπεζα, οι επιχειρήσεις, το σπίτι, τα έπιπλα, οι πίνακες, τα μπιμπελό, τα βιβλία, όλα στα χέρια των ναζί. Όσοι δεν πέθαναν σκορπίζουν στις πέντε ηπείρους. Γλίτωσαν, λόγω μεγέθους, τα 264 νέτσκε, ελάχιστο δείγμα μιας τεράστιας κληρονομιάς, τα οποία απαλά, μικρά και λαμπερά σαν φωτάκια, δείχνουν την πορεία των Εφρούσι, πικρή νέα έξοδο των Εβραίων, στους οποίους το εξαιρετικό αυτό βιβλίο του Ντε Βάαλ αποτελεί ευλαβικό αφιέρωμα.

 

Ο λαγός με τα κεχριμπαρένια μάτια
Έντμουντ ντε Βάαλ
μετάφραση: Τίλλα Μπαλλή
Gema
422 σελ.
Τιμή € 16,00


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.