fbpx
Λιάνα Σακελλίου: «Όπου φυσά γλυκά η αύρα»

Λιάνα Σακελλίου: «Όπου φυσά γλυκά η αύρα»

Νύχτα σε νησί, με τον αέρα να βουίζει πάνω από μια έρημη ακτή, κι ένα αμυδρό φως να δημιουργεί έναν αχνό φωτεινό κύκλο, μέσα στον οποίο ίσα που διακρίνονται ανθρώπινες, φασματικές μορφές. Αυτή η εικόνα μου ήρθε στο μυαλό μόλις έπιασα στα χέρια μου την ποιητική συλλογή της Λιάνας Σακελλίου Όπου φυσά γλυκά η αύρα και άρχισα να διαβάζω τα εξαιρετικά και πολύ ιδιαίτερα αφηγηματικά ποιήματά της. Και ήταν μια εικόνα που με ακολουθούσε σε όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης, ακόμα και όταν έφτασα στο τέλος. Ο κόσμος των ποιημάτων της είναι μαγευτικός και ταυτόχρονα τόσο αληθινός και οικείος. Αν έχεις μνήμες από νησί, γίνεται ακόμα πιο συναρπαστικός. Αλλά και αν δεν έχεις, η ποιήτρια, όντας και η ίδια μέρος αυτού του κόσμου, σε κάνει κοινωνό του με τρόπο μαγικό και σου τον συστήνει με αμεσότητα, συγκίνηση και νοσταλγία.

Στο ποίημά του On the grasshopper and cricket, ο Τζον Κιτς λέει, «The Poetry of earth is never dead» («Η ποίηση της γης δεν πεθαίνει ποτέ»). Παραφράζοντας λίγο τον στίχο, θα έλεγα, η ποίηση που αναδύεται από έναν τόπο δεν πεθαίνει ποτέ. Η ποίηση που αφορά ανθρώπους που πέρασαν από έναν τόπο και άφησαν το στίγμα τους είτε μέσα από μαρτυρίες είτε από αντικείμενα ή γεγονότα που είχαν μεγαλύτερη ή μικρότερη σημασία, αυτή η ποίηση με τον διαχρονικό και ενίοτε ιστορικό της χαρακτήρα, μένει πάντα ζωντανή.

Ο τόπος χαρακτηρίζεται από τους ανθρώπους του, αποκτά υπόσταση και ζωή μέσα από την καθημερινότητά τους, τις περιπέτειές τους, τις δημιουργίες τους. Οι άνθρωποι αφήνουν το αποτύπωμά τους που μένει ανεξίτηλο, και κάθε νέα γενιά, κάθε νέα εποχή, προσθέτει και κάτι δικό της και μέρα με τη μέρα, χρόνο με τον χρόνο, σχηματίζεται ο χάρτης των ανθρώπων που έζησαν κατά καιρούς σε ένα μέρος, διαμορφώνοντας την ανθρωπογεωγραφία τους, με τα ήθη, τα έθιμα, όλα τα χαρακτηριστικά της.

Η ποιητική συλλογή της Λιάνας Σακελλίου Όπου φυσά γλυκά η αύρα, είναι εμπνευσμένη από τον Πόρο, εστιασμένη στο νησί και θεματολογικά αφιερωμένη σ’ αυτό. Μέσα από τα θεματικά ποιήματά της, που όλα γυρίζουν πίσω σε άλλες εποχές, ανασυντίθεται μια μεγάλη και πολυσύνθετη τοιχογραφία ανθρώπων, ηθών, γεγονότων.

Ο εύηχος και ατμοσφαιρικός τίτλος της συλλογής ακούγεται σαν τραγούδισμα, είναι σαν να σε τυλίγει όντως με την αύρα και τους θαλασσινούς ήχους του όμορφου νησιού, του συνδυασμένου για την ποιήτρια με μνήμες, μαρτυρίες, προσωπικές υποσχέσεις. Η εικόνα στο εξώφυλλο, η φωτογραφία της Elena Sheehan που δείχνει ένα λευκό καλό φόρεμα (ίσως νυφικό;) μέσα σε ζελατίνα, αντιπροσωπεύει όλες αυτές τις αναμνήσεις, τις πολύτιμες και μοναδικές, που όλοι μας έχουμε και πρέπει να διαφυλάσσονται και να μένουν κλεισμένες κάπου μέσα μας σαν σημείο αναφοράς. Ή απλά για να μας συνδέουν με το παρελθόν, με τόπους και οικείους ανθρώπους που αγαπήσαμε, αλλά και που γνωρίσαμε μέσα από το έργο τους ή από αφηγήσεις άλλων και δικές τους μαρτυρίες.  

Ο λόγος της Λιάνας Σακελλίου είναι απλός και στιβαρός, λυρικός και συνάμα ρωμαλέος. Τα ποιήματά της είναι πλημμυρισμένα από συναισθήματα που όμως διοχετεύονται με έναν τρόπο κάθε άλλο παρά τυπικό ή αναμενόμενο.

Το εξώφυλλο είναι ασπρόμαυρο, σαν τις παλιές φωτογραφίες. Όλοι μας έχουμε παλιές φωτογραφίες, που πολλές φορές απεικονίζουν πρόσωπα που δεν τα ξέρουμε, προγόνους μακρινούς. Κοιτάζοντάς τες, είναι σαν να συνδεόμαστε με το παρελθόν, με τις ρίζες μας. Διαβάζοντας τα ποιήματα της Λιάνας Σακελλίου, είναι σαν να ξεφυλλίζουμε ένα άλμπουμ με παλιές φωτογραφίες. Και βλέποντάς τες μία μία, μαθαίνουμε τις γοητευτικές ιστορίες τους.

Ο χρόνος επιτέλους δικός μας.
Ακούω με προσοχή τις ιστορίες των άλλων.
Γύρω μας ερημιά.
(«Εις Άδου κάθοδος»)

Η ποιήτρια ακούει τις ιστορίες, τις αφουγκράζεται και τις μετουσιώνει σε ποίηση. Ιστορίες που θα μπορούσαν να είναι μικρά αφηγήματα, ή εικόνες μέσα σ’ ένα φωτογραφικό λεύκωμα, βρίσκουν όμως μια ιδανική έκφραση μέσα από τον ποιητικό λόγο, παίρνουν μια άλλη διάσταση – απευθύνονται στο συναίσθημα του αναγνώστη, τον ωθούν να ανατρέξει σε δικές του ανάλογες αναμνήσεις και παραστάσεις.

Οι ήρωές της, άλλοτε καθημερινοί και άλλοτε εξέχοντες, κάποιοι συγγενικά της πρόσωπα, έχουν εξίσου ουσιαστικό ρόλο. Δίνεται η ίδια συναισθηματική βαρύτητα και στον ζωγράφο που:

βάφει την κρήνη, τα κελιά
σαν ιταλική αγροικία κυανά,
στη σκεπή ρίχνει την πρασινάδα
τριανταφυλλένια η κόρη
ο άγγελος μαβής με λύρα
και όσο διαρκεί η μουσική
ανοίγει τον κρίνο
η πηγή
(«Ο Παρθένης επισκέπτεται το μοναστήρι»)

Αλλά και στον μετανάστη που μας αφηγείται την πολυτάραχη ιστορία της ζωής του:

Ταξίδεψα πίσω στον Νέο Κόσμο.
Δεν περιπλανήθηκα.
Στο ίδιο μέρος ταβερνιάρης.
Έγινα στοιχειό
και κανείς δεν μ’ έβλεπε
για να με σώσει.
(«Με θέα τη θάλασσα»)

Ο λόγος της Λιάνας Σακελλίου είναι απλός και στιβαρός, λυρικός και συνάμα ρωμαλέος. Τα ποιήματά της είναι πλημμυρισμένα από συναισθήματα που όμως διοχετεύονται με έναν τρόπο κάθε άλλο παρά τυπικό ή αναμενόμενο. Είναι ποιήματα που και αξίζει και επιβάλλεται να διαβαστούν πολλές φορές, καθώς η κάθε καινούρια ανάγνωση μπορεί να φέρει στην επιφάνεια μια νέα λεπτομέρεια, μια νέα αναφορά, να δημιουργήσει μια καινούρια εικόνα, να φωτίσει μια άλλη οπτική γωνία. Η ποιήτρια αγαπάει τον τόπο για τον οποίο γράφει, αγαπάει τους ανθρώπους που σχετίζονται με αυτόν, και με την ίδια αγάπη περιβάλλει και τις λέξεις που χρησιμοποιεί για να κάνει τις περιγραφές της. Και δημιουργεί με τις λέξεις αυτές συνθέσεις με υψηλή αισθητική και ποιητική αξία. Διαθέτει την ευθύτητα και τον άμεσο συμβολισμό του Τ. Σ. Έλιοτ, συνδυάζοντας την περιγραφικότητα με την αλληγορία:

Τι είναι λοιπόν το σπίτι αυτό;
Τα νούφαρα στη στέρνα
τόσο κοντά, τόσο κοντά στη θάλασσα;
Και τόση άμμος
και τόσα ονόματα
έχει μια σκάλα
ένα λυχνάρι
κι εξαρτάται από τηλέφωνα
η άφιξή της;
(«Γαλήνη – Ο τελευταίος πορθμός»)

Το μεσογειακό στοιχείο είναι έντονο, καθώς και οι επιρροές από τη Δύση. Όλα τα επιμέρους στοιχεία εναρμονίζονται τέλεια και εναλλάσσονται στους στίχους και τις στροφές αποτυπώνοντας εικόνες, συναισθήματα, αναπολήσεις, όνειρα, κυριολεκτικά και νοερά ταξίδια. Συχνά η φύση επιστρατεύεται για να παραλληλιστεί με τις εσωτερικές, και όχι μόνο, αναζητήσεις του ανθρώπου:

Αντί για την πόλη
ζω ελεύθερος στα κωνοφόρα.
Κι όπως οι αφηγήσεις
καταλήγουν σε συμπέρασμα,
έχουν ένα νόημα,
βραδιάζει
και φτάνω κάτω από το φύλλωμα
στον βυθό.
(«Παλάτια»)

Η ποιητική συλλογή είναι χωρισμένη σε έξι ενότητες με πολύ χαρακτηριστικούς για το περιεχόμενο και με δυνατούς συμβολισμούς τίτλους: Το Αθάνατο Νερό, Πηγές, Χρώματα Εμπιστοσύνης, Με Θέα Τη Θάλασσα, Παλάτια, Εργόχειρο Ιδιωτικής Αξίας. Διαβάζοντας τα ποιήματα, ακόμα κι αν δεν έχεις επισκεφθεί το νησί του Πόρου, βλέπεις μπροστά σου τα μέρη, τα σπίτια, την εξοχή. Τα αρώματα του λεμονοδάσους ενώνονται με την αύρα της θάλασσας και δημιουργούν μια ατμόσφαιρα μυστηριακή, μια μυσταγωγία στην οποία συμμετέχεις με όλες σου τις αισθήσεις. Η ομορφιά του τόπου και η γοητεία των ανθρώπων του αποτελούν ένα πρώτης τάξεως υλικό, που συχνά γίνεται πηγή έμπνευσης και δημιουργίας: 

Άλλοτε πάλι, οι πρωταγωνιστές θυμίζουν τους καλυμμένους με λάβα κατοίκους της Πομπηίας. Σαν tableaux vivants, ίσως και μέρη σκηνικών που έχουν παγώσει στον χρόνο. Κλεισμένα μέσα στον φακό μιας φωτογραφικής μηχανής ή απεικονισμένα στον καμβά ή το χαρτί, κέρδισαν μια θέση στην αθανασία.

Τα ρόδια μας έγιναν πίνακες
(«Το μοίρασμα των καρπών»)

Είναι και τα ποιήματα ζωντανοί πίνακες ζωγραφικής, υπέροχες ελαιογραφίες – μια σειρά από απεικονίσεις προσώπων και περιστατικών. Δεν είναι τυχαίο ότι σε αρκετά ποιήματα η θεματολογία έχει να κάνει με τη ζωγραφική. Μαζί με τη θάλασσα και το υδάτινο στοιχείο γενικότερα, είναι από τα θέματα που συναντάμε πιο συχνά στη συγκεκριμένη ποιητική συλλογή.

Άλλοτε πάλι, οι πρωταγωνιστές θυμίζουν τους καλυμμένους με λάβα κατοίκους της Πομπηίας. Σαν tableaux vivants, ίσως και μέρη σκηνικών που έχουν παγώσει στον χρόνο. Κλεισμένα μέσα στον φακό μιας φωτογραφικής μηχανής ή απεικονισμένα στον καμβά ή το χαρτί, κέρδισαν μια θέση στην αθανασία. Σαν σκόρπιες σελίδες ενός παλιού ημερολογίου, που ανακαλύπτεις κρυμμένο σε μια σοφίτα, με χωμένα ανάμεσα στα φύλλα του ξεραμένα λουλούδια και μικρά ενθύμια – μικρά αλλά τόσο πολύτιμα. Πρόσωπα περνούν πίσω από τα παραπετάσματα που ανεμίζουν στα ανοιχτά παράθυρα. Έρχονται στο μυαλό εικόνες που έχουμε δει σε καρτ-ποστάλ ή σε ταινίες εποχής. Φθινοπωρινές βόλτες σε παραλίες με τον αέρα να αναταράζει την άμμο, περιπλανώμενοι θίασοι τσίρκων με παλαιστές, ακροβάτες, θαυματοποιούς. 

[…] γλαδιόλες, τριαντάφυλλα, γαρίφαλα
κι η παραλία με κόσμο, άρματα
και ορχήστρες και κατεβάζαμε
καρέκλες απ’ τα σπίτια και να!
η ευωδιαστή παρέλαση
(«Ανθεστήρια»)

Και παρακάτω στο ίδιο ποίημα, η ομορφιά, η ευαισθησία, η συγκίνηση κυριαρχούν:

Τα κύματα μπερδεύεις με τον ουρανό –
Χειμώνας ήδη, παίζεις με τα χρωματιστά
μολύβια και με ρωτάς, πετάω ή κολυμπώ;
Φτιάχνεις ξανά το δρόμο, σου απαντώ,
με τ’ άνθη.

Άλλοτε οι εικόνες ξεφεύγουν, γίνονται ονειρικές ή ακόμα και οραματικές:

Τον ζωγράφο συνοδεύουν πλάσματα του βυθού
Και τα μαλλιά του πράσινα μακραίνουν
(«Merci pour le beau séjour»)

Άλλοτε πάλι, με άλλες αφορμές, οι στίχοι γίνονται εσωτερικές εξομολογήσεις:

Έχεις το θάρρος να μετρήσεις τώρα
τους ανθρώπους που αγάπησες;
(«Το βιβλίο επισκεπτών της»)

Ενώ μέσα από μια θαλασσινή εικόνα, η αλληγορία και η πικρή διαπίστωση ταυτίζονται οριστικά και αμετάκλητα:

Ο βυθός έχει αλλάξει.
Αυτά έχουν πια χαθεί.
(«Στιλπνό»)

Ωστόσο όλα καταλήγουν στον ίδιο παρονομαστή:

Πρόσωπα εναλλασσόμενα αφηγούνται κουβέντες
που έγιναν στο ίδιο μέρος από ανθρώπους που έχουν φύγει.
(«Cadenza»)

Και κάπως έτσι, «όπως φυσά γλυκά η αύρα» στον Αργοσαρωνικό, φέρνοντας τις μυρωδιές από άλλες εποχές και τις μνήμες από ανθρώπους των οποίων η προσωπική, ιδιαίτερη αύρα πλανιέται ακόμα στο νησί, κλείνει ένα ταξίδι νοερό μεν αλλά τόσο ζωηρά παρουσιασμένο. Η Αρτσία, η Κάρμεν, ο Σκαρλάτος, ο Παρθένης, ο Σπυρίδων, η Ειρήνη, η Ματίνα, η Νίνα, δεν άφησαν ποτέ τον τόπο αυτόν. Εξακολουθούν να περιφέρονται σαν άυλες μορφές στα μέρη όπου έζησαν και τα οποία είναι φορτισμένα με την παρουσία και την ανάμνησή τους.

Έχοντας όλοι και όλα σαν οριστική επισφράγιση τη μητέρα, που είναι, στην ουσία, η ίδια η ζωή:

Στην Ανατολή βρήκα χαλιά με το
Δέντρο της Ζωής υφασμένο μέσα τους.
Ήταν μηλιά εκείνο.
Είχε στρογγυλούς κόκκινους καρπούς.

Κάτω απ’ το παχύ φύλλωμά του
Βρισκόταν πάντα η μητέρα μου.
(«Το Δέντρο της Ζωής»)

 

Όπου φυσά γλυκά η αύρα
Λιάνα Σακελλίου
Gutenberg
142 σελ.
ISBN 978-960-01-1886-5
Τιμή: €10,00
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΠΟΙΗΣΗ
Αναστασία Γκίτση: «Ό,τι λύπει συναρμολογείται»

Ελάχιστες φορές έχω διαβάσει ένα ποιητικό βιβλίο, μια σύνθεση όπως αυτήν της Αναστασίας Γκίτση, με σφιγμένα δόντια. Από την πρώτη σελίδα η ηθελημένη ορθογραφία δίνει την συγκολλητική ουσία της...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΠΟΙΗΣΗ
Γιώργος Σταυριανός: «Παιδί του ανέμου»

Το Παιδί του ανέμου  έρχεται να φωτίσει τη στιχουργική ιδιότητα του Γιώργου Σταυριανού, ενός από τους μεγαλύτερους Έλληνες συνθέτες· κι επίσης, σημαντικού λογοτέχνη και πανεπιστημιακού δασκάλου. Το βιβλίο...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.