fbpx
Βασίλης Ζηλάκος: «Ξύλο ξανθό π’ αφράτεψε στο στόμα»

Βασίλης Ζηλάκος: «Ξύλο ξανθό π’ αφράτεψε στο στόμα»

Σπάνια, τα τελευταία χρόνια βλέπουν το φως της δημοσιότητας ποιητικές συνθέσεις που αναδίνουν εύοσμη πνοή και ομορφαίνουν το αποδυναμωμένο τοπίο της ποιητικής έκφρασης. Έχει δημιουργηθεί τέτοια σύγχυση και τέτοια εκλαΐκευση, που έφτασε να θεωρείται και να προβάλλεται για ποίηση κάθε ανούσιο στιχούργημα, κάθε προχειρολόγημα.

Η επισήμανση του Ρ.Μ. Ρίλκε σε γράμμα του «Σε ένα νέο ποιητή» πως «Ένα έργο τέχνης είναι άξιο αν ξεπηδάει από μιαν ανάγκη», μου ήρθε αυτομάτως στο νου μόλις τελείωσα την πρώτη ανάγνωση της ποιητικής συλλογής του Βασίλη Ζηλάκου με τον πρωτόγνωρο, συμβολικό τίτλο Ξύλο ξανθό π’ αφράτεψε στο στόμα. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο. Υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη από εκείνη που δημιουργεί η έλλειψη επικοινωνίας και κοινωνίας με το αγαπημένο πλάσμα, όταν συμβεί η απώλεια που κάνει τον ή τους εναπομείναντες φτωχούς και ενδεείς, ώστε να νιώθουν ερημίτες, εξόριστοι και να βιώνουν στην ερήμωση της ψυχής τους τον πόνο σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια;

Ο Βασίλης Ζηλάκος χαρακτηρίζει ευφυώς τα ποιήματα της δεύτερης ποιητικής του συλλογής «αποσπάσματα από τις γραφές ενός Εξόριστου» και τα παρουσιάζει σαν αποσπάσματα από σελίδες ημερολογίου ενός εξορίστου – του εαυτού του, φυσικά. Αυτός ο χαρακτηρισμός μαζί με το κείμενο που προτάσσει και το τελευταίο ποίημα της συλλογής δίνουν το στίγμα ετούτης της ολοκληρωμένης ποιητικής σύνθεσης όπου με αξιοσύνη, ευστοχία και μέτρο αφομοιώνει στην ποίησή του τις διάφορες και εμφανείς επιρροές και καταφέρνει να κάνει όλα τα στοιχεία καταδικά του.

Ο τίτλος παραπέμπει στην Π. Δ., στο Ξύλο, στο δέντρο της ζωής του Παραδείσου. Τελευταία με είχε απασχολήσει το γράμμα Ξ, ξ, η ξηρότητα και η χρήση του στην καθημερινότητά μας και ξαφνικά βρέθηκα μπροστά στη μεταφυσική του «αφρατεμένου στο στόμα ξύλου ξανθού». Δεν ξέρω αν τυχαία, σκόπιμα ή από ένστικτο εδώ το επίθετο κατέχει θέση κατηγορουμένου, συντακτικά εννοώ. Οπωσδήποτε, δεν δηλώνει σταθερό χαρακτηριστικό του ουσιαστικού ξύλο στο οποίο αναφέρεται και έχει σημασία. Αφορά συγκεκριμένη στιγμή και συγκεκριμένη κατάσταση, πρόσωπο, γεγονός ή ό,τι άλλο είχε στο νου του ο ποιητής.

Η ποίηση του Βασίλη Ζηλάκου κινείται σε υπερβατικό τοπίο, στον υποβλητικό χώρο των «Ψαλμών», του «Άσματος Ασμάτων», της «Αποκάλυψης του Ιωάννη» και της πολυσήμαντης ποιητικής δημιουργίας του Οδυσσέα Ελύτη. Όμως, ό,τι πορίζεται από τις πηγές του το ενσωματώνει στο δικό του αποκλειστικά έργο και κατορθώνει να δημιουργήσει ένα υπέροχο ποιητικό μόρφωμα χρησιμοποιώντας τρόπους και δρόμους συμβατούς και ασύμβατους με την παρούσα ποιητική πραγματικότητα, έξω και μακριά από την προχειρότητα και την κοινή λογική. Δίνει την εντύπωση πως βιώνει εσωτερικά μια πραγματικότητα που θέλει να δώσει χρησιμοποιώντας σύμβολα που δημιουργούν ατμόσφαιρα, καθορίζουν, δραματοποιούν το περιεχόμενο της ποίησης αυτής και σηματοδοτούν την προοπτική ενορατικής συνάντησης με το απόν πάθος σε αναστάσιμη εαρινή ισημερία ύστερα.

Αν και συχνά θυμίζει «Γεροντικό» και συνολικά το τοπίο είναι νεκρικό, μοιάζει με ατέλειωτη χοή, σπονδή νεκρική ψυχής ζώσας ακένωτης, ετούτη η ποίηση δεν λειτουργεί καταθλιπτικά, είναι ποίηση εξαγνιστική, λυτρωτική. Τα δυνατά δραματικά στοιχεία λειτουργούν θετικά και δημιουργούν στις απαράμιλλες συνθέσεις τοπία ιλαρά που απογειώνουν.

Συνηθίζω να ξεκινάω το ξεφύλλισμα όποιου βιβλίου έρχεται στα χέρια μου από το τέλος. Με ξάφνιασε περίεργα, ευχάριστα και λυπητερά μαζί το «τελετουργικό» όλης της ποίησης που κλείνει με την απεγνωσμένη επίκληση «Στην ψυχή μου»: «Στάσου, μικρή μου. Στάσου, για πού τώρα φεύγεις;». Με προκάλεσε και διάβασα με προσοχή όλη τη σύνθεση. Θα διακινδύνευα να ομολογήσω πως στα τόσα χρόνια που βρίσκομαι σε επαφή με ποιητικές μορφές έκφρασης του λόγου, δεν έχω συναντήσει τρυφερότερους στίχους και ευκρινέστερες, ιλαρές εικόνες, έξοχους πίνακες ζωγραφικής.

Ο ποιητής προσεγγίζει τα πράγματα που αφορούν το αντικείμενο της ποίησής του και στήνει υποβλητικές ποιητικές εικόνες, τοπία εύοσμα νεκρικών παραδείσων.

Βλέπει μια ψυχή που εγκαταλείπει το σώμα σαν μια μικρούλα, μια αέρινη παιδούλα που πάει ανέμελη, ανυποψίαστη στο μακρινό ταξίδι που δεν έχει επιστροφή ανεμίζοντας το μαντίλι του αποχωρισμού. Εκείνος την παρακαλεί να μείνει, να της μάθει τον κόσμο, να της δείξει τις ομορφιές της ζωής που δεν πρόφτασε να δει, να της γνωρίσει τη μεγάλη ανθισμένη πολιτεία με τα φώτα του ηλεκτρικού, να της δείξει αργά τη νύχτα όλα τα μνήματα «μετρώντας/ την απόσταση από τον έναν τόπο στον άλλο».

Αφού η επίκληση δεν εισακούεται, ο ποιητής παρηγορείται σκεπτόμενος πως το αντικείμενο της αγάπης του θα μείνει έτσι στη μνήμη του και στη μνήμη του κόσμου, μικρή, τρυφερή, πανέμορφη κι απείραχτη από του χρόνου την αδυσώπητη φθορά ύπαρξη. Και συνεχίζει να τη νοιάζεται καθώς εκείνη συνεχίζει το αιώνιο ταξίδι της έτσι μικρή, αθώα κι ανυποψίαστη: «Πάνω στις ράγες σου συνέχισε να σφυρίζεις/ πονεμένη τις ώρες του νερού και της ομίχλης»,/–γιατί «Μέρα με τη μέρα, μήτε ξερό μήτε μουσκεμένο/ αλλά σχεδόν αιώνιο είναι το ταξίδι αυτό!».

Έχει τις επιφυλάξεις του για το πόσο «αιώνιο» μπορεί να είναι το ταξίδι μιας ψυχής που αποχωρίζεται το σώμα και πάει για εκεί «ένθα ουκ έστι πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός αλλά ζωή… ατελεύτητος (;)». Γι’ αυτό κάνει μια τελευταία προσπάθεια να τη σταματήσει, ας είναι και στα μισά του δρόμου: «Στάσου, μικρή μου. Στάσου, γιατί φεύγεις;». Δεν εγκαταλείπει την προσπάθεια κι ας ξέρει πως ο αγώνας είναι μάταιος.

Όλα τα ποιήματα της συλλογής, όλα τα μέρη μιας προσωπικής τραγωδίας, θα έλεγα, είναι σημαντικά και αποκαλυπτικά των δυνατοτήτων του ποιητή Βασίλη Ζηλάκου. Και, μολονότι το τοπίο προσομοιάζει με τοπίο Μεγάλης Εβδομάδας και δη Μεγάλης Παρασκευής με επιτάφια άνθη σκορπισμένα παντού, δεν ακούγονται θρήνοι, αλλά ρυθμοί ευανάγνωστα λυτρωτικοί, τα πάντα προμηνύουν κάτι ηθελημένα αναμενόμενο, κάποια ανάταση και ανάσταση. Ο ποιητής κατάφερε να μετουσιώσει τον πόνο και τον καημό του για ό,τι απωλέσθη όχι σε θρήνο, σε δυνατή ποίηση.

Η ποιητική συλλογή και τυπογραφικά είναι πανέμορφη. Τα χαρακτικά σχέδια και οι ζωγραφιές εκλεκτών καλλιτεχνών που την κοσμούν εξωτερικά και εσωτερικά λειτουργούν θετικά και δίνουν τη δική τους άποψη και διάσταση στην άρτια ποιητική σύνθεση.

 

Ξύλο ξανθό π’ αφράτεψε στο στόμα
Αποσπάσματα από τις γραφές ενός Εξόριστου
Βασίλης Ζηλάκος
Οδός Πανός
69 σελ.
Τιμή € 10,00


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΠΟΙΗΣΗ
Θωμάς Κοροβίνης: «Ποιήματα και τραγούδια»

Μια ακροβασία πάνω στο κύμα, σαν μια παραλλαγή στον στίχο του άλλου ποιητή (χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία), αυτό μοιάζει να λέει ο Θωμάς Κοροβίνης σε όλα του τα τραγούδια· αλήθεια, ποιήματα ή τραγούδια;...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.