fbpx
Χρίστος Γ. Παπαδόπουλος: «Η γλώσσα της φυγής» κριτική της Ελένης Χωρεάνθη

Χρίστος Γ. Παπαδόπουλος: «Η γλώσσα της φυγής»

Με την έκδοση της πρώτης του ποιητικής συλλογής που φέρει τον χαρακτηριστικό τίτλο Η γλώσσα της φυγής, ο Χρίστος Γ. Παπαδόπουλος επαναπροσδιορίζει και οριοθετεί την παρουσία του στον χώρο των γραμμάτων ως ποιητή. Δεν έτυχε να γνωρίζω τα δύο προηγούμενα βιβλία του. Από ένα σύντομο εργοβιογραφικό σημείωμα πληροφορήθηκα ότι πρωτοεμφανίστηκε ως στιχουργός το 1993. Δεκαεφτά χρόνια μετά, ήτοι το 2010, αρχίζει συνεργασία με τη Μικρή Άρκτο και κυκλοφορεί το πρώτο του βιβλίο (και cd), με τίτλο Το φτερό του δράκου, 13 μουσικά παραμύθια. Τρία χρόνια μετά, το 2013, κυκλοφορεί το δεύτερο βιβλίο του, «ένα αλληγορικό παραμύθι για μικρούς και μεγάλους», με τίτλο Το παραμύθι της τετράγωνης λογικής, πάλι από τη Μικρή Άρκτο. Τρία χρόνια μετά, το 2016, έρχεται στο φως η πρώτη ποιητική του συλλογή με τίτλο Η γλώσσα της φυγής.

Ο τίτλος δεν είναι τυχαίος. Αντίθετα, είναι εμβληματικός και αφορά την προσωπική του περιπέτεια, μια συνεχόμενη «φυγή» στον χώρο και στον χρόνο, μια μετατόπιση από πόλη σε πόλη, από περιοχή σε περιοχή, που τον ακολουθεί ή την ακολουθεί, τηρουμένων των αναλογιών, ανά δεκαετία.

Πρώτος σταθμός η Θεσσαλονίκη, όπου γεννήθηκε, μεγάλωσε, σπούδασε κι εργάστηκε «ως κλητήρας, ως διαχειριστής αποθήκης χημικών», και είναι «η πόλη που τον ακολουθεί» γιατί εκεί έζησε το πρώτο και μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του.

Είναι η πόλη που συνδέεται με τα παιδικά, τα εφηβικά, τα φοιτητικά και τα νεανικά του βιώματα, που έπαιξε σημαντικό ρόλο όχι μόνο στην προσωπική ζωή και την επαγγελματική του σταδιοδρομία, αλλά κυρίως στην πνευματική του καλλιέργεια. Η Θεσσαλονίκη με τις ιδιαίτερες δομές και τις πνευματικές υποδομές της επηρέασε τη σχέση του με τη λογοτεχνία, και δη την ποίηση, και συνέβαλε στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και της προσωπικότητάς του. Είναι η μεγάλη πόλη που του παρείχε ευκαιρίες και δυνατότητες να βρει τον χώρο του, να αυτοπροσδιοριστεί ως δημιουργός, να συνειδητοποιηθεί ως ποιητής, να αναπτύξει τις ικανότητές του και να εξελιχθεί. Η «νύμφη του Θερμαϊκού» είναι ο πρώτος σταθμός της ζωής του ποιητή, το σταθερό σημείο του κόσμου του, η πόλη από όπου ξεκίνησε, αλλά και «η πόλη που τον ακολουθεί».

Δεύτερο σταθμό στη ζωή του αποτελεί η Αθήνα και τα δέκα χρόνια που έζησε αφότου «διορίστηκε κι εργάστηκε ως δάσκαλος». Τρίτο σταθμό στη ζωή του, και ίσως τελευταίο, αποτελεί το Κάιρο, «η πόλη όπου ζει εδώ και μια δεκαετία σχεδόν και θεωρεί καρμικό του προορισμό, εργαζόμενος ως διευθυντής του Ελληνικού Πολιτιστικού Κέντρου Καΐρου».

Με την ποιητική συλλογή Η γλώσσα της φυγής ο Χ. Γ. Π. μπαίνει δυναμικά στον χώρο με τον αέρα της σιγουριάς, με έναν αέρα ανάλαφρο, διαβατικό και διαβρωτικό συνάμα, έναν αέρα νοτερό που διαποτίζει και διαβρώνει θετικά τον συνηθισμένο, τον παγιωμένο τρόπο έκφρασης τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Φέρνει κάτι διαφορετικό, αν όχι εντελώς νέο, μια ποίηση που έχει πνοή, έχει ρυθμό, που είναι σοφά δομημένη· έχει κάτι ανάερο και γλυκό, τρυφερό, που έρχεται θαρρείς κατευθείαν από τις πηγές του Γαλάζιου Νείλου και δημιουργεί οπτικές ιλαρές εικόνες εύρυθμες και εύοσμες, οράματα νέα ξεφυτρώνουν μέσα από τις ρωγμές και τις καταπακτές του χρόνου:

«Συλλάβισα σιωπές
σε λίστες αναμονής
μα τώρα πια
μιλώ τη γλώσσα της φυγής.
…Στον ενεστώτα χρόνο
ένα ταξίδι τραυλίζει
στα χείλη μου
καθώς προσπαθώ να φωνάξω
τον μέλλοντα του δρόμου.
Μιλώ τη γλώσσα της φυγής,
αυτοδίδακτος
στη μητρική γλώσσα
των ονείρων μου.
Πώς να συνεννοηθούμε;»
(«Η γλώσσα της φυγής»)

Τι να πρωτοπείς για τον ποιητή του οποίου «η γλώσσα της φυγής» κλείνει έναν ολόκληρο κόσμο στη σιγουριά της απλότητας και της σαφήνειάς της και που μιλάει με την ηρεμία του σοφού για τόσα σημαντικά που φαίνονται ασήμαντα:

Να μην περνάς την τελεία αβασάνιστα.
…Θα ’ρθουν οι άνθρωποι του μέλλοντος,
να σταματήσουν μπροστά της ευλαβικά,
να αφήσουν ένα λουλούδι στη μνήμη σου
…Σταμάτα λίγο σε ό,τι τελειώνει.
Κάτι καινούριο αρχίζει πάντα μετά.
(«Η τελεία»)

Ωστόσο, η «γλώσσα της φυγής», με τη λεκτική λεπτότητα και την εύρυθμη ελαστικότητα και πλαστικότητα που διαθέτει, δημιουργεί, ανεπαισθήτως πλην σαφώς, γέφυρες μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος με ενδιάμεσο συνδετικό κρίκο, σταθμό, το παρόν, «τον ενεστώτα χρόνο», που χωρίς αυτό τον χρόνο, υπαρκτό/ανύπαρκτο, δεν είναι δυνατόν να γίνει τίποτα. Ο Ενεστώς χρόνος, το τώρα, η στιγμή, σε τελευταία ανάλυση, είναι η αρχή και το τέλος σύμπαντος του κόσμου/χρόνου. Είναι το σημείο όπου, όσο είναι εφικτό, πραγματικά υπάρχουμε. Η μοναδική στιγμή που μπορεί το ανθρώπινο ον να είναι σίγουρο ότι υπάρχει.

Μια ποίηση που έχει πνοή, έχει ρυθμό, που είναι σοφά δομημένη· έχει κάτι ανάερο και γλυκό, τρυφερό, που έρχεται θαρρείς κατευθείαν από τις πηγές του Γαλάζιου Νείλου.

Κατά κάποιον τρόπο, η ποίηση του Χ. Γ. Π είναι οριοθετημένη, κινείται πάνω σε συντεταγμένες ενεστωσών στιγμών εκτεινόμενων στο διηνεκές του χώρου/χρόνου, έχει συνέπεια, αλληλουχία και μια ρυθμική γλυκύτητα που δεν μπορείς να την προσπεράσεις – ακόμα και με διασκελισμούς στον χώρο/χώρο, διατηρεί την ενότητα και τη φυσιογνωμία της:

Θα σου χτενίζουν τα μαλλιά
τα δάχτυλά μου,
μ’ αυτά που έβγαλα
απ’ τα μάτια μου το φως
κι όταν ο φόβος κοιμηθεί
στα βλέφαρά σου,
ο πόθος άλαλος
στα χείλη μου θα βγει.
Θα σου ξεπλύνω τη σιωπή
Με λάλον ύδωρ
κι όλα τ’ απόνερα
μια νύχτα θα τα πιω
να μεταφράσω το κενό
ανάμεσά μας
μετά τον έρωτα
και πριν τον πανικό.
(«Λάλον ύδωρ»)

Οι λέξεις που χρησιμοποιεί είναι ταυτόσημες με τις έννοιες των πραγμάτων. Και λέει αυτό που θέλει να πει με εύσχημο και κόσμιο τρόπο, γλυκά και τρυφερά. Οι λέξεις του ρέουν σιγαληνά πάνω στις ράγες του συρμού των στίχων και δημιουργούν μια ψυχική ευφορία και γαλήνη, με τις απαλές οπτικές και ακουστικές εικόνες που ζωγραφούν στο ανάλαφρα αισθησιακό ταμπλό που στήνει μπροστά σου με τα σύμβολα της ποιητικής του ώριμης εκφραστικότητας:

Οι λέξεις που δεν ειπώθηκαν,
πληγές που αιμορραγούν στο στόμα μου.
…Φίλα με!
…Λόγια ισοβίτες
χτυπιούνται με απόγνωση
στο εσωτερικό των δοντιών.

[…]

…Ποια αμφιβολία αποφάσισε
μια τέτοια καταδίκη;
Φίλα με!
Ρίξε το σεντόνι σου
να κρεμαστεί
η λαχτάρα στην απόδραση.
Ρύσαι ημάς από του πονηρού.
...Η γιορτή ματαιώθηκε.
Ούτε μια χαραμάδα στα χείλη.
…Φίλα με!
Κόψε μου την ανάσα
να γεμίσει ο ουρανίσκος σου
πολύχρωμα μπαλόνια
της γιορτής που ετοίμασα
και δεν ετόλμησα.
(«Γιορτή»)

Η συνέχεια υπάρχει, ακόμα κι όταν τα πράγματα δεν έχουν την επιθυμητή έκβαση. Η επιθυμία συμπληρώνει τα κενά. Η τέχνη έχει τη δική της γλώσσα, προχωράει με τους δικούς της ρυθμούς. Σχηματίζει αναχώματα όπου χρειάζονται, για να βαστάξουν την ορμή των συμβόλων που δημιουργούν τις ποιητικές δομές του μορφώματος που είναι κάθε ποιητικό σύνολο, καθένα αυθύπαρκτο ποίημα ξεχωριστά και ως μέρος και μέλος της ενότητας στην οποία ανήκουν.

Η νοτιά, η υγρή ατμόσφαιρα εκλεπτυσμένου αισθήματος παραδοχής των αντιθέσεων και συγκατάβασης, αλλαγής ρόλων, συνενοχής ίσως που κουβαλούν οι στίχοι του Χρίστου Γ. Παπαδόπουλου, δομεί ένα αισθησιακά αισθητικό περιβάλλον που λειτουργεί ως δέρας ασπίδας με το περίβλημα κάποιας λεπτής ειρωνείας:

…Με είχε πάρει ο ύπνος
και άργησα.
Όταν βγήκα,
τα πουλιά αλυχτούσαν
και τα σκυλιά κελάηδαγαν.
Τι κάνουν οι συναναστροφές…
(«Οι συναναστροφές»)

Ωστόσο, η πραγματικότητα, «χωρίς να φαίνεται», διακριτικά συγκαταβατική αλλά αδέκαστη, με καβαφική ενίοτε ένδυση και σε λεπτεπίλεπτες αποχρώσεις καθημερινής τρέλας ή αναγκαιότητας, επιβάλλει τους κανόνες λειτουργίας του αισθήματος ή και των συναισθημάτων στην καθημερινή συνάφεια και συναναστροφή:

Στο ρολογάκι μου
να δείχνεις τα δευτερόλεπτα.
Στα λόγια
τα φωνήεντα να βάζεις.
Έτσι τα χρόνια να περνούν
χωρίς να φαίνεται
ότι στις φλέβες μου
κυλήσανε ποτάμια.
…Είναι τα χρόνια που περνούν
χωρίς να φαίνεται
ότι στις φλέβες μου το αίμα καταρράκτης.
(«Χωρίς να φαίνεται»)

Ενώ η ζωή τραβάει τον δρόμο αδιάφορη για τις μεταβολές και τις μεταστροφές, καθώς:

… η σκιά των πεύκων
ξεθωριάζει
καθώς οι φοίνικες
λυγίζουν στον λίβα.
Χρίστος Γ. Παπαδόπουλος: «Η γλώσσα της φυγής» κριτική της Ελένης Χωρεάνθη

Ο ποιητής όμως, όχι όπως «οι ήρωες στα σκοτεινά», προχωράει αδιαφορώντας για τις σκιές που πέφτουν στον δρόμο του, δεν χάνει τον βηματισμό του προχωρώντας ανάμεσα στους φοίνικες. Μιλώντας τη «γλώσσα της φυγής» στις καθημερινές σχέσεις με τα πράγματα του περιβάλλοντος, στην καθημερινή συνάφεια με τη θολούρα της αφρικανικής σκόνης που σκεπάζει με ώχρα τον κόσμο, που αιωρείται πάνω από το τοπίο και μειώνει την ορατότητα, αλλάζει το τοπίο και διαστρεβλώνει την αίσθηση της πραγματικότητας, ακόμα και αν χάνει τον προσανατολισμό του – τίποτα δεν τον σταματά. Προχωράει προς το άγνωστο κι αναρωτιέται:

Περπατάω
χωρίς να ξέρω.
Πηγαίνω μήπως
ή επιστρέφω;
…Πίσω μου η έρημος
ή μπροστά μου;
(«Καινούριοι δρόμοι»)

Τι μένει αλώβητο, τι μένει σταθερό, με ποια γλώσσα να μιλήσει ο άνθρωπος, πώς να συνεννοηθεί με τους άλλους; Ο ποιητής ξέρει. Έχει κατακτήσει τη γλώσσα της σιωπής, τη γλώσσα της φυγής στη σιωπή με την παραδοχή των αντιθέσεων και αντιφάσεων που συγκλίνουν στην κατάφαση. Στη γλώσσα τη «μεικτή» που σημαίνει «συνάνθρωπος!», έχει ανακαλύψει την οδό που φέρνει τον έναν άνθρωπο σιμά στον άλλο, στον συνάνθρωπο:

Ο συνάνθρωπος
γραμμένος σε γλώσσα μεικτή
μαθηματικών συμβόλων
και φωνηέντων.
+άνθρωπος!
Δεν είναι λοιπόν,
παρά ο σταυρός
που κουβαλάει ο καθένας μας
στους τόπους των μαρτυρίων του.
(«Σε γλώσσα μεικτή»)

Στον χώρο της σταυρώσεως του καθενός και όλων μαζί, στον Γολγοθά, με τη συνέργεια του συν (+), που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στο Τέλος που είναι και η Αρχή μιας άλλης πραγματικότητας σε άλλη διάσταση.

Όμως ατενίζοντας τον περιβάλλοντα κόσμο υπό την ακτίνα της αιωνιότητας (sub speciae aeternitatis), επισημαίνει με φιλοσοφική διάθεση:

Θα επιστρέφουμε
Ως μνήμες, ως ταξιδευτές, ως δολοφόνοι,
στα σώματα, στις πατρίδες, στα εγκλήματα.
Θα επιστρέφουμε πάντα
και θα ’ναι πάντα σαν να φεύγουμε.
Για επικηρυγμένα σώματα,
για πατρίδες ανεξερεύνητες
για καινούρια εγκλήματα.
Σεσημασμένοι των αισθήσεων,
Σαλεμένοι εμιγκρέδες.
Μόνοι κατά συρροήν.
(«Κατά συρροήν»)

Θα επιστρέφουμε, κατά το «Επέστρεφε…» του μεγάλου Αλεξανδρινού ποιητή, για να τιμήσουμε τους φίλους που:

…τους έφαγαν τα σκουλήκια της απόστασης…
…Φιληθήκαμε στο καλωσόρισμα
με φιλιά αποχωρισμού.
Πάντα οι νεκροί
σου παγώνουν τα χείλη.
Απόθεσα ένα ματσάκι αισθήματα
 στη θέση τους…
(«Οι φίλοι»)

Η αιώνια επιστροφή, ο σταυρός του μαρτυρίου επιχρυσωμένος «θολώνει τη μνήμη των ματιών». Και είναι τόσο πολλά που θα ήθελε να πει για να παρηγορήσει τη μητέρα, που του έδωσε τη ζωή, που τον έφερε στον κόσμο. Και της χρωστάει μια εξήγηση. Μα δεν μπορεί, είναι τόσο λίγα τα μέσα που διαθέτει και θα χρειαζόταν, αν γινόταν:

Να ’ταν η θάλασσα μελάνη…
Να ’ταν ο ουρανός χαρτί…
-Σώπα μητέρα!
…Κλείσε τα παράθυρα.
Έχει υγρασία εδώ.
Μην ανησυχείς.
Θα επιστρέψω
μετά την καθέλκυση.
(«Καθέλκυση»)

 

Η γλώσσα της φυγής
Χρίστος Γ. Παπαδόπουλος
Μικρή Άρκτος
48 σελ.
ISBN 978-960-8104-75-4
Τιμή: €10,00
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΠΟΙΗΣΗ
Θωμάς Κοροβίνης: «Ποιήματα και τραγούδια»

Μια ακροβασία πάνω στο κύμα, σαν μια παραλλαγή στον στίχο του άλλου ποιητή (χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία), αυτό μοιάζει να λέει ο Θωμάς Κοροβίνης σε όλα του τα τραγούδια· αλήθεια, ποιήματα ή τραγούδια;...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.