fbpx
Δημήτρης Λαμπρέλλης: «Ο τυφλός κορυδαλλός» κριτική της Σταυρούλας Γ. Τσούπρου

Δημήτρης Λαμπρέλλης: «Ο τυφλός κορυδαλλός»

«Εσύ που την ανάσα σου την καίει ένα χνούδι
βγαίνεις κι αγγίζεις τη φωτιά σα να ’τανε λουλούδι»

Σε ένα άρθρο του δημοσιευμένο το 1901, όπου επρόκειτο ουσιαστικά για τη διατύπωση μιας διαφωνίας με τις απόψεις του Edgar Allan Poe περί ποιητικής τέχνης και πιο συγκεκριμένα περί της έκτασης, χρονικής και χωρικής, την οποία πρέπει να καταλαμβάνουν τα ποιήματα, ο Κωστής Παλαμάς υπερασπιζόταν τεκμηριωμένα και νηφάλια τα απορριπτέα από τον Αμερικανό «ογκώδη» ποιήματα, προβαίνοντας, με τη σειρά του, στη συγκρότηση μιας ενοποιητικής, κατά έναν τρόπο, θεωρίας. Σύμφωνα με αυτήν, εκείνα «από τα σύντομα ποιήματα στο έργο του λογοτέχνη» που «πιο πολύ λογαριάζουνται» είναι όσα συγκεντρωμένα «όλα μαζί κάνουν ένα μεγάλο ποίημα». Και διαφωνούσε και πάλι με τον Poe ο Παλαμάς, διότι ο Αμερικανός έβαζε και στη συντομία «σύνορα», μιλώντας, επί παραδείγματι, «καταφρονετικά» για τα επιγράμματα. «Θυμούμαστε δημοτικά τραγούδια μας λιγόστιχα και δίστιχ’ ακόμα, που μοσκοβολάν αξεθύμαστ’ από το πιο δυνατό άρωμα», έγραφε.[1]

Έχω επικαλεστεί και άλλοτε τα συγκεκριμένα λόγια του Κωστή Παλαμά (αυτής της «τραπεζικής θυρίδας» των Γραμμάτων και Τεχνών της Νεότερης Ελλάδας, αλλά και των πολιτισμικών-πνευματικών σχέσεών της με τα ρεύματα και τους εκπροσώπους τους στην Ευρώπη), προκειμένου για την ποίηση η οποία είναι λιτή και σύντομη ως προς την έκταση των επιμέρους μονάδων της.

Αλλά η ποίηση του Δημήτρη Λαμπρέλλη δεν είναι μόνον ως προς την έκταση, είναι και ως προς την έκφρασή της απέριττη, και αυτό ίσως να σχετίζεται με τη συνολική πνευματική συγκρότηση του δημιουργού.

Αλλά η ποίηση του Δημήτρη Λαμπρέλλη δεν είναι μόνον ως προς την έκταση, είναι και ως προς την έκφρασή της απέριττη, και αυτό ίσως να σχετίζεται με τη συνολική πνευματική συγκρότηση του δημιουργού. Η εδώ παρουσιαζόμενη όγδοη ποιητική συλλογή του προέρχεται από έναν καθηγητή Φιλοσοφίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, με 15 τίτλους βιβλίων Φιλοσοφίας στο ενεργητικό του, διευθυντή έκδοσης, επίσης, της Επετηρίδας Φιλοσοφικής Έρευνας διά-Λογος, αλλά και ασχολούμενο επί σειρά ετών (με επαγγελματική ερασιτεχνικότητα) με την (οικολογική) φωτογραφία. Ένας βαθιά σκεπτόμενος αλλά και τόσο δραστήριος άνθρωπος γνωρίζει, λοιπόν, ότι οφείλει να προσπαθήσει, στο μέτρο που κάτι τέτοιο είναι δυνατό, να μεταδώσει τη σκέψη του με τρόπο απλό και κατανοητό, αν θέλει αυτή η σκέψη να είναι γόνιμη και ωφέλιμη. Το ότι το κατορθώνει, διότι ο ποιητής Δημήτρης Λαμπρέλλης το κατορθώνει, δείχνει, συν τοις άλλοις, και πόσο αποδοτικός είναι ως εκπαιδευτικός, ενώ ο ίδιος ακολουθεί, ίσως χωρίς να το γνωρίζει και οπωσδήποτε όχι απαρέγκλιτα, τα λόγια εκείνου του Κινέζου συγγραφέα, τα οποία παρέθετε ο Νίκος Καχτίτσης: «Η λογοτεχνία πρέπει να γράφεται δύσκολα και να διαβάζεται εύκολα· όχι να διαβάζεται δύσκολα και να γράφεται εύκολα».[2]

Η ποίηση του Δημήτρη Λαμπρέλλη (έχω υπ’ όψιν μου και την προηγούμενη, 7η, συλλογή του, από τις Εκδόσεις Γκοβόστη, με τον τίτλο Στοιχηματίζοντας με το σκοτάδι) συνδυάζει με επιτυχία την κρυπτικότητα του φθεγγόμενου εγώ με την καθαρότητα των νοητικών εικόνων, τα μυθολογικά σύμβολα με την καθημερινή τύρβη, τη θεατρικότητα της ζωής και της τέχνης με την εσωτερικότητα και την αλήθεια της μοναξιάς, την ομοιοκαταληξία των στίχων με τον ρυθμό των συνειρμών. Και, κυρίως, συνδυάζει το φως με το σκοτάδι, παρόλο που αμφότεροι οι τελευταίοι τίτλοι του θα μπορούσαν να παραπλανήσουν (;) τον αναγνώστη σχετικά με το ότι στη ζυγαριά βαραίνει το δεύτερο.

Κάποιοι από τους προαναφερθέντες συνδυασμούς αποτυπώνονται, εξάλλου, και σχηματικά μέσα στο σώμα των συλλογών, μέσω του «καλειδοσκοπικού σκηνικού». Στη Θεωρία της Λογοτεχνίας ονομάζεται έτσι ο τρόπος εκείνος της παρουσίασης των καταστάσεων και των χαρακτήρων σύμφωνα με τον οποίο το φυσικό πλαίσιο, με τις χωροχρονικές αντικειμενικές συνθήκες του, δίνεται ταυτόχρονα με τον κόσμο του νου, και άρα με το ξετύλιγμα των συναισθημάτων και των σκέψεων, όπως αυτά ανακαλούνται/προκαλούνται από τη μνήμη, τη φαντασία, τον φόβο, την επιθυμία, την ελπίδα. Αυτό το καλειδοσκοπικό σκηνικό, λοιπόν, υπάρχει ανάγλυφο και στις δύο τελευταίες συλλογές του Δημήτρη Λαμπρέλλη και ο αναγνώστης μπορεί να το παρακολουθήσει, επί παραδείγματι, στους κάτωθι στίχους: α) από το ποίημα «Η μετάβαση» (Ο τυφλός κορυδαλλός) ή β) από το ποίημα «Ο θάνατος του κύκνου / Ο λευκός τρόμος» (Στοιχηματίζοντας με το σκοτάδι): α) «Έξω/ οι υάκινθοι σκάζουν στο φως/ Κι η λιβελλούλα με τη λεμονιά έχουν/ για τα καλά μεθύσει.// Μέσα/ η πληγή δεν έχει ακόμη κλείσει/ και οι αρχαίες λέξεις ΜΟΥ παραστέκουν βουβές», β) «Έξω/ η νύχτα βαθαίνει/ κι ο κύκνος πεθαίνει./ Μέσα/ ανάβεις το φως/ κι αμέσως/ ο τρόμος/ σε τρελαίνει/ ο λευκός».

Η προτελευταία (προσώρας) συλλογή του Δημήτρη Λαμπρέλλη τελείωνε με ένα ποίημα ποιητικής, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η ελπίδα». Η ανά χείρας τελειώνει και πάλι με ένα ποίημα ποιητικής, με τον γλαφυρό τίτλο «Τα πρόσωπα του ποιήματος», το οποίο, ωστόσο, κλείνει με την ακόλουθη εικόνα: «Είναι το σαλεμένο σίγμα του σταυρού/ που πάνω στην πλάτη ενός μικρού παιδιού/ έχει για πάντα καρφωθεί». Είναι το «μήνυμα» απαισιόδοξο; Είναι το (προ)αίσθημα σκοτεινό; Είναι ο δρόμος αδιέξοδος;

Στον ουρανό, πάντως, δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Διότι «το πρόσωπο της συλλογής», αυτό του «τυφλού κορυδαλλού», «δείτε [...]/ πώς πετάγεται», με μόνη τη φωνή του, πώς «ξελαιμιάζεται/ τα μαγικά τα μήλα της μηλιάς να τραγουδήσει»! Και που «δεν ξέρει να φυλάγεται», τι; Οι νεοσσοί των κορυδαλλών το συνηθίζουν να εγκαταλείπουν τη φωλιά πριν μάθουν να πετούν. Είναι ριψοκίνδυνοι, ίσως. Κι ούτε μας νοιάζει αν ο κορυδαλλός, και ιδίως το πιο διαδεδομένο είδος του στην Ελλάδα, ο κατσουλιέρης, είναι φλύαρος. Ο ποιητής μας δεν είναι, το εντελώς αντίθετο μάλιστα. Μας νοιάζει, όμως, το ότι οι κορυδαλλοί είναι ως επί το πλείστον ταλαντούχοι τραγουδιστές και καλοί μίμοι – ό,τι πρέπει, δηλαδή, για το θέατρο της ζωής. Και κυρίως μας νοιάζει ότι οι σιταρήθρες, ένα άλλο εκ των 20 συνολικά ειδών, από το τέλος του χειμώνα και μέχρι τη μέση του καλοκαιριού, κελαηδούν από την αυγή μέχρι τη δύση· μια πολύτιμη συντροφιά για τους τυχερούς, κατά τη διάρκεια των μεγαλύτερων και πιο βασανιστικών ημερών του έτους. Τη χρειαζόμαστε τη φωνή τους. Τη χρειαζόμαστε τη φωνή της καλής ποίησης.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Για τα παραπάνω, βλ. Κωστή Παλαμά, «Τα μεγάλα τα ποιήματα» <Γράμματα Β′>, Άπαντα, Τόμος ΣΤ′, Μπίρης, σσ. 205-217/ εδώ, σσ. 214-215.
[2] Βλ. στο Νίκος Καχτίτσης, Η περιπέτεια ενός βιβλίου, Στιγμή, Αθήνα, 1985, σελ. 88.

Ο τυφλός κορυδαλλός
Δημήτρης Λαμπρέλλης
Κουκούτσι
48 σελ.
Τιμή € 7,96
001 patakis eshop

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΠΟΙΗΣΗ
Θωμάς Κοροβίνης: «Ποιήματα και τραγούδια»

Μια ακροβασία πάνω στο κύμα, σαν μια παραλλαγή στον στίχο του άλλου ποιητή (χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία), αυτό μοιάζει να λέει ο Θωμάς Κοροβίνης σε όλα του τα τραγούδια· αλήθεια, ποιήματα ή τραγούδια;...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.