fbpx
Άννα Λυδάκη: «Αναζητώντας το χαμένο παράδειγμα».

Άννα Λυδάκη: «Αναζητώντας το χαμένο παράδειγμα».

Το βιβλίο της Άννας Λυδάκη Αναζητώντας το χαμένο παράδειγμα. Επιτόπια έρευνα, κατανόηση, ερμηνεία τοποθετεί, σε τελευταία ανάλυση, την επιστήμη της λαογραφίας στη θέση που της αρμόζει· θέση που δικαιωματικά της ανήκει, αλλά πολλοί και διάφοροι, αυτοπροσδιοριζόμενοι ως νεωτεριστές, την εκτοπίζουν από εκεί, με τον, δηλωτικό πλήρους άγνοιας, ισχυρισμό, ότι η λαογραφία είναι μια ακόμη παραεπιστήμη εθνικιστικών, συντηρητικών κλπ. κλπ. προθέσεων. Πού να γνωρίζουν οι δοκησίσοφοι κριτές, που δεν έχουν διαβάσει τίποτα από τα επιστημονικά κείμενα της λαογραφίας, ότι, π.χ., ο βυζαντινολόγος αρχαιολόγος και συνεργάτης του Νικολάου Πολίτη Αδαμάντιος Αδαμαντίου, στον πρώτο τόμο ήδη της επετηρίδας της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας Λαογραφία (1909), στην περισπούδαστη μελέτη του «Αγνείας Πείρα» (δηλαδή δοκιμασία, τεστ για την παρθενία των γυναικών, στις οποίες συμπεριλαμβανόταν και η Παρθένος Μαρία) έθετε και το ζήτημα του προϊστορικού Μητρικού δικαίου, όπως το προέβαλλε ο J. J. Bachofen.

Εύλογο ωστόσο θα ήταν εδώ το ερώτημα, γιατί μια κοινωνιολόγος (η Λυδάκη, εν προκειμένω) υποδεικνύεται από εμένα ως αρμόδια να εκπροσωπήσει έναν από τους αναστυλωτές της λαογραφίας. Η σχετική απάντηση στην παρούσα τηλεγραφικής συντομίας παρουσίασή μου θα ήταν ότι αυτό συμβαίνει, γιατί η κυρία Λυδάκη, κατά βάθος, ενίοτε υπερβαίνει τα εσκαμμένα όρια της κοινωνιολογίας και της λαογραφίας (την οποία επίσης δίδαξε) –προσωπικά ανέκαθεν θεώρησα τη σχέση λαογραφίας και κοινωνιολογίας ως μια πρώτου βαθμού συγγένεια– και τα υπερβαίνει προς την κατεύθυνση, θα πω, ενός ποιητικού στοχασμού. Για όσους δεν το γνωρίζουν, λέω πως ο ιδρυτής της ελληνικής λαογραφικής επιστήμης Ν. Πολίτης είναι εκείνος που έστρεψε την κοίτη της νεοελληνικής λογοτεχνίας στον 10ο αιώνα από τον δάνειο δακρύβρεχτο ρομαντισμό (από τη γαλλική κυρίως λογοτεχνία) στη γηγενή, από λαϊκές ρίζες, ηθογραφία, που γέννησε (αναφέρω δύο συμβολικά παραδείγματα) τον Παλαμά και τον Παπαδιαμάντη.

Η Λυδάκη αντικρίζει και μελετά την κοινωνία, τις ομάδες που τη συγκροτούν, το όλον του λαϊκού πολιτισμού. Η λέξη «λαός» δεν είναι εξωεπιστημιακή, δεν είναι, όπως ορισμένοι διατείνονται, ιδεολογικά φορτισμένη· είναι μια λέξη που, και μόνη η ανυπολόγιστη αρχαιότητά της –τη βρίσκουμε στα ομηρικά έπη–, καταδεικνύει την ουσία και την αξία της. Απορρίπτουν τη λέξη «λαός» ως επιστημονικό όρο εκείνοι που απορρίπτουν από τον λόγο των επιστημών (του ανθρώπου, εννοείται) το συναίσθημα, κι αυτό γιατί αδυνατούν να το προσεγγίσουν με τον δέοντα ανθρωπολογικό λόγο. Δεν μένει χώρος για το συναίσθημα στους τυποποιημένους κώδικες και στις φειδωλές σε σαφήνεια (τι κακό κι αυτό!) θεωρίες, μ’ έναν ψυκτικό λόγο που εχθρεύεται κάθε ίχνος συγκίνησης.

Είναι καιρός να αλλάξουμε τον τρόπο που μελετάμε τις κοινωνικές ομάδες: κάθε μας ανάλυση πρέπει να βασίζεται στα ίδια τα υποκείμενα και όχι στον λόγο του ερευνητή». Ασφαλώς ο ερευνητής δεν είναι για να μείνει απ’ έξω. Ο ρόλος του είναι ωστόσο να προσέχει ιδιαίτερα και απροκατάληπτα από κονσερβαρισμένες έννοιες (ταυτότητα-ετερότητα και διάφορα άλλα) όσα αφηγείται το άτομο που διαλέγεται με τον ερευνητή.

Πόσο διαφορετική είναι από αυτές η λαογραφία δηλώνεται και με την εξαιρετική σημασία που αποδίδει στις παραλλαγές οι οποίες, ως εκ της ιδιαιτερότητάς τους, τείνουν να διαλύουν τις καθολικές δέσμιες «λειτουργίες» και «δομές» και, ως εκ τούτου, απορρίπτουν από τα συστήματά τους κάθε ιδιάζον και ξεχωριστό δεδομένο, γιατί δεν μπορούν να το αφομοιώσουν. Οι παραλλαγές, πολλές από αυτές, προκύπτουν από περισσότερο ή λιγότερο υπαρκτούς συναισθηματικούς λόγους (αίσθημα τοπικότητας, επιβολή ισχυρής υποκειμενικότητας κ.ά.).

Γράφει η κυρία Λυδάκη σχετικά με το συναίσθημα, στο τρίτο μέρος του βιβλίου της, το αναφερόμενο στον σχεδιασμό και τη διεξαγωγή μιας εθνογραφικής έρευνας: «Για να φέρουμε στο φως ανθρώπους των οποίων η καθημερινή ζωή είναι αόρατη, πρέπει να συγκινηθούμε και να αναπτυχθούν μεταξύ μας φροντίδες και αμοιβαιότητες». Στο κείμενό της προτάσσει μια παρατήρηση του Ελύτη για το αίσθημα επίσης, η οποία τελειώνει με την εξής φράση: «… ο περίφημος διανοητισμός μας (…) αποκόπτει ένα ένα όσα νήματα μας συνδέουν με την άμεση ζωή και μας καταδικάζει σε πείνα θερμής αγκαλιάς και αληθινών δακρύων».

Από τον καθένα –την καθεμιά σε όλους μαζί–, από το συναίσθημα στην τυπική λογική και τανάπαλιν, κινείται η ερευνητική μέθοδος της Λυδάκη, μέθοδος συνδυαστική ή, ακόμα, σε τελευταία ανάλυση, διαλεκτική. Γενικεύοντας τα επιμέρους, έλκεται εν τούτοις και από αυτά, καθώς συχνά εμπεριέχουν τη γοητεία αυθεντικών μοναχικών (ή και μοναδικών) υπάρξεων και του εσώτερου κόσμου τους. Από τους στατιστικούς πίνακες, τους γενικευμένους νόμους, επιστρέφει (και κάποτε παραμένει περισσότερο εδώ) στην ψυχή ατόμων, σε ιδιαιτερότητες, ακόμα και αποκλίσεις, που δεν πρέπει να παραλειφθούν για χάρη του τύπου, της δομής, της λειτουργίας.

Παρατηρεί σ’ ένα σημείο: «Άλλωστε η πραγματικότητα είναι τόσο ρευστή, που δεν μπορεί κανείς να γενικεύει». Κι ακόμα, στηριγμένη στην άποψη ξένης ερευνήτριας (A. E. Clarke), παρατηρεί: «Είναι καιρός να αλλάξουμε τον τρόπο που μελετάμε τις κοινωνικές ομάδες: κάθε μας ανάλυση πρέπει να βασίζεται στα ίδια τα υποκείμενα και όχι στον λόγο του ερευνητή». Ασφαλώς ο ερευνητής δεν είναι για να μείνει απ’ έξω. Ο ρόλος του είναι ωστόσο να προσέχει ιδιαίτερα και απροκατάληπτα από κονσερβαρισμένες έννοιες (ταυτότητα-ετερότητα και διάφορα άλλα) όσα αφηγείται το άτομο που διαλέγεται με τον ερευνητή.

Η λαογραφία πρωτοτύπησε στο κρίσιμο αυτό σημείο από πολύ νωρίς (από κάποιους εντούτοις επικρίθηκε, γιατί μ’ αυτό που έκανε υποβάθμιζε, κατ’ αυτούς, το επίπεδο καταγραφής της έρευνας): παρενέβαλλε σ’ αυτήν συχνά αυτούσια μέρη του λόγου των πληροφορητών. Προκύπτει έτσι ποικιλοτρόπως μια πολυφωνία, ακόμα και στις απαντήσεις στις ίδιες ερωτήσεις. Μου θυμίζει κάπως αυτό την πολυφωνία που εκτιμούσε ο Μιχαήλ Μπαχτίν, ως ένα ειδοποιό, νεωτερικό γνώρισμα του μυθιστορήματος, «μοναδικού λογοτεχνικού είδους που δημιουργείται σε επαφή με την πραγματικότητα (…) και συνιστά έναν μικρόκοσμο διαφορετικών λόγων». Τη θεωρία του αυτή είχε συγκροτήσει εξετάζοντας διάφορα λογοτεχνικά είδη (αρχαίο ελληνικό και λατινικό μυθιστόρημα, ιπποτικό μυθιστόρημα και άλλα, συμπεριλαμβανομένου ακόμα και του Rabelais), δίνοντας εξάλλου έμφαση και εκτενή χώρο και στα λαογραφικά κείμενα, τα οποία, εκτός των άλλων, αποτελούν και «τα θεμέλια του χρονοτόπου του Rabelais».

Αυτό, καθώς και τα παραπάνω που είπα, μου επιτρέπουν, νομίζω, να χαρακτηρίσω τη λαογραφία της Λυδάκη ποιητική.

 

Αναζητώντας το χαμένο παράδειγμα
Επιτόπια έρευνα, κατανόηση, ερμηνεία
Άννα Λυδάκη
Παπαζήσης
637 σελ.
ISBN 978-960-02-3274-5
Τιμή: €29,68
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
Ben Ansell: «Γιατί η πολιτική αποτυγχάνει»

Ο Μπεν Άνσελ στο βιβλίο του Γιατί η πολιτική αποτυγχάνει: Πέντε παγίδες και πώς να τις αποφύγουμε, το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο, σε μετάφραση του Γιώργου Μαραγκού, καταπιάνεται...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
Ελένη Κ. Σπηλιώτη: «Εθνικός Διχασμός: Φιλοβασιλικοί εξόριστοι στη Σκόπελο»

Μ’ ένα σαπιοκάραβο, μέσα σε κατακλυσμιαία βροχή και με φόβο πιθανού τορπιλισμού, φτάνει στις 31 Ιανουαρίου 1918 στη Σκόπελο μια ομάδα επιφανών πολιτικών και άλλων προσώπων που με απόφαση του...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
«Για τη διαχείριση του πένθους και της απώλειας» και «Γιατί υπάρχει το κακό στον κόσμο;»

Αν υπάρχει ένας μελετητής ικανός να μας εισάγει τόσο στον πλούτο της γλώσσας όσο και των ιδεών του Μεγάλου Ιεράρχη Βασιλείου αλλά και του Πλουτάρχου είναι ο Ιωάννης Πλεξίδας. Με από πολλών ετών...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.