fbpx
Παναγιώτης Γούτας: «Τζαζ, παθήσεις και άλλα τινά» κριτική του Τάσου Καλούτσα

Παναγιώτης Γούτας: «Τζαζ, παθήσεις και άλλα τινά» κριτική του Τάσου Καλούτσα

Με το τελευταίο του βιβλίο, ο Παναγιώτης Γούτας επανέρχεται στον τύπο της μικρής αφηγηματικής φόρμας, με την οποία είχε ξεκινήσει το 2001. Έχοντας στο μεταξύ δημιουργήσει «δεσμούς αίματος» με τον λεγόμενο κύκλο της Διαγωνίου –χαρακτηριστικά γνωρίσματα του οποίου εντοπίζονται στη δουλειά του– φαίνεται να τον ανανεώνει, αφού έχει ενστερνιστεί μάλλον τα θετικά και ζωογόνα στοιχεία και λιγότερο τ’ αρνητικά αυτής της τάσης που εγκαινιάστηκε από τον Ντ. Χριστιανόπουλο (με βάση την προσωπική φιλοσοφία και καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία του) και καλλιεργήθηκε στην πόλη μας (και ίσως όχι μόνο).

Αναμφίβολα πρόκειται για έναν βιωματικό συγγραφέα, αλλά όχι εμμονικά αυτοαναφορικό. Ξεκινώντας από την εμπειρία, ο διηγηματικός του κόσμος εκτείνεται σε μια ποικιλία θεμάτων με ήρωες «της διπλανής πόρτας», που πρωταγωνιστούν σε διάφορα μικροεπεισόδια της καθημερινότητας. Είναι, ωστόσο, εμφανές ότι στην προσέγγιση αυτής της πραγματικότητας δίδεται αρκετός χώρος στη φαντασία, ενώ δεν λείπει και μια τάση μυθοποίησής της που, καθώς έλεγε ο Μ. Κουμανταρέας, χρειάζεται να έχει ο καλός συγγραφέας, ώστε να δημιουργείται ένα κλίμα υπέρβασης στην καθημερινή ιστορία, να της προσδίδει ένα ειδικό βάθος και να παύει έτσι να κινείται αποκλειστικά στα όρια ενός στεγνού (και καμιά φορά ισοπεδωμένου) ρεαλισμού.

Με το νέο του βιβλίο, ο Παναγιώτης Γούτας ξαναβρίσκει τον καλό του εαυτό, μιας και μας πείθει ότι διαθέτει αξιοπρόσεχτη στόφα διηγηματογράφου.

Στα δώδεκα πεζά της πρώτης ενότητας («Παθήσεις»), σκιαγραφούνται ήρωες που βιώνουν προσωπικά δράματα, αρρώστιες, προβλήματα μοναξιάς, χαραχτήρες κάποτε αντιφατικοί, που παλεύουν με τον εαυτό τους προκειμένου να οριοθετήσουν τη συμπεριφορά τους κ.λπ. Ο συγγραφέας προφανώς συμπάσχει μαζί τους, κι είναι φορές που υιοθετεί απέναντί τους μια στάση φιλάνθρωπη, κατανόησης και συμπόνιας, («Μόνο να σε δει», «Πάρε, γαμώτο», «Όσο γράφει η σημαία»). Το πεζό «Παλιά αρτίστα» αποπνέει μια τραγική αύρα παλιού, σβησμένου πια, καλλιτεχνικού μεγαλείου, με διάχυτη τη θλίψη για τη διαλυτική φθορά του χρόνου, που όλα τελικά (λαμπερή νεότητα, έρωτες) τα σκορπίζει στους τέσσερις ανέμους. Το αφήγημα αποδίδει λεπτές ψυχικές αποχρώσεις της ηλικιωμένης πρωταγωνίστριας κι έχει ένα κομψό «φινίρισμα». Σ’ ένα άλλο, ο συγγραφέας επιχειρεί να μπει στο πετσί του ρόλου του εκπαιδευτικού (που του είναι και οικείος από πρώτο χέρι, λόγω επαγγέλματος): ο Γ. Δαλαμπίρας από τη μια επιθυμεί να είναι ένας «συλλέκτης εμπειριών» κι από την άλλη ένας μετρημένος «θεολόγος καθηγητής» (σ.79). Προσέρχεται σε ένα δελεαστικό ραντεβού με μια τολμηρή μαθήτρια που θαυμάζει τις «μοντέρνες ιδέες του» και του εξομολογείται τον έρωτά της, αλλά αυτός τελικά δεν ενδίδει. Νιώθει πως βρίσκεται σε απόλυτη σύγχυση και ότι αυτό είναι το «ακριβό αντίτιμο». Η ηθική αντίδρασή του τον καταβάλλει – «εκείνο τ’ όχι – το σωστό – εις όλην την ζωήν του» («Ακριβοπληρωμένη αξιοπρέπεια»). Αν, τέλος, πρέπει να μιλήσει για ένα περιστατικό (που έτυχε όντως να συμβεί στην πραγματικότητα σε γνωστό και αγαπημένο ποιητή της πόλης μας), ο συγγραφέας το συμπλέκει με την παράλληλη ιστορία τού επίσης αγαπημένου παππού του ήρωά του. Η επιμονή του σε κάποιες λεπτομέρειες χρωματίζει συναισθηματικά την αφήγηση και φανερώνει την παρατηρητικότητά του («Η ποίηση στην εντατική»).

Στη δεύτερη ενότητα (13 πεζά), η θεματογραφία είναι κυρίως ερωτική. Το έντονο συναίσθημα της έλξης των αρρένων ηρώων (μιας, κατά βάση, ανδρικής περσόνας, με μουσική υποδομή, που επιμερίζεται στις διηγήσεις) προς το άλλο φύλο συνδυάζεται ή και κλιμακώνεται με το στοιχείο της μουσικής, κατά προτίμηση της τζαζ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το διήγημα «Αϊσέ». Εδώ το θλιμμένο τζαζ κομμάτι του Art Lande παραλληλίζεται με το ανολοκλήρωτο ερωτικό συναίσθημα προς την όμορφη μουσουλμάνα ηρωίδα. Η μισή μουσική επιμένει βασανιστικά να καταδιώκει τον ήρωα, ενώ η μορφή της κοπέλας έχει χαθεί στο μεταξύ μέσα στον χρόνο. Θα επανασυναρμολογηθεί το μουσικό θέμα όταν, υπό διαφορετικές συνθήκες, θα βρεθούν κάποια στιγμή ερωτικά. Μετά το σεξ, ωστόσο, θα χαθεί κι η μουσική.

Η μουσική, λοιπόν, διεγείρει ερεθιστικά τις αισθήσεις, τα μουσικά όργανα –δηλωτικά του ερωτικού πάθους– με τις ρυθμικές τους εναλλαγές συμμετέχουν σε ένα ιδιόμορφο «ερωτοτρόπημα»: «Η θηλυκή βιόλα υποθάλπει, χαϊδεύει τρυφερά το αρρενωπό σαξόφωνο, επαναλαμβάνοντας τη μελωδία που, προ ολίγου, εκείνο έπαιξε. Η συναίρεση, η συνουσία δύο μουσικών οργάνων – μια ηχητική πανδαισία» (σ.128). Έχει τη δύναμη να παρακινήσει τον ήρωα να φανταστεί την όμορφη (με μουσικές σπουδές) Ρωσίδα πρόσφυγα που έρχεται στο σπίτι τους για το σιδέρωμα των ρούχων να «παίζει με τη βιόλα της μια μεθυστική μελωδία. Τη μελωδία της ίδιας της ζωής της» που τον συνεπαίρνει... (σ.129). Θα μπορούσε να χρησιμεύσει και ως προκάλυμμα μιας παράνομης σχέσης: «...τα έκρυβε όλα περίφημα» («Epistrophy», σ.168). Κατοικεί αδιαλείπτως στο μυαλό αλλά και στην καρδιά της ιδιότυπης περσόνας που επινόησε ο Παναγιώτης Γούτας και μπορεί να εμφανιστεί παντού, ακόμη και στη διάρκεια μιας βιβλιοπαρουσίασης, με αφορμή το ευαίσθητο τρίξιμο ενός τοίχου. Καθώς ένα δροσερό ρυάκι θ’ αναβλύσει από εκείνο το σημείο, αυτός θα θυμηθεί έναν Νορβηγό σαξοφωνίστα και οι μελωδικές νότες θα τον παρασύρουν σαν «ορμητικά νερά...» («Το ρυάκι»). Συμπερασματικά, με την επενέργεια κυρίως της μουσικής (αλλά και με τις ταινίες, τους πίνακες, τα βιβλία), το ερωτικό συναίσθημα ενδυναμώνεται, η ομορφιά των γυναικών σχεδόν εξιδανικεύεται και η φαντασία των ανδρών μπορεί «να ταξιδεύει μαζί τους στα ουράνια». Ωστόσο, πρόκειται για λεπτή ισορροπία, αφού όλα μπορεί να τα γκρεμίσει μια «φτηνή» κίνηση από την άλλη μεριά, μια ασήμαντη «πράξη» που αποκτά μεγεθυσμένες διαστάσεις και μπορεί να «χαλάσει τη μαγεία» («Τα μικρά πράγματα δείχνουν τον άνθρωπο»). Αντίστοιχη «συθέμελη κατεδάφιση» μπορεί να προκαλέσει στην ψυχή του ήρωα η διάψευση μιας καλής αντίληψης που είχε σχηματίσει για κάποιον («Πωλητής δίσκων»).

Ο Παναγιώτης Γούτας συνηθίζει καμιά φορά ν’ απλώνει την έκταση των κειμένων του, γεγονός που παρατηρείται κυρίως στην 3η ενότητα του βιβλίου (5 πεζά), με αποτέλεσμα να χωράνε περισσότερα επεισόδια της καθημερινότητας στην αφήγηση. Ωστόσο, παρά την όποια χαλαρότητα που μπορεί να προκύπτει, δεν ξεφεύγει από τον στόχο του, καθώς το βασικό θέμα του φορτίζεται συνήθως με σχετικές, παράλληλες συνδηλώσεις, που δεν είναι περιττές. Το θέμα της βιολογικής φθοράς επανέρχεται, καθώς, προϊούσης της ηλικίας, αβγατίζουν και τα προβλήματα των ηρώων και δημιουργείται η αίσθηση ότι δοκιμάζεται η απαντοχή τους («Μποτάκια με ραφές»). Ταυτόχρονα, ο συγκρατημένος ερωτισμός κάποιων διηγημάτων της πρώτης ενότητας παραχωρεί τη θέση του σε μια θεματική τολμηρότητα που ξαφνιάζει («Πουέντ»). Στο «Ανεπαίσθητο ρήγμα» ο ήρωας θέλει μάλλον να εκφράσει το «κενό» της ψυχής του για τα πολιτικά τεκταινόμενα των τελευταίων χρόνων που οδήγησαν τη χώρα μας στη σημερινή της κατάντια και στην προοπτική ενός κόσμου «δίχως αύριο». Τέλος, «Ο Αρζεντίνας στα δύσκολα» φανερώνει την ευχέρεια του συγγραφέα να προσεγγίζει τη σύγχρονη ποδοσφαιρική επικαιρότητα (αλλά και την παλαιότερη, καθώς είναι ενήμερος και την παρακολουθεί με άγρυπνο μάτι), τόσο απ’ τη μεριά του απλού φιλάθλου όσο και του παθιασμένου, με τρόπο που να προκαλεί συγκίνηση (βλ. και «Το ντέρμπι»).

Με το νέο του βιβλίο, ο Παναγιώτης Γούτας ξαναβρίσκει τον καλό του εαυτό, μιας και μας πείθει ότι διαθέτει αξιοπρόσεχτη στόφα διηγηματογράφου. Μάλιστα, αποδεικνύει ότι στα χρόνια που μεσολάβησαν από την πρώτη του εμφάνιση έχει καλλιεργήσει γόνιμα το είδος και βελτιώσει σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό τις επιδόσεις του.

Τζαζ, παθήσεις και άλλα τινά
Παναγιώτης Γούτας
Κέδρος
272 σελ.
Τιμή € 13,50
001 patakis eshop

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Ελένη Καραγιάννη: «Το κόκκινο τάπερ»

Όταν έφτασε στα χέρια μου αυτή η πρώτη συλλογή διηγημάτων της Ελένης Καραγιάννη ήμουν βέβαιη, διαβάζοντας τον τίτλο, ότι θα ήταν γεμάτη αγάπη όπως ένα μαμαδίστικο «κόκκινο τάπερ» και δεν γελάστηκα....

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Γιώργος Αγγελίδης: «Σκοτεινή κληρονομιά»

Η Σκοτεινή κληρονομιά του Γιώργου Αγγελίδη αποτελεί μια ενδιαφέρουσα αφήγηση, που συνδυάζει με δεξιοτεχνία τη φαντασία και το κοινωνικό δράμα. Ο συγγραφέας, μετά την «Τριλογία του φεγγαριού», αποφασίζει να...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Χρυσοξένη Προκοπάκη: «Αβαρής»

Το τελευταίο πεζογραφικό βιβλίο της Χρυσοξένης Προκοπάκη έρχεται για να διευρύνει τα όρια του αφηγηματικού λόγου και τον κάνει να εναγκαλισθεί μεθόδους και τεχνικές του θεάτρου και, συγκεκριμένα,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.