Χρήστος Οικονόμου: «Το καλό θα 'ρθει από τη θάλασσα»
Είναι η τρίτη συλλογή με διηγήματα, την οποία εκδίδει ο αναγνωρισμένος πια συγγραφέας Χρήστος Οικονόμου, μόνο που αυτή τη φορά έχουμε επιπλέον ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα. Πράγματι, ο τόπος, το (φανταστικό;) νησί, όπου εκτυλίσσονται οι ιστορίες, είναι κοινό, οι ήρωες συναντώνται παραπάνω από μια φορές, οι καταστάσεις που οι ξενομπάτες βιώνουν είναι ίδιες και απαράλλακτες, το σκηνικό είναι δεδομένο, ο ρεαλισμός των μύθων κάτι παραπάνω από εμφανής, ενώ όσα λέγονται στην τηλεόραση από αυτούς που επέστρεψαν στον γενέθλιο τόπο λόγω κρίσης, προσπαθώντας να ξαναστήσουν τη ζωή τους, είναι απλώς παραμύθια. Η τοπική μαφία, που ελέγχει από τη διανομή των ψαριών μέχρι τις εισαγωγές ντομάτας, είναι τόσο ισχυρή, ώστε δεν δίνει την παραμικρή δυνατότητα σε ξένους να επιχειρήσουν επαγγελματικά. Το αντίθετο, τους κυνηγούν, τους ρουφιανεύουν, τους εκβιάζουν, τους κατηγορούν, επιθυμώντας να συνεχίσουν να ελέγχουν ολόκληρο τον οικονομικό ιστό του νησιού, από τις καφετερίες, τα μπαρ ή τα εστιατόρια, μέχρι ολόκληρο το τουριστικό τσουνάμι, που καταφθάνει ανίδεο για το τι ακριβώς συμβαίνει. Άρα, ο Οικονόμου θέλει να βάλει τέλος σε μια παρανοϊκή υπόθεση, και τα μισά έστω αν ισχύουν απ' αυτά που λέει, τότε όσα καταγγέλλει πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη, ακόμη και από τις Αρχές, άσχετα αν σε τέτοια απομονωμένα νησιά η αστυνομία είναι κυριολεκτικώς υποχείριο των εκάστοτε χονδρικώς παρανομούντων.
Η επαναστατική πένα του Οικονόμου για κανέναν και για καμιά αιτία δεν κάμπτεται, λέει τα πράγματα με το όνομά τους και επισημαίνει όλα τα στραβά και ανάποδα που συμβαίνουν.
Ας δούμε συνοπτικά τι πραγματεύονται τα τέσσερα διηγήματα του τόμου: στο πρώτο έχουμε την ηρωική έξοδο ενός καλλιεργητή βιολογικών προϊόντων, ο οποίος όμως λόγω της αξιοπρέπειάς του και του επαναστατικού χαρακτήρα του, γίνεται εύκολος στόχος της μαφίας του νησιού. Στο δεύτερο, ένας σακάτης προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποσπάσει απ' τα δόντια ενός γεροσάτυρου μια δεκαπεντάχρονη κοπέλα, χωρίς να τα καταφέρνει. Στο τρίτο (το σημαντικότερο), ένας πατέρας χάνει μυστηριωδώς τον γιο του και τον αναζητά μέρες και νύχτες, χωρίς αποτέλεσμα. Ενώ στο τελευταίο, δυο άνθρωποι που βλέπουν το μαγαζί τους να γίνεται στάχτη, είτε γιατί δεν καταλαβαίνουν το μέγεθος της συμφοράς, είτε γιατί ακριβώς το αντίθετο, αντιλαμβάνονται τι τους συνέβη, πετάνε χαρταετό Ιούνη μήνα, κάνουν έρωτα στην παραλία και ουσιαστικά χάνονται από προσώπου γης. Στο τέλος κάθε διηγήματος υπάρχει ένα επιμύθιο κοινό, όπου ένας πατέρας που παθαίνει εγκεφαλικό ταλαιπωρεί μέχρις εσχάτων την καλοπροαίρετη κόρη του, η οποία και ανέχεται τα πάντα. Τέσσερα διηγήματα, λοιπόν, ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα, το οποίο κινείται στα όρια της φορτισμένης συναισθηματικά ατμόσφαιρας με την οποία δομείται, όχι απλώς παραθέτοντας, όχι μόνο καυτηριάζοντας, όχι μόνο επιζητώντας την αναγνωστική αποδοχή (πράγματα που θα δούμε αμέσως παρακάτω) αλλά επιπλέον, καταγγέλλοντας απερίφραστα, γελοιοποιώντας τις ντόπιες αντιδράσεις και τελικώς στέλνοντας μηνύματα που η οικονομική κρίση εξέθρεψε.
Ας δούμε τώρα τον τρόπο με τον οποίο εργάζεται ο πεζογράφος Χρήστος Οικονόμου: το κύριο μέλημά του (πρώτη φορά στο μέχρι σήμερα έργο του) είναι η απόδοση μεγάλου όγκου συναισθηματικού φορτίου προς τον δέκτη. Και λέω πρώτη φορά, καθώς στα δυο προηγούμενα βιβλία, ο άκρατος ρεαλισμός, η σφοδρή πραγματικότητα, η δυσχέρεια της ύπαρξης, τα προβλήματα της καθημερινότητας, ο πόνος ο ψυχικός, τέλος η οδύνη η ατομική, η οικογενειακή, η κοινωνική, ήταν τα κύρια σημεία πεζογραφικής τριβής στο τραπέζι του συγγραφέα. Αντίθετα, στην παρούσα συλλογή όλα βαραίνουν από μια ατμόσφαιρα δραματική, από σκηνικά συγκίνησης, από ύφος εξόχως ρευστό, έτσι που ο λήπτης να συγκινείται εσωτερικά, να ταρακουνιέται και να λαμβάνει το λογοτεχνικό προϊόν όχι ως γλυκό του κουταλιού με υπέροχη γεύση, αλλά ως φάρμακο για κάποια ασθένεια. Η επαναστατική πένα του Οικονόμου για κανέναν και για καμιά αιτία δεν κάμπτεται, λέει τα πράγματα με το όνομά τους και επισημαίνει όλα τα στραβά και ανάποδα που συμβαίνουν. Συμπαραστεκόμαστε στον αγώνα του Τάσου, ταυτιζόμαστε με το ηθικό ανάστημα του Χρόνη, συμπορευόμαστε με τον Λάζαρο που έχασε τον γιο του, ευαισθητοποιούμαστε με το δράμα του ζευγαριού. Έτσι, που το τέλος της ανάγνωσης να αφήνει σύννεφα έτοιμα για βροχή, μια ατέρμονη μελαγχολία αλλά και μια ελπίδα πως ίσως φτιάξουν τα πράγματα, ίσως όσοι αφήνουν την Αθήνα και τις μεγάλες πόλεις με προορισμό την επαρχία για να βρουν τον δρόμο τους, να καταφέρουν να ξανασταθούν στα πόδια τους και παράλληλα να βοηθήσουν και τη χώρα να δει καλύτερες μέρες.
Ακόμη μια φορά, ο συγγραφέας Χρήστος Οικονόμου εκπλήσσει και εντυπωσιάζει. Καθώς και σε αυτή τη μορφή έκφρασης, της γλωσσικής δηλαδή δραματοποίησης ιστοριών με στόχο το συναίσθημα, και ίσως μακριά απ' τη ρεαλιστική αυταπάτη, που μέχρι σήμερα καλλιέργησε πάντα κάτω απ' το λογοτεχνικό ψεύδος που υποβόσκει, καταφέρνει να ευαισθητοποιήσει, να καλυτερεύσει συνειδήσεις, να φέρει σε πρώτο πλάνο την ηθική και τη δικαιοσύνη, να μετρήσει επανειλημμένα τις αντοχές και των ηρώων και των παραληπτών, τέλος, να υποκινήσει μια κοινωνική επανάσταση, που εκτός από οικονομικό όφελος θα παράξει και προσωπική ανάταση.
Το καλό θα 'ρθει από τη θάλασσα
Χρήστος Οικονόμου
Πόλις
224 σελ.
Τιμή € 12,50