fbpx
Έλενα Χουζούρη: «Δύο φορές αθώα»

Έλενα Χουζούρη: «Δύο φορές αθώα»

Είναι γνωστό ότι οι συγγραφείς χρησιμοποιούν πολλούς τρόπους για να κάνουν αληθοφανή την έναρξη της αφήγησής τους. Άλλοτε είναι ένα παλιό γράμμα, άλλοτε ένα πρόσωπο που ξεπετιέται από το πουθενά και τώρα μια δημοσιογράφος, η Δανάη Ζ., που ζητά συνέντευξη από την ηρωίδα, Βερόνικα Κ. Με αυτό το εύρημα η αφηγήτρια Έλενα Χουζούρη μπαίνει αμέσως στο θέμα της.

Ο τίτλος του βιβλίου Δυο φορές αθώα και ο ύμνος των συντρόφων στην κηδεία του αγωνιστή πατέρα της, «Επέσατε θύματα, αδέλφια εσείς, σε άνιση μάχη κι αγώνα», δίνει το ιδεολογικό στίγμα του ήρωα και προοικονομεί την υπόθεση.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η Βερόνικα ζει κλεισμένη στο σπίτι με τον πατέρα της, μετά τον επαναπατρισμό τους από την Τασκένδη. Ζει κλεισμένη στον εαυτό της, μέσα σε μια κάψουλα, όπως λέει, και αναστατώνεται λόγω της συνέντευξης, γιατί πρέπει να σπάσει την κάψουλα, σαν να λέμε το απόστημα που έχει μέσα της, στο μυαλό και στην ψυχή. Με άλλα λόγια, η Βερόνικα έχει απομονωθεί σ' ένα δικής της εφεύρεσης ελεφάντινο πύργο, προσπαθώντας να μη θυμάται τα της εποχής του πατέρα της Τάσου Κ., συνταγματάρχη στο βουνό, που τώρα βιώνει την υλική του φθορά του, παράλληλα με την ιδεολογική κατάρρευση, ούτε τη μητέρα που μυστηριωδώς «πέθανε» (στην ουσία ερωτεύτηκε και έφυγε), ούτε τον δικό της έρωτά που δεν ευδοκίμησε και τους φίλους που έχασε.

Η ηρωίδα με το άγχος της συνέντευξης, την οποία με δυσκολία δέχτηκε και ευχαρίστως θα ήθελε να αποφύγει, θα φέρει στην επιφάνεια όλα τα καταχωνιασμένα βαθιά στην ψυχή της ανεπιθύμητα και οδυνηρά, όλα αυτά που προσπαθεί να μη θυμάται. Θα γλιστρήσει σε μια μεγάλη αναδρομή, ή καλύτερα θα κάνει συχνές αναδρομές στο παρελθόν, θα πάει πίσω στο 1949 και θα επανέλθει στο 2011, αλλά θα αποδράσει συχνά σε χρόνους ορόσημα που ανέτρεψαν την ιστορία της Ευρώπης, όπως είναι το τείχος της Γερμανίας, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η εισβολή στην Τσετσενία, οι Ολυμπιακοί της Αθήνας, το Μακεδονικό ζήτημα και οι διαδηλώσεις και πλάι στα μεγάλα θα στήσει τον μικρόκοσμό της, τα απλά καθημερινά, τη μοναξιά, τον ακυρωμένο έρωτα, τις δουλειές του σπιτιού, τη μέση που πονάει, αλλά και ένα ουράνιο τόξο από όλα τα χρώματα της καλλιτεχνικής ίριδας: λογοτεχνία, ειδικά ποίηση, κινηματογράφο, βιβλία, τραγούδια, όλα αυτά που σαν ιντερμέδια ρίχνουν φως στο ομιχλώδες τοπίο των αναμνήσεων. Είναι οι ταινίες του Μιχάλκοφ, του Βάιντα, τα τραγούδια Ρώσων τραγουδιστών, η ποίηση του Πούσκιν που σκοτώθηκε σε μονομαχία, ο Λέρμοντοφ, αλλά και ο Μαγιακόφσκι και ο Γεσένιν (κι ας έχει μείνει με την απορία, γιατί αυτοκτόνησαν), ο Γεφτουσένκο, η Μπέλα Αχμαντούλινα, ο Ιόσιφ Μπρόντσκι.

Όλα τα πρόσωπα που συνδέθηκαν μαζί της θα αναδυθούν από τις αναμνήσεις της και με τη δική τους φωνή, φιλτραρισμένη μέσα από τη δική της, θα πάρουν το λόγο. Η συγγραφέας μας ειδοποιεί ότι τα πρόσωπα είναι φανταστικά και δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα, ωστόσο η προειδοποίηση μας επιτρέπει να εικάσουμε πως τα γεγονότα έχουν. Άλλωστε το θέμα δεν θα μπορούσε να μην είναι βιωματικό, έστω και πλαγίως.

Πρόκειται για την ιστορία μιας γενιάς που αναλώθηκε στον εθνικό αγώνα, που έχασε, αυτοεξορίστηκε και έζησε με την ελπίδα της επιστροφής σε μια πατρίδα που έπαιρνε μυθικές διαστάσεις μέσα στη σκέψη και στην ψυχή και κατέρριψε στα βάραθρα της απογοήτευσης, όσους με λαχτάρα επέστρεψαν να βρουν τη μητέρα και βρήκαν τη μητριά. Όλα φιλτραρισμένα από το μάτι ενός κοριτσιού που γίνεται γυναίκα και ωριμάζει σε άλλο κλίμα και άλλο χώμα και ξεριζώνεται δυο φορές για να επιστρέψει σε μια Ιθάκη, η οποία αποδεικνύεται πολύ πιο φτωχή από την καβαφική.

Η Ελλάδα δεν είναι αυτή που θυμόταν ο πατέρας, ούτε αυτή που ονειρευόταν η Βερόνικα, ούτε αυτή που έδειχνε η τηλεόραση, αλλά αυτή έξω με τα στριμωγμένα σπίτια, την έλλειψη πράσινου, τους αγενείς κατοίκους, τους χυδαίους ανθρώπους και τις συνεχείς διαδηλώσεις στους δρόμους, την ανεργία, την επιφανειακή ευμάρεια. Από την άλλη είναι η Τασκένδη, με την απλοχωριά της, με το πράσινο, τα αρώματα της φύσης της, με την εργασία για όλους, την τάξη αλλά και την ακρίβεια της, που για να πάρει ένα ζευγάρι παπούτσια έπρεπε να δώσει το ένα τρίτο του μισθού, χωρίς τα άλλα δύο να φτάνουν για να ζήσει. Η Τασκένδη που, λίγα χρόνια μετά μεταλλαγμένη κι αυτή, προσπαθεί να επιστρέψει «στο παλιό μουσουλμανικό της παρελθόν με τον Ταμερλάνο επικεφαλής».

Τραγική φιγούρα ο πατέρας που έφυγε και έζησε εξόριστος, αθώος μέσα στην ιδεολογία του, που έδωσε τη ζωή στο όραμα και τώρα σηκώνεται από την καρέκλα του για να φωνάξει «προδότη» και «μεθύστακα» τον Γέλτσιν, όταν ακούει στις ειδήσεις την εισβολή των Ρώσων στην Τσετσενία. Και δυο φορές αθώα, η κόρη του που χωρίς επιλογή έζησε εκεί και γύρισε εδώ για να δει να μην πραγματοποιείται τίποτα από το πατρικό όνειρο.

Κι όπως ο χρόνος της αφήγησης πηγαινοέρχεται από το παρόν στο παρελθόν, έτσι και ο χώρος εδώ – Ελλάδα και εκεί – Τασκένδη, στη συνείδηση της ηρωίδας πηγαινοέρχεται∙ από το ξενοδοχείο Τιτάνια, για τη συνέντευξη, στο καφέ του ξενοδοχείου στο Ουζμπεκιστάν, όπου έπινε τσάι με τον Ιόσιφ, τον συμφοιτητή που ο πατέρας της δεν ήθελε γιατί ήταν Εβραίος.

Η αφήγηση γίνεται με λόγο κοφτό, προτάσεις σύντομες, πολλές επαναλήψεις, σαν παραλήρημα, πράγμα που υποδηλώνει ψυχική ταραχή, μπλοκαρισμένη σκέψη, κάτι που άλλωστε έχει ήδη προοικονομηθεί από την κηδεία του πατέρα.

Τελικώς και τα άλλα πρόσωπα, η Δανάη, ας πούμε, είναι μπλεγμένη στο ίδιο δίχτυ∙ μια άγνωστη καταγωγική δύναμη την πιέζει να προσπαθεί να λύσει το γόρδιο δεσμό της Βερόνικας και τα καταφέρνει ερήμην της, αλλά είναι πολύ αργά. Κι έτσι οι ζωές των ανθρώπων μπλέκονται, συγκλίνουν και αποκλίνουν . Η Βερόνικα που ήρθε από την Τασκένδη στην Ελλάδα, η Δανάη που ζούσε πάντα στην Ελλάδα, ο Ιόσιφ που έφυγε από την Τασκένδη και ζει στην Αμερική, η Λένα που έφυγε από την Τασκένδη, πήγε στα Σκόπια, ήρθε στη Θεσσαλονίκη και φεύγει για την Αμερική, ο γονείς που πεθαίνουν και τα παιδιά που ξανά μεταναστεύουν. Κι ενώ τα «παιδιά» ξανά μεταναστεύουν οι ψυχές τους παραμένουν πίσω αγκιστρωμένες σε μνήμες τραυματικές και σε μικρά φωτεινά διαλείμματα, σαν να θέλουν να δείξουν το χαμένο παιδικό παράδεισο που ξέφτισε μαζί με το όνειρο.

Όλα ανακατεμένα, «χρόνος παρών και χρόνος παρελθών/ Ίσως και δυο παρόντες είναι σε χρόνο μέλλοντα/ Κι ο μέλλων χρόνος έγκλειστος εις χρόνο παρελθόντα» λέει ο Τ. Σ. Έλιοτ και εδώ αυτό συμβαίνει. Δυο φορές αθώα, δυο φορές αδικημένη, δυο φορές θύμα. Και το βιβλίο κλείνει με την τραγική ειρωνεία: ο αναγνώστης μαθαίνει αυτό που έπρεπε να μάθουν οι ήρωες και δεν θα το μάθουν ποτέ.

Επιπλέον, δι' ελέου και φόβου, ταυτίζεται με την ηρωίδα, της οποίας όμως η τραγωδία δεν περαίνει των παθημάτων της την κάθαρση. Οι παλιές πληγές, τα οικεία κακά, η κομμένη άκρη, πριν πολλά χρόνια του νήματος, του δείχνει τη συνέχεια, μιλά στην ψυχή του – και είναι ακόμα αρκετοί αυτοί που βρέθηκαν έρμαια στα χέρια της μοίρας, της τύχης ή της ιστορικής συγκυρίας και στους οποίους το βιβλίο, αγγίζοντας τα όρια της τραγωδίας, τους αφιερώνεται.

Δύο φορές αθώα
Έλενα Χουζούρη
Κέδρος
230 σελ.
Τιμή € 13,00


 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.