fbpx
«Μαρία, η μυροφόρος»

«Μαρία, η μυροφόρος»

Αληθινή σαν πέτρινη, σηκώθηκα από το Μύλο, όπου τα έπινα από τις εφτά, νωρίς νωρίς, κατά τις έντεκα το βράδυ, και πήγα προς Νέο Κόσμο: η ζωή μας κάποιες φορές κάνει κύκλους μέσα σε μια γειτονιά που δε θα μας περνούσε ποτέ από το μυαλό πως θα γινόταν δικιά μας. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στα Σεπόλια, σαράντα χρόνια τώρα. Θάψαμε τον Νότη στο Πρώτο Νεκροταφείο, το 2007, 16 Οκτωβρίου, λίγο πιο πέρα από τον οικογενειακό του τάφο που ήταν υπερπλήρης –ευτυχώς, γιατί δε θα άντεχε το σόι του και μετά θάνατον–, λίγο πιο κάτω από τη λίμνη όπου κολυμπάνε οι κύκνοι. Από τότε τα βήματά μου με οδηγούνε εκεί στα πέριξ του Πρώτου.

Έσκασα μύτη κατά τις έντεκα και κάτι στο Batman, πολύ νωρίς για το άφτερ-άφτερ μπαράκι στη Βρεσθένης 40, και για καλή μου τύχη το βρήκα ανοιχτό. Κέρασε καφέ ο μπάρμαν, έπαιξε για μένα ο DJ, άδειο το μπαράκι, «Παιδιά», τους λέω, «αύριο το πρωί κάνω τη συγκομιδή των οστών του Νότη», οι μουσικές πέφτανε για πάρτη μου, μια σειρά μπακάρντι-κόλα και μια σειρά καφέδες, έτσι όλο το βράδυ. Εδώ, λίγο πιο κάτω στην αρχή της Νέας Σμύρνης, ήταν που κάναμε κάτι υπέροχα πάρτι σε μια ταράτσα στον δεύτερο όροφο καμιά τριανταριά άτομα κάθε φορά, αυτή την Πρωτοχρονιά που μας πέρασε έφυγα κατά τις εφτά το πρωί και πήγα και κάθισα στον τάφο του Νότη ώσπου με πήρε ο ύπνος εκεί πάνω στο μνήμα κατά το μεσημέρι, την πρώτη ημέρα του χρόνου.

Βρήκα την πύλη του Πρώτου ανοικτή από τις έξι το πρωί, μαύρα σκοτάδια, τέλη Νοεμβρίου με ψοφόκρυο, κάθισα στης Αναπαύσεως σ’ ένα καφενεδάκι για άλλη μια γύρα καφέ και κονιάκ. Μ’ έβλεπε η ιδιοκτήτρια μες στις μαύρες πλερέζες, το μαύρο φόρεμα τσαλακωμένο από την μπάρα του Batman, συγκινήθηκε, δε μ’ άφησε να πληρώσω. Πέρασα μπροστά από τον κύριο που γράφει ακατάπαυστα ποιήματα σε ένα μαρμάρινο τραπεζάκι, δίπλα στον τάφο της κοιμωμένης του Χαλεπά, ο Σουρής τής τα διάβαζε κι εκείνη γελούσε. Αληθινή και πέτρινη σαν κι εμένα. Δε μ’ άφησαν να δω. Άκουγα το γκάπα γκούπα από τη βαριά στα κόκαλα, κι έπειτα τις ρόδες από το καροτσάκι πίσω μου γκλιν γκλαν, γύρισα ίσα ίσα το κεφάλι να δω τη λεκάνη του Νότη, ακάλυπτη απ’ το σεντόνι. Πάλι στο ίδιο στρατί, με τη λίμνη όπου κολυμπούσαν οι κύκνοι, από τα δεξιά μου αυτή τη φορά, άντε, κοπέλα μου, πέταξε το σεντόνι σου κι έλα να περπατήσουμε μέχρι τους στύλους του Ολυμπίου Διός.

Τώρα, έχω σταματήσει πλέον τις βόλτες μου στα νότια: η παρέα του δεύτερου ορόφου έχει διαλυθεί, και δε μου έχει τύχει κάνα καλό άφτερ για να περάσω απ’ το Batman. Δε σκέφτομαι πια πολύ συχνά την αυτοκτονία, σκέφτομαι να βρω ένα καλό παιδί και να ησυχάσω, να κόψω σιγά σιγά και τα Εξάρχεια. Χθες βράδυ μού τηλεφώνησαν κάτι φίλοι από τη Μύκονο. Μου είπαν πως ο Νότης ήταν στο Απαλούζα: «Ο Νότης είναι εδώ», μου έλεγαν στο κινητό, «έλα, Μαράκι, έλα». Δεν πήγα τελικά. Την επόμενη φορά, ωστόσο, που ο Νότης θα εμφανιστεί πάλι, μπορεί και να πάω. Δε σας υπόσχομαι τίποτα.

 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.