fbpx
«Η μύτη» της Ιωάννας Καρατζαφέρη

«Η μύτη»

Το πρώτο βιβλίο της που διάβασα, δεκαετίες πριν, ήταν Το ταξί. Με είχε ξαφνιάσει, αλλά επειδή η λογοτεχνία είναι μια άλλη Φύση και, όπως ξαφνιάζεσαι όταν βλέπεις ένα κυκλάμινο να βγαίνει από τη σχισμή του βράχου και ύστερα το διαβάζεις σ' ένα ποίημα, το βρήκα φυσικό. Εξάλλου, το όνομά της, Βιολέτα –Violette– ήταν ένα λουλούδι και επιπλέον μου άρεσαν τα δυο φωνήεντα ανάμεσα στα σύμφωνα Λεντίκ (Leduc). Προσπαθούσα να προφέρω το u όσο πιο γαλλικά μπορούσα.

Με τα χρόνια προστέθηκαν και άλλα της βιβλία.

Η συγγραφέας μού ανέτρεψε, μετά τα διαβάσματα, και τον μύθο της γαλλικής μύτης, κυρίως στα κορίτσια, σαν μαθήτριες μιλούσαμε με θαυμασμό για το σχήμα της, σηκωτό, και το μέγεθός της, μικρό. Ναι, είχε τις αντιρρήσεις της μια συμμαθήτρια, αν την κληρονομήσεις από το πρόσωπο της μαμάς σου, αν έχει μικρή μύτη, αν όμως μοιάσεις του μπαμπά σου; Τη δική της μύτη την είχα δει, του μπαμπά της όχι.

Η Βιολέτα θεωρούσε τον εαυτό της άσχημο, και θεωρούσε υπεύθυνο αυτό το χαρακτηριστικό του προσώπου της, που της έφερνε τόση δυστυχία.

Μου θύμιζε την πρώτη συνάντησή μου με μια παιδική φίλη της αδελφής μου, από τα χρόνια του Δημοτικού στην Καλλιθέα, που θα συναντούσα σ' ένα καφέ, ακριβώς απέναντι από τα πλατιά σκαλιά της Δημοτικής Βιβλιοθήκης, στην 5η Λεωφόρο του Μανχάταν. Η Τζοάνα δεν ήταν μόνη της αλλά με μια κυρία, μεγαλύτερή μας, που αμέσως μετά τις συστάσεις, με πολύ κοσμικό ύφος, μου είπε: «Να πας να φτιάξεις τη μύτη σου». Αντί να της απαντήσω, νομίζω πως με τον δείχτη και τον παράμεσο του δεξιού μου χεριού χαϊδεψα τη μύτη μου επιβεβαιώνοντάς τη για την ακεραιότητά της και αγνόησα την κυρία Άσπα, με μαύρα μαλλιά, βαμμένη και ακριβά ντυμένη.

Στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού έμπαινα στο πλυσταριό στην αυλή μας, όπου υπήρχε μια χτιστή σκάφη, ένα χτιστό τζάκι για να ζεσταίνεται σ' ένα καζανάκι το νερό για την μπουγάδα, κρυφά από τη μαμά μου, έβαζα τον σύρτη πίσω από την πόρτα, καθόμουν στις φτέρνες μου και φυσούσα τη μύτη μου μέχρι λιποθυμίας.

«Τι έκανες στο πλυσταριό;» με ρώτησε κάποτε η μαμά μου, που μ' έπιασε επειδή είχα ξεχάσει να βάλω τον σύρτη.

«Φυσάω τη μύτη μου».
«Και είναι ανάγκη να κρύβεσαι;»
«Έτσι θέλω».
«Γιατί;»
«Έχει μέσα σκουλήκια».
«Βγήκε κανένα;»
«Όχι».

Ήταν η τελευταία φορά, αλλά τη ζημιά την είχα κάνει.

Η Βιολέτα, αν θυμάμαι καλά ύστερα από δεκαετίες, στο βιβλίο της Το ταξί είχε γράψει πως δεν είχε συμμορφωθεί με τη συμβουλή των φίλων ή φιλενάδων της να κάνει πλαστική εγχείρηση και να φτιάξει τη μύτη της.

Παρακολουθούσα την ταινία κι ένιωθα τρομερά ασφυκτικά, μέχρι που φάνηκε στην οθόνη το εξώφυλλο του βιβλίου της, Ασφυξία. Κατάλαβα.

Στο Παρίσι, την εποχή που ζούσαν οι μεγάλοι: Ζαν Ζενέ (1910-1986), Ζαν Κοκτό (1889-1963), Αλμπέρ Καμί (1913-1986), που είχε υπάρξει και συνεργάτης του γνωστού εκδοτικού οίκου Γκαλιμάρ (Gallimard), ο Ζαν-Πολ Σαρτρ (1905-1980), η Σιμόν ντε Μποβουάρ (1907-1972), για την οποία έκανε το παν ώστε να τη συναντήσει, η Βιολέτα ήταν το καινούργιο, τολμηρό ταλέντο.

Η Βιολέτα δεν μπορούσε να απαλλαγεί από τους εφιάλτες της, εξαιτίας της καταγωγής της, υπάρχουν στο βιβλίο της Η Νόθος, και τον έρωτά της για κάποιον που οι ερωτικές του επιθυμίες ήταν άλλες.

Και οι δικές της ήταν διαφορετικές.

Είχε βγει από την ντουλάπα περιγράφοντας την ερωτική έλξη για μια συμμαθήτριά της, τη Σιμόν, ενώ δεν υπάρχουν στην ταινία ερωτικές σκηνές, αντίθετα υπάρχει η αίσθηση μιας διαφαινόμενης σκληρότητας, που ίσως ήταν η αιτία για την ψυχιατρική της ίαση, που εξήγειρε την Μποβουάρ.

Τα βιβλία της Βιολέτας κέρδιζαν αναγνώστες, αλλά αυτή όχι οικονομική άνεση.

Η Σιμόν, που διαισθάνθηκε το ταλέντο της, μυστικά της έστελνε –τάχα πως αποστολέας ήταν ο εκδοτικός οίκος– χρήματα για να επιβιώνει, κάτι που αποκαλύφθηκε όταν αυτό έγινε πραγματικότητα.

Οι άνθρωποι του Παρισιού, που εμφανίζονται περιστασιακά στην ταινία, δεν είναι απαραίτητο να είναι όμορφοι, τρυφεροί, φιλικοί ή με καλούς τρόπους, είναι αυτοί που είναι.

Η ηθοποιός που υποδύεται τη Βιολέτα, η Emmanuelle Devos, δέχτηκε μια επέμβαση στη μύτη της όχι καλλωπιστική, αλλά μια προσθετική για να μοιάζει με τη μύτη της συγγραφέως.

Βγήκα από τον κινηματογράφο Angelica, στο φωτισμένο Μανχάταν, και περπάτησα μισή ώρα μέχρι να πάρω κάποιο μεταφορικό μέσο για το σπίτι μου.

Έμεινα στο κρεβάτι δυο μέρες.

 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.