fbpx
«Αυτοχειρίες»

«Αυτοχειρίες»

Διέσχιζα τον Ατλαντικό Ωκεανό από τον Πειραιά για τη Νέα Υόρκη μ’ ένα ελληνικό υπερωκεάνιο.

Ο πλους θα κρατούσε περίπου δώδεκα ημέρες. Όλος ο χρόνος ήταν δικός μου. Από πολύ νέα ήμουν μάχιμη κατά της ανίας. Τον ελεύθερο χρόνο μου τον χάριζα, πρώτον, στην πισίνα του πλοίου και δεύτερον, σ’ ένα μυθιστόρημα, GoNakedintheWorld, που είχα δανειστεί από τη βιβλιοθήκη του. Το όνομα του συγγραφέα, Τομ Τσαμάλις, μου ήταν εντελώς άγνωστο, αλλά ακουγόταν ελληνικό. Εξάλλου, δεν ήμουν παρά μια αναγνώστρια της λογοτεχνίας.

Στην καμπίνα μου το μετέφραζα, περιορίζοντας τις ώρες του ύπνου μου.

Όταν έφτασα στον προορισμό μου, αναζήτησα να μάθω περισσότερα για το συγγραφέα και τα έργα του.

Το δεύτερο βιβλίο του, Ποτέ τόσο λίγοι, που διάβασα, με αναστάτωσε κυριολεκτικά. Δεν ήταν μόνο το περιεχόμενο του, αλλά το πορτρέτο του στο εξώφυλλο, που έδειχνε έναν πολύ δυναμικό χαρακτήρα, το κεφάλι ακουμπισμένο σ’ έναν τοίχο, το χέρι του να κρατάει ένα τσιγάρο ανάμεσα στα χείλη του.

Το βιογραφικό του ήταν ολιγόλογο: Γεννημένος τον Αύγουστο του 1924 στην πολιτεία Ιλινόι, πέθανε από πυρκαγιά το Μάρτιο του 1960, στο Μπέβερλι Χιλς της Καλιφόρνια.

Με είχε πιάσει τρέλα. Όσο τον διάβαζα τόσο τον ερωτευόμουν. Ήμουν ερωτευμένη μ’ έναν νεκρό.

Σ’ έναν κινηματογράφο στο Μπρόντγουεϊ παιζόταν το Ποτέ τόσο λίγοι. Το παρακολούθησα κλαίγοντας από την αρχή μέχρι το τέλος.

Σε μια εποχή όπου η λέξη ίντερνετ, επομένως και η χρήση του, ήταν άγνωστη και το Google αδιανόητο, δεν είχα πολλές ελπίδες να μάθω περισσότερα.

Τελικά, επικοινώνησα με το συγγραφέα Χάρι Μαρκ Πετράκις, της ίδιας γενιάς και οι δυο, γεννημένοι στην Αμερική από Έλληνες γονείς.

Ο αγαπημένος μου Τομ Τσαμάλις είχε καεί στον ύπνο του εξαιτίας του τσιγάρου του που είχε πυρπολήσει τα κλινοσκεπάσματα. Η ελληνική Εκκλησία είχε αρνηθεί να τον θάψει εντός του νεκροταφείου επειδή η αυτοκτονία δεν επιτρέπεται από την Ορθοδοξία και είχε ταφεί έξω από αυτό.

Ήθελα να πάω να κλάψω διπλά και τριπλά πάνω στον τάφο του, αλλά πού ακριβώς βρισκόταν; Τον έκλαιγα στο δωμάτιό μου έχοντας στημένα όρθια τα βιβλία του και αντικρίζοντας το μικρό του πορτρέτο.

Η αυτοχειρία δε με είχε ποτέ πριν απασχολήσει. Τη συνέδεα μόνο με τις αναφορές του μπαμπά μου για τις αυτοκτονίες ανθρώπων του χρήματος που έπεφταν από τα παράθυρα τον καιρό του Μεγάλου Κραχ το 1929 στη Νέα Υόρκη και άλλους που κατέληγαν στο Μπάουερ.

Είχε έρθει η σειρά του να το ανακαλύψω. Ήταν ένας βρόμικος δρόμος, στο Κάτω Ανατολικό Μανχάταν, που θεωρείτο επικίνδυνος, με εγκαταλειμμένες οικοδομές· κάποιες είχαν υπάρξει πριν από το 1929 ξενοδοχεία και στη διάρκεια του κραχ, που κράτησε αρκετά χρόνια, μετατράπηκαν σε καταφύγια των απελπισμένων και πενήτων.

Εκεί είχαν καταλήξει μεγάλοι και πλουσιοπάροχα αμειβόμενοι διευθυντές εταιρειών, χρηματιστές της Γουόλ Στριτ, και άλλοι. Πολλοί από αυτούς είχαν εγκαταλείψει ακόμα και τις οικογένειές τους, αφού δε θα μπορούσαν πλέον να διατηρήσουν τις βίλες στα προάστια ή τα ρετιρέ του Σίτι που είχαν αποκτήσει με δάνεια, τα πολυτελή αυτοκίνητα και εστιατόρια κι έναν τρόπο ζωής που δεν είχε προηγηθεί παρόμοιος.

Με ένα δολάριο ο υποψήφιος αυτόχειρας –όλοι ήταν ύποπτοι γι’ αυτοκτονία– μπορούσε να κοιμηθεί σε κρεβάτι με στρώμα, χωρίς σκεπάσματα. Οι τιμές κατέβαιναν όσο κατέβαιναν και οι πελάτες, καθώς η τελευταία τιμή των 25 σεντς επέτρεπε ύπνο στο πάτωμα.

Υπήρχαν και ισόγεια ή υπόγεια μπαρ και μουσικοί με μπάντζο, αλλά η ατμόσφαιρα ήταν αυτοκτονική. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 επισκέφθηκα κάποια, με τον Χάι Σάιμον, στα οποία εμφανίζονταν διάσημοι, άλλοτε, διασκεδαστές.

Τώρα το Μπάουερ ανήκει στην πιο καλλιτεχνική περιοχή και φιλοξενεί το Μουσείο της Νέας Υόρκης, που χτίστηκε στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του αιώνα μας.

Το 1970, χρόνια του πολέμου στο Βιετνάμ και χούντας στην Ελλάδα, κατέφυγα στην πανεπιστημιούπολη Λουντ της νότιας Σουηδίας, παρά τις διαδόσεις περί αυτοκτονικής τάσης των Σουηδών.

Αυτές μου τις διέψευσε ο Χανς. Πρώτοι έρχονταν οι Αυστριακοί που συναγωνίζονταν ή ανταγωνίζονταν τους Ιάπωνες, εξάλλου οι συμπατριώτες του δεν ήταν Ιταλοί ρωμαιοκαθολικοί, και η δική τους θρησκεία συγχωρεί την αυτοχειρία. Μου έλεγε τα επιχειρήματά του κι εγώ ζαλιζόμουν.

Στο τέλος με ρώτησε: «Ξέρεις πόσοι Αιγύπτιοι, Σουδανοί ή άλλοι άνθρωποι της Αφρικής ή της Ασίας αυτοκτονούν κάθε μέρα ή κάθε χρόνο;»

Δεν ήξερα.

«Δεν ξέρεις γιατί δεν υπάρχουν στατιστικές. Οι Σουηδοί έχουν πάθος με τις στατιστικές».

Με αυτούς τους συνειρμούς κατέληξα στα αυστηρά μέτρα που μας επιβλήθηκαν και μας επιβάλλονται, εδώ στο Νότο, ακόμα και στις ρωμαιοκαθολικές Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, στις οποίες αυξήθηκαν οι αυτοκτονίες, όπως και στην Ορθόδοξη Ελλάδα. Οι στατιστικές αναφέρουν ασυνήθη ποσοστά για την κάθε χώρα και οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες.

Οι αυτοχειρίες αυξάνουν ακολουθώντας το βάθεμα της οικονομικής κρίσης.

Έλεος.

 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.