«Δημήτρης Μανιάτης: Ο Ληστής, με τον Πασχάλη Τσαρούχα» της Ελένης Λιντζαροπούλου
Στην οδό Πειραιώς, στο 206, από τις 19 Φεβρουαρίου υψώνεται ένα όρος. Το κατοικούν άγρια πουλιά κι αγρίμια και λοξοδρομούν στους ίσκιους του άγιοι ληστές.
Βαδίζοντας στην οριογραμμή που χαράζει, στο εξαιρετικό κείμενό του, ο συγγραφέας Δημήτρης Μανιάτης και με τις απόλυτα ισορροπημένες σκηνοθετικές οδηγίες του εμπνευσμένου Σταμάτη Κραουνάκη, ο Πασχάλης Τσαρούχας οικοδομεί τον πληρέστερο και, ίσως, τον καλύτερο ρόλο που υποδύθηκε στην όντως γεμάτη καριέρα του. Ογκώδης, δυναμικός, αποφασισμένος, ευθύς, τρυφερός, έξυπνος, κυνικός, θρασύς, βλάσφημος, άγριος, ανθρώπινος, ερωτικός, δίκαιος, ακραίος... με άλλα λόγια αληθινός, ο Ληστής του, είναι ή γίνεται ένα σύμβολο.
Σε έναν αγεωγράφητο χώρο κάποιας απροσδιόριστης εποχής, ένας άντρας που κινείται στις παρυφές του νόμου, που συναλλάσσεται με την εξουσία κατά το δοκούν, που κλέπτει και ελεεί με την ίδια ευκολία, γίνεται ο αρνητής της υπακοής και της προσδοκώμενης τάξης πραγμάτων. Απαξιώνει κάθε είδους βολή και ορίζει ως βασίλειό του τα, όμοια μ' εκείνον, ανυπότακτα βουνά. Ποιος είναι; Το έργο δεν απαντά. Μας αφήνει να υποθέσουμε πρόσωπα σύγχρονα ή παλαιότερα και να κάνουμε τις δικές μας ταυτίσεις, τυλίγοντάς μας λέξη λέξη στο δίχτυ της γοητείας ληστών που στοιχειώνουν ακόμη θρύλους και ιστορίες. Είναι ο Γιαγκούλας; Ο Νταβέλης; Ένας από τα τρομερά αδέλφια Ρέντζου, ο Θωμάς Γκαντάρας; Ο ληστής με τις γλαδιόλες; Ο Παλαιοκώστας;
Αυτή την προσωπικότητα την αρρενωπή, θελκτική και ζεστή, μα συνάμα και τόσο εμμονική και βίαιη, ο Πασχάλης Τσαρούχας ενσαρκώνει όπως ίσως δεν θα μπορούσε κανένας άλλος. Ο ρόλος είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα του, αλλά δεν τον προσεγγίζει με κανενός είδους υποκριτικές ευκολίες ή φιλαρέσκειες. Αντίθετα, ποικίλλει τις αποχρώσεις του με αξιοσημείωτες φωνητικές και εκφραστικές εναλλαγές, μπαίνει ολόκληρος μέσα του, τσαλακώνεται, μάχεται με τις σκληρές σκηνοθετικές οδηγίες και βγαίνει νικητής απέναντι σε έναν μονόλογο που ίσως θα κατάπινε οποιονδήποτε άλλον. Ένα κείμενο άγριο και παράλληλα μιαν αγιογραφία που, ακόμη και στις πιο βίαιες στιγμές, καταφέρνει, μέσα από μια λεβέντικη και παράλληλα τρυφερή απόδοση του χαρακτήρα, να μας κερδίσει και να μας εντάξει με το μέρος του ήρωα.
Το σκηνικό, ένα τραπέζι που άλλοτε γίνεται ταμπούρι κι άλλοτε κιβούρι, λιτό και λειτουργικά δωρικό. Οι φωτισμοί υποβλητικοί, αναδεικνύουν την, έτσι κι αλλιώς, επιβλητική κορμοστασιά του πρωταγωνιστή, η οποία περιβεβλημένη το, «θεοφίλειας» έμπνευσης, θαυμάσιο κοστούμι της φαντάζει ακόμη πιο ηρωική και ανυπόταχτη.
Το κοινό αντιδρά με σιγή, σχεδόν ακούγονται οι χτύποι της καρδιάς των θεατών την ώρα που ανεβαίνουν, βήμα το βήμα, προς την κορύφωση περνώντας και οι ίδιοι «την γραμμή», το όριο, που θέτει ο Ληστής αλλά και ο Κόσμος μας, ο υποταγμένος, ο υπάκουος, ο σώφρων.
Η γλώσσα του έργου χωριάτικη, απλή, οικεία, με ενταγμένα κάποια σύγχρονα στοιχεία, έναν στίχο, κάποιες λέξεις, που στην αρχή ίσως ξενίζουν, αλλά έχουν και αυτά την σημασία και τους συμβολισμούς τους που, στον προσεκτικό θεατή, θα αποκαλύψουν ποιος είναι αυτός ο νοσταλγός του μέλλοντος...
Μην το χάσετε!
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Κείμενο: Δημήτρης Ν. Μανιάτης
Διδασκαλία: Σταμάτης Κραουνάκης
Κοστούμια – Προβολές: Βασίλης Παπατσαρούχας
Βοηθός σκηνοθέτη – Οργάνωση παραγωγής: Μαίρη Καλδάρα
Τεχνικός φωτισμών: Νίκος Συρίγος
Μακιγιάζ: Γιάννης Παμούκης
Φωτογραφίες: Γιάννης Πρίφτης
Προβολή-Επικοινωνία: Δέσποινα Κραουνάκη
Ερμηνεία: Πασχάλης Τσαρούχας
Απόσπασμα του Δημήτριου Παπαρρηγόπουλου από τις «Σκέψεις ενός ληστού» μελοποίησε
ο Σταμάτης Κραουνάκης.
Κάθε Πέμπτη στις 21.00 στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης έως τις 2 Απριλίου και κατόπιν σε περιοδεία ανά την Ελλάδα.